6 Δεκεμβρίου 2011

Skyrim - Περίληψη των Βιβλίων του (Μέρος 2ο)

(Συνεχίζεται από το 1ο Μέρος)

Sixteen Accords of Madness
Hircine’s Tale 
 
Ο Sheogorath, ο παράφρων πρίγκιπας των Daedra και γνωστός για τα πονηρά παιχνίδια του, προκαλεί τον πρίγκιπα Hircine να δημιουργήσουν ο καθένας τους από ένα τέρας και σε 3 χρόνια ακριβώς να βρεθούν στο ίδιο μέρος, για να τα αφήσουν να παλέψουν μέχρι θανάτου. Ο Hircine δέχεται και δημιουργεί στο εργαστήριό του ένα daedroth-λυκάνθρωπο. 

Ύστερα από 3 χρόνια βρίσκει στο ίδιο σημείο τον Sheogorath, να σφυρά χαρούμενα και αδιάφορα, περιμένοντας τον αντίπαλό του. Το δικό του τέρας ήταν απλώς ένα μικρό χαρωπό πουλάκι, το οποίο σιγοτραγουδούσε. Το daedroth ορμά αμέσως και τρώει με μία χαψιά το πουλάκι. Εκεί που νομίζει πως έχει κερδίσει όμως, το πουλί αρχίζει να σιγοτραγουδά μέσα του και να τον τσιμπάει από μέσα. Το daedroth προσπαθεί λυσσαλέα να απαλαγεί από τον πόνο και σίγα-σιγά αυτοκαταστρέφεται μέχρι θανάτου. Ταπεινωμένος ο Hircine, καίει το πτώμα του daedroth, ενώ ο Sheogorath αποχωρεί, τραγουδώντας μαζί με το πτηνό του...

Sixteen Accords of Madness
Vaermina’s Tale 
 
Ο Darius Shano ονειρεύεται πως τρέχει σαν τρελός για να ξεφύγει από κάτι. Από πάνω του τον παρακολουθούν με περηφάνεια ενώ κοιμάται, οι θεοί Vaermina, η ονειροπλάστης και ο Sheogorath. Ο Darius Shano έχει γίνει ένας διάσημος βάρδος, χάρη στα όνειρα που του δημιουργεί η Vaermina και εκείνος αφηγείται στη συνέχεια. Ο Sheogorath παρατηρεί πως το μεγαλείο ενός θνητού είναι ανάλογο όχι της αγάπης των συνανθρώπων του, αλλά από του μίσους τους. Έτσι προκαλεί τη Vaermina να τον αναλάβουν από 10 χρόνια ο καθένας και να δουν ποιός θα καταφέρει να τον κάνει πιο διάσημο. 

 Τα πρώτα 10 χρόνια η Vaermina τον τροφοδοτεί με ανατριχιαστικά όνειρα και βασανιστήρια που κάνουν τους συνανθρώπους του να ενθουσιάζονται, αλλά και να τον κατακρίνουν λυσσαλέα. Όταν έρχεται η ώρα να αναλάβει ο Sheogorath, δεν κάνει απολύτως τίποτα μαζί του. Ο Darius αρχικά απορεί γιατί τον εγκατέλειψαν. Χωρίς έμπνευση, η φήμη του πέφτει όλο και περισσότερο. Ο Darius γίνεται σταδιακά όλο και πιο οργισμένος και τα βάζει με όλους και με όλα. Στα τραγούδια του σατυρίζει και προκαλεί ακόμη και τους θεούς. Πλέον προκαλεί όχι μόνο την αποστροφή, αλλά και την οργή του κόσμου για τις βλασφημείες του. 

Όταν προσβάλει τον τοπικό βασιλιά, εκείνος αποφασίζει να του πάρει το κεφάλι, μπροστά σε ένα πλήθος που γεμάτο μίσος ζητωκράυγαζε για την πράξη αυτή. Πάνω από το νεκρό πτώμα του Darius συναντιούνται η Vermina και ο Sheogorath. Η Vermina είναι θυμωμένη που ο Sheogorath αθέτησε την υπόσχεσή του να αναλάβει για 10 χρόνια τον Darius. Ο Sheogorath όμως της εξηγεί, πως ακριβώς αυτό το αίσθημα της εγκατάλειψης ήταν εκείνο που ώθησε τελικάτον Darius να γίνει πιο γνωστός και πιο μισητός από ποτέ. Ο Sheogorath είχε κερδίσει με διαφορά αυτή την πρόκληση.

Sixteen Accords of Madness
Malacath’s Tale 
 
Ο Emmeg Gro-Kayra ήταν ένας από τους μεγαλύτερους ήρωες των Orcs. Υιός μίας άγνωστης νεαρής παρθένας, από νεαρή ηλικία είχε καταφέρει να κατασκευάσει μόνος του μία διακοσμημένη λεπιδωτή πανοπλεία - ένα σύμβολο ανόδου στο λαό του. Έκτοτε προστάτευε καραβάνια και απελευθέρωνε άλλους orcs. Η φήμη του είχε γίνει τεράστια, όταν μία νύχτα εμφανίστηκε μπροστά του ένας κοκκαλιάρης Breton. Σε αντάλλαγμα για χρήματα και αγαθά, έδωσε στον Emmeg Gro-Kayra το σπαθί Neb-Crescen, ένα καταπληκτικά ζυγισμένο σπαθί αντάξιο μόνο των μεγαλύτερων ηρώων. Ο Emmeg δε χρειαστήκε για αρκετό καιρό να το χρησιμοποιήσει. 

Μία μέρα όμως άρχισε να ακούει κάποιον να τον πλησιάζει, χωρίς να μπορεί ούτε να τον δεί, ούτε να τον μυρίσει. Τράβηξε το σπαθί από τη θήκη και χωρίς να θυμάται ακριβώς πως, στα χέρια του βρέθηκε κατακρεουργημένη από τη λεπίδα του μία νεαρή γυναίκα Orc, να αφήνει την τελευταία της πνοή. Αμέσως σκεπάζει το πρόσωπό του από ντροπή και φεύγει απομακρύνεται τρέχοντας. 

Ύστερα εμφανίστηκε πάνω από το νεκρό πτώμα ο Sheogorath και κάλεσε τον Malacath, των θεό των Daedra που προστάτευε τους Orc. Ο τελευταίος ήταν εξοργισμένος και παρακάλεσε τον Sheogorath να αφήσει τον ίδιο να εκδικηθεί το θάνατο αυτό. Ο Sheogorath συμφώνεί, υπό τον όρο να χρησιμοποιήσει ένα από τα όπλα του για να σκοτώσει το δολοφόνο, ώστε η ψυχή του να παγιδευτεί στον κόσμο του Sheogorath. 

Ταχύτατα ο Malacath προφταίνει το δολοφόνο και χωρίς καλά καλά να τον κοιτάξει, τον αποκεφαλίζει. Με έντονη απογοήτευση όμως, αναγνωρίζει το κεφάλι του Emmeg Gro-Kayra, ενός από τα παιδιά του, με το οποίο ο ίδιος είχε ευλογίσει κάποτε μία νεαρή παρθένα. Ο Sheogorath καταφθάνει, το Neb-Crescen επιστρέφει στην κατοχή του και απομακρύνεται αργά, αφήνοντας τον Malacath να συλλογίζεται γιατί μόλις σκότωσε ένα παιδί του και παρέδωσε την ψυχή του στο Sheogorath...

A Dance in Fire

The Imperial City, Cyrodiil
7 Frost Fall, 3E 397

Ο Decumus Scotti, ένας από τους αρχαιότερους και πιο πετυχημένους γραφείς της κατασκευαστικής εταιρείας του λόρδου Atrius, έχει μόλις απολυθεί από τη δουλειά του. Πρωτού όμως φύγει, καταφθάνει ένα γράμμα για εκείνον. Είναι μία πρόταση συνεργασίας από τον Liodes Jurus, έναν ακόμη υπάλληλο που είχε απολυθεί πριν καιρό. 

Ο Liodes, εκμεταλλευόμενος τον πόλεμο που μόλις έχει τελειώσει στο Valenwood και το έχει αφήσει με πολλές κατασκευαστικές ανάγκες, κάνει πολύ καλές δουλειές, αλλά χρειάζεται και άλλους ικανούς ανθρώπους. Έτσι, ο Scotti αρπάζει μερικά ασυμπλήρωτα συμβόλαια και να κανονίζειφύγει άμεσα με ένα καραβάνι για το Valenwood. Μία νύχτα, εκεί όπου έχει κατασκηνώσει το καραβάνι, ο Scotti παρατηρεί στα δένδρα τριγύρω πολλές σκιές να κινούνται με μεγάλη ταχύτητα και επιδεξιότητα από δένδρο σε δένδρο. Προσπαθεί να προειδοποιήσει τους άλλους, αλλά είναι απορροφημένοι σε άλλες δραστηριότητες ή κοιμούνται. Πριν προλάβει να κάνει οτιδήποτε, οι σκιές αυτές εφορμούν προς τα κάτω και στο καραβάνι ξεσπάνε παντού φωτιές και χάος. Μέσα στον πανικό, οι ληστές παίρνουν ταχύτατα όλα τα πολύτιμα και πρωτού ξυπνήσουν οι στρατιώτες που συνόδευαν το καραβάνι, έξαφανίζονται μέσα στη νύχτα. Ήταν οι Cathay-Raht, μία φυλή όπως οι Khajiit.

A Dance in Fire

Οι Cathay-Raht τους τα είχαν πάρει όλα. Το καραβάνι δε μπορούσε να προχωρήσει άλλο, καθώς δεν είχαν καν άλογα. Τότε εμφανίστηκε από το δάσος μια ομάδα Bosmers και προσφέρθηκε να οδηγήσει για 20 χρυσά νομίσματα όσους ήθελαν προς το Falinesti. Ο Scotti και άλλοι 5 που είχαν τα λεφτά, δέχθηκαν.

Ύστερα από πολλές ώρες πεζοπορίας, πεινασμένοι και κουρασμένοι, έφτασαν στο Falinesti. Ήταν μια περίεργη πόλη, η οποία ήταν κάθετη, αντί για οριζόντια και μάλιστα κινούνταν! Έμοιαζε με δένδρο.

Ο Scotti είχε δώσει ραντεβού στο Mother Pascost's Tavern, αλλά εκείνη την ώρα ήταν άδειο, καθώς σε μια πλατφόρμα πιο δίπλα, οι ντόπιοι γιόρταζαν το revelry. Ήταν όλοι συγκεντρωμένοι δίπλα ο ένας στον άλλον και χόρευαν και έπιναν και έτρωγαν. Ο Scotti ξόδεψε 3 από τα νομίσματά του για να φάει και να πιεί. Του είχαν δώσει Jagga, γάλα γουρουνιού, και αυτό τον έκανε να μεθύσει. Αφού χόρεψε αρκετά, έπεσε ξερός και ξύπνησε το επόμενο πρωί, για να βρει ένα τεράστιο έντομο πάνω του! Τον είχε βάλει κάτω και κόντευε να τον κατασπαράξει, όταν τον έσωσαν κάποιοι Bosmers, που είχαν βγει για κυνήγι.

Όταν ξεμπέρδεψε, κατευθύνθηκε προς την ταβέρνα και όταν είπε το όνομά του, η ιδιοκτήτρια του είπε πως κάποιος του είχε αφήσει ένα γράμμα και πήγε να το φέρει...

A Dance in Fire

Το γράμμα του Liodes τον προκαλούσε να πάρει ένα καράβι και να κατέβει στην πόλη Athay, όπου βρισκόταν ο ίδιος και είχε πολύ ζήτηση για δουλειά. Στο λιμάνι, ένας πρώην πειρατής, ο Captain Balfix, προσφέρθηκε να τον πάει στον προορισμό του για 9 χρυσά νομίσματα.

Ύστερα από μερικές ημέρες ταξίδι, κόντευαν να φθάσουν στον προορισμό τους, όταν ο Scotti παρατήρησε ότι το πάνω από το Athay ξεπροβάλλει πυκνός καπνός. Το Athay είχε τυλιχθεί στις φλόγες και οι κάτοικοί του έτρεχαν να σωθούν από τους Khajiit. Ο πόλεμος τελικά δεν είχε τελειώσει..

Προσπάθησαν να αποφύγουν με το καράβι τους τους Khajiit, αλλά μάταια. Τα φλεγόμενα βέλη τους βρήκαν στόχο και το καράβι τους βυθίστηκε. Το μόνο που μπορούσαν να σκεφτούν ήταν να κολυμπήσουν μέχρι το επόμενο χωριό, Grenos. Για κακή τους τύχη, ο πόλεμος είχε φτάσει και προσπεράσει και το Grenos, αφήνοντας και αυτό στις φλόγες. Έπρεπε να συνεχίσουν να κολυμπάνε, ενώ μια ομάδα Khajiit τους είχε δεί και τους ακολουθούσε πεζή από την όχθη. Ο καπετάνιος δεν κολυμπούσε σωστά και μοιραία έμενε πίσω. Ο Scotti προσπαθούσε να τον βοηθήσει  αλλά δυστυχώς ο καπετάνιος δεν τα κατάφερε. Αφού έκανε μερικές μάταιες βουτιές για να προσπαθήσει να τον σώσει, τα Khajiit πίστεψαν ότι και οι δύο πνίγηκαν και σταματήσανε να τους ακολουθούν.

Ο Scotti συνέχισε μόνος του, μέχρι που δε μπορούσε να κολυμπήσει άλλο. Για καλή του τύχη, όταν βγήκε στη στεριά, έπεσε πάνω στην κατασκήνωση των επιζώντων Bosmers, οι οποίοι θα όδευαν προς το Vindisi. Εκεί όπου είχαν κατευθυνθεί κατά πάσα πιθανότητα όλοι οι επιζώντες, ίσως λοιπόν και ο Liodes Jurus

A Dance in Fire

Ύστερα από πολλές ώρες και παρακολουθούμενοι διακριτικά από τους Khajiit, οι ταξιδιώτες φθάνουν στο Vindisi. Οι ντόπιοι μπήκαν κατευθείαν στο ναό της πόλης, όπου ο Scotti απαγορευόταν να μπει. Αντ' αυτού επιδόθηκε στην αναζήτηση φαγητού στην πόλη και τελικά βρήκε μία παρέα ταξιδιωτών αποτελούμενη από 5 Cyrodiil's, 2 Bretons και έναν Nord.

O Nord έριξε το φταίξιμο του πολέμου στους Bosmers, καθώς επεκτείνουν αυθαίρετα τα δάση τους σε περιοχές άλλων φυλών. Ένας από τους Cyrodiil's, ο Reglius, συζητώντας με τον Scotti ανακαλύπτει πως έχουν έρθει για τον ίδιο σκοπό εδώ: Μία πρόσκληση από τον Liodes Jurus σε παλιούς συναδέλφους. Τον Liodes Jurus, τον οποίο ο Reglius είχε δει δυστυχώς με τα μάτια του να πεθαίνει κατά την επίθεση των Khajiit.

Ξαφνικά παρατήρησαν σκιές να κινούνται και αμέσως, αθόρυβα, έσβησαν τη φωτιά τους. Μπορούσαν πλέον να δουν τα μάτια και τις λεπίδες των Khajiit να λάμπουν αχνά. Ανέβηκαν γρήγορα σε ένα δένδρο δίπλα για να κρυφθούν. Μόλις οι Khajiit τους προσπέρασαν, κατευθυνόμενοι προς τον ναό των Bosmers, αποφάσισαν από το δένδρο τους να συνεχίσουν να σκαρφαλώνουν την βραχώδη πλαγιά ενός λόφου, για να είναι ασφαλής σε περίπτωση που οι Khajiit αποφάσιζαν να κάψουν και αυτό το μέρος.

Καθώς σκαρφάλωναν, ένα χρυσό νόμισμα έπεσε από την τσάντα του Reglius, κάνοντας σημαντικό θόρυβο μέσα στην απόλυτη ησυχία. Μερικοί Khajiit, που ερευνούσαν τα απομηνάρια της κατασκήνωσής τους ακριβώς από κάτω, δεν άργησαν να αντιληφθούν τι συνέβαινε και άρχισαν ταχύτατα να σκαρφαλώνουν από πίσω τους.

Πριν προλάβουν όμως να ανέβουν, ξέσπασε το απόλυτο χάος: Το Wild Hunt. Από τον ναό των Bosmers βγήκαν κάθε είδους τέρατα, τα οποία άρχισαν να κυνηγούν αδιάκριτα τους πάντες. Οι Khajiit τράπηκαν σε άτακτη φυγή και μόνο ο Scotti κατάφερε να σκαρφαλώσει στην κορυφή και να αποφύγει το θάνατο που βρήκε γρήγορα τους υπόλοιπους συντρόφους του.

Μόνος του πλέον, ο Scotti έβαλε στην πλάτη του την σάκα του Reglius και χωρίς να έχει άλλη επιλογή, μπήκε μέσα στη σκοτεινή ζούγκλα.

A Dance in Fire

O Scotti συνέχισε τη διαδρομή του στη ζούγκλα, ώσπου ξέσπασε δυνατή βροχή. Τα ορμητικά νερά και το ολισθηρό έδαφος τον παρέσυραν μέχρι την όχθη ενός ακόμη πρόσφατα κατεστραμμένου χωριού. Έψαξε για φαγητό, αλλά οι Khajiit τα είχαν καταστρέψει όλα. Το μόνο που βρήκε ήταν ένα τόξο και 2 βέλη, τα οποία και μαθαίνει σιγά-σιγά να χρησιμοποιεί, κυνηγόντας την τροφή του.

Για καλή του τύχη ένα πλοίο με Bosmers, κατευθυνόμενο προς το Silvenar, πέρασε και τον μάζεψε. Μόνο από το Silvenar θα μπορούσε να βρεί το δρόμο του σπίτι, καθώς από ανατολικά και δυτικά υπήρχαν εχθροπραξίες με Khajiit και High Elves, ενώ στο βορρά είχαν κλείσει τα σύνορα οι Cyrodiil's και Redguards.

Μετά από μερικές μέρες έφθασαν στο Silvenar και αφού ο Scotti κατευθύνθηκε σε μία ταβέρνα της πόλης. Εκεί, άκουσε κάποιον να φωνάζει το όνομά του. Γύρισε να δει και προς έκπληξή είδε να τον περιμένει με ανοιχτές αγκάλες ο Liodes Jurus.

A Dance in Fire

Ο Jurus και ένας φίλος του συζητούν με τον Scotti. Ο τελευταίος του αναλύει το ταξίδι του μέχρι να φτάσει εδώ και ο πρώτος του εξηγεί πως ο Silvenar (είναι και οντότητα, εκτός από μέρος) έχει ουσιαστικά την εξουσία εδώ. Αυτόν θα έπρεπε να πείσουν, αν ήθελαν να δουλέψουν εδώ.

Ύστερα από έναν καλό ύπνο, ξυπνάνε τον Scotti για να πάνε αμέσως στο παλάτι να δουν τον Silvenar. Είχαν παίξει σωστά τα χαρτιά τους, δείχνοντας μία αμυδρή-διπλωματική αδιαφορία προς τον Silvenar, αναγκάζοντάς τον τελευταίο με αυτό τον τρόπο να τους δεχθεί επειδή του κέντρισαν τον ενδιαφέρον.

Όταν έφθασαν μπροστά από την αίθουσά του, ο Silvenar ζήτησε από τον υπουργό του να αφήσει μόνο τον Scotti να περάσει. Ο Silvenar ήταν ένας κοινός, αλλά πολύ κοντός Bosmer. Ο Scotti ανέλυσε στο μυαλό του όλες τις συζητήσεις και εμπειρίες που είχε με τους Bosmers μέχρι στιγμής και βρήκε τα κατάλληλα λόγια για να πείσει τον Silvenar να υπογράψουν τα συμβόλαια. Το βράδυ θα το γλεντούσαν και το επόμενο πρωί ήδη, θα έφευγαν για το Cyrodiil, όπου θα παρουσίαζαν τα συμβόλαια.

A Dance in Fire

Silvenar, Valenwood
13 Sun’s Dusk, 3E 397

Αφού έφαγαν και ήπιαν, ο Scotti με τη συνοδεία στρατιωτών του Silvenar το επόμενο πρωί για το Cyrodiil. Οι Jurus και Basth έμειναν πίσω για να συνεννοούνται με το Silvenar. Ύστερα από αρκετές ημέρες διαδρομής, έφτασαν και πέρασαν τα σύνορα στην Imperial City.

Αμέσως άρχισαν οι προσφορές και αντι-προσφορές από τις εταιρείες των λόρδων Vanech και Atrius. Διεκδικούσαν και οι δύο τα συμβόλαια του Scotti, ο πρώτος επειδή είχαν γραφεί σε δικά του χαρτιά και ο δεύτερος επειδή θεωρούσε τον Scotti υπάλληλό του. Ο Αυτοκράτορας αδιαφόρησε να λύσει τις διαφορές τους. Μία μέρα ο Atrius βρέθηκε όμως νεκρός από ένα μυστήριο ατύχημα. Ήταν ξεκάθαρο στον Scotti πως ο Vanech είχε καταφύγει στην Dark Brotherhood για να λύσει τις διαφορές του με τον Atrius.

Έτσι, τα συμβόλαια υπογράφηκαν με τον Vanech και το ίδιο βράδυ γλέντησαν όλη νύχτα το γεγονός.

(Συνεχίζεται στο 3ο Μέρος)

ΠΗΓΗ

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ / ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Petros Ant.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου