Το χρέος ως έχει, δεν είναι βιώσιμο, θα αυξηθεί κι άλλο και όσο παραμένει σε αυτά τα ύψη λειτουργεί κύρια ως ανασταλτικός παράγοντας για κάθε απόπειρα επιχείρησης, ανάπτυξης και επένδυσης, πέραν του ότι δεν δύναται να αποπληρωθεί. Παρατηρείται επίσης μια μάλλον αφελής προσέγγιση σύμφωνα με την οποία μια μείωση επιτοκίων, σε συνδυασμό με χρονική επέκταση αποπληρωμής, αρκεί για να καταστεί βιώσιμο το χρέος. Μπορεί να έχει μια βάση απλής εξυπηρέτησης αυτό, αν είμαστε διατεθειμένοι να εργαζόμαστε ως σκλάβοι, υπό καθεστώς τρομοκρατίας και απειλών αενάως. Ανάπτυξη δεν πρόκειται να έρθει υπό το βάρος τέτοιου χρέους για πολλούς λόγους.
Ας δούμε όμως για λίγο τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η Αυστριακή σχολή οικονομικών, που πάνω απ΄ όλα θεωρεί την οικονομία και την ανθρώπινη δράση γύρω από αυτήν, ως επί το πλείστον κοινωνικό φαινόμενο. Ο παραγωγικός πληθυσμός της χώρας, βρισκόμενος υπό το καθεστώς του χρέους και της τρομοκρατίας που αυτό επιβάλλει μέσω των κρατικών κατασταλτικών και απαλλοτριωτικών πρακτικών, έχει καταρρακωμένη ψυχολογία και, ως εκ τούτου, κρίνεται μάλλον αφελής η πεποίθηση πως θα προβούν άνθρωποι σε επενδύσεις με τέτοιες συνθήκες. Τουλάχιστον όχι στον βαθμό που απαιτείται για να υπάρξει η απαραίτητη έκρηξη ανάπτυξης.
Αρχικά και κύρια, όποια ρευστότητα υφίσταται, απαλλοτριώνεται συνεχώς από τις κρατικές δυνάμεις απομύζησης της οικονομικής δραστηριότητας, οι οποίες έχοντας ως εγγενές χαρακτηριστικό τους τον παρασιτισμό με δανεικά, προσπαθούν να επιβιώσουν καταστρέφοντας μοιραία τον παραγωγικό κόσμο. Το πρωταρχικό μέλημα λοιπόν οποιουδήποτε επενδυτή, είναι να προστατέψει τα χρήματά του και τα όποια assets διαθέτει από την επιδρομή του κράτους.
Ο αυστριακής έμπνευσης οικονομικός σύμβουλος-αναλυτής Ganesh Rathnam έγραφε την Τετάρτη 12 Μαΐου, 2010 στο mises.org: "Οι Ελληνικές κυβερνήσεις θα αυξήσουν τους φόρους, σε συνδυασμό με τα μέτρα λιτότητας για την μείωση των ελλειμμάτων. Η αύξηση των φόρων θα επηρεάσει την είσπραξη των εσόδων αρνητικά με δύο τρόπους. Οι υψηλότεροι φόροι θα μειώσουν την οικονομική ανάπτυξη και επομένως θα οδηγήσουν σε μείωση των φορολογικών εσόδων. Επιπρόσθετα, οι υψηλοί φόροι, θα οδηγήσουν περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις σε αφανισμό. Ως εκ τούτου, μακροπρόθεσμα, οι αρνητικές συνέπειες της αύξησης των φόρων θα υπερβαίνουν κατά πολύ την αρχική πρόθεση για αύξηση των εσόδων. Όσο θα συνεχίζονται τα πακέτα διάσωσης της Ελληνικής κυβέρνησης το χρέος θα αυξάνεται και θα επέλθει πληθωρισμός. Ο πληθωρισμός που προκύπτει για τη διάσωση αναποτελεσματικών ή υπερτιμημένων παραληπτών των πόρων, όπως η κυβέρνηση και τα εργατικά συνδικάτα, αδειάζει την δεξαμενή των πραγματικών αποταμιεύσεων των παραγωγών πλούτου. Σε αντίθεση με τις τραπεζικές πιστώσεις, οι οποίες παραμένουν σε κυκλοφορία (που λανθασμένα πιστεύεται ότι είναι παραγωγικές, σύμφωνα με την κεϋνσιανή θεωρία του πολλαπλασιαστή), οι πραγματικές αποταμιεύσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο μία φορά. Οι ευνοημένοι του Bailout υπερισχύουν των παραγωγών πλούτου καθώς απορροφάν τις αποταμιεύσεις ματαιώνοντας τις πιθανές επενδύσεις και σταδιακά εξαντλώντας και την υπάρχουσα παραγωγή. Αν δεν υπάρχουν αρκετά πραγματικές αποταμιεύσεις για να καλύψουν τα έξοδα συντήρησης και αποσβέσεων των επιχειρήσεων, τότε η αξία των αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται, ο πραγματικός πλούτος της κοινωνίας, θα αρχίσει να μειώνεται."
Η Αυστριακή σχολή οικονομικής σκέψης, αποφεύγει να κάνει προβλέψεις βασισμένες στον mainstream ορθολογικό κονστρουκτιβισμό. Κάνει όμως εκτιμήσεις βασισμένες σε τρείς βασικές θεωρίες και στην περίπτωση της εκτίμησης του Rathram το "εργαλείο" είναι η θεωρία επιχειρηματικού κύκλου (business cycle theory) η οποία έχει αναπτυχθεί από τους Ludwig Von Mises και Friedrich Hayek. Σύμφωνα με την business cycle theory, μια οικονομική ανάπτυξη είναι βιώσιμη αν είναι το αποτέλεσμα της αύξησης των επενδύσεων που χρηματοδοτούνται από την αύξηση της αποταμίευσης. Σε αντίθεση, μια οικονομική άνθηση που είναι απλώς το αποτέλεσμα της πιστωτικής επέκτασης δεν είναι βιώσιμη. Όταν ολοκληρωθεί η δημιουργία της πίστωσης, οι νομισματικές αρχές υπερβαίνουν το ποσοστό αποταμιεύσεων μιας κοινωνίας με αποτέλεσμα οι ενδιάμεσοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί να καταλήγουν σε δανεισμό χρημάτων με επιτόκια που είναι κάτω από το επιτόκιο της προσφοράς και ζήτησης στην αγορά δανειακών κεφαλαίων. Ως αποτέλεσμα, η πληροφορία που περιέχεται στις τιμές της αγοράς (συμπεριλαμβανομένων των επιτοκίων) είναι παραμορφωμένη, και επηρεάζει τις επιχειρηματικές αποφάσεις προκαλώντας κακή κατανομή των κεφαλαίων σε ολόκληρη την οικονομία. Συγκεκριμένα, πάρα πολλά κεφαλαιουχικά αγαθά (βιομηχανία, κατασκευές, πρώτες ύλες) και όχι αρκετά καταναλωτικά αγαθά, καταλήγουν να παράγονται κόντρα στις προτιμήσεις των καταναλωτών (demand). Τέλος, καθώς η έλλειψη της ζήτησης για τα εν λόγω κεφαλαιουχικά αγαθά γίνεται φανερή, η παραγωγική δυνατότητα καθίσταται αδρανής η υπολειτουργεί, και η φούσκα που τροφοδοτήθηκε από την πιστωτική επέκταση σκάζει. Έτσι, η πιστωτική επέκταση κατά τη διάρκεια μιας οικονομικής ύφεσης δεν συμβάλει σε μια βιώσιμη ανάπτυξη, καθώς θα αναβάλει απλώς την επόμενη έκρηξη μιας νέας φούσκας, καθώς προκαλεί μια καθυστέρηση στις διαρθρωτικές προσαρμογές, όπως οι μεταρρυθμίσεις σε ένα σπάταλο κράτος, απελευθέρωση αγορών, άρση περιοριστικών κρατικών παρεμβάσεων, κατάργηση των μη παραγωγικών χρήσεων των κεφαλαίων κ.ο.κ.
Με λίγα λόγια, το ζητούμενο είναι μια υγιής διεργασία αγοράς προσφοράς ζήτησης, βασισμένης σε πραγματικές αποταμιεύσεις, μη φαλκιδευμένα επιτόκια και πραγματικά εν γένει κεφάλαια. Ο William R. White, Αυστριακής έμπνευσης οικονομικός, σύμβουλος - επικεφαλής (από τον Μάϊο του 1995 ως τον Ιούνιο του 2008), του νομισματικού και οικονομικού τμήματος της "Bank for International Settlements" προέβλεψε επακριβώς την έκρηξη που θα προκαλέσει η πιστωτική επέκταση των στεγαστικών κεφαλαίων. Σε αντίθεση με άλλους οικονομολόγους που προέβλεπαν την κρίση αλλά χωρίς να είναι συγκεκριμένοι σε ποιόν τομέα θα "χτυπήσει" (π.χ. Nouriel Roubini και Stephen Roach) o White βασισμένος στην θεωρία του business cycle ήταν ακριβέστατος ως προς την πρόβλεψη έκρηξης στην στεγαστική φούσκα.
Η Αυστριακή σχολή οικονομικής σκέψης, αποφεύγει να κάνει προβλέψεις βασισμένες στον mainstream ορθολογικό κονστρουκτιβισμό. Κάνει όμως εκτιμήσεις βασισμένες σε τρείς βασικές θεωρίες και στην περίπτωση της εκτίμησης του Rathram το "εργαλείο" είναι η θεωρία επιχειρηματικού κύκλου (business cycle theory) η οποία έχει αναπτυχθεί από τους Ludwig Von Mises και Friedrich Hayek. Σύμφωνα με την business cycle theory, μια οικονομική ανάπτυξη είναι βιώσιμη αν είναι το αποτέλεσμα της αύξησης των επενδύσεων που χρηματοδοτούνται από την αύξηση της αποταμίευσης. Σε αντίθεση, μια οικονομική άνθηση που είναι απλώς το αποτέλεσμα της πιστωτικής επέκτασης δεν είναι βιώσιμη. Όταν ολοκληρωθεί η δημιουργία της πίστωσης, οι νομισματικές αρχές υπερβαίνουν το ποσοστό αποταμιεύσεων μιας κοινωνίας με αποτέλεσμα οι ενδιάμεσοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί να καταλήγουν σε δανεισμό χρημάτων με επιτόκια που είναι κάτω από το επιτόκιο της προσφοράς και ζήτησης στην αγορά δανειακών κεφαλαίων. Ως αποτέλεσμα, η πληροφορία που περιέχεται στις τιμές της αγοράς (συμπεριλαμβανομένων των επιτοκίων) είναι παραμορφωμένη, και επηρεάζει τις επιχειρηματικές αποφάσεις προκαλώντας κακή κατανομή των κεφαλαίων σε ολόκληρη την οικονομία. Συγκεκριμένα, πάρα πολλά κεφαλαιουχικά αγαθά (βιομηχανία, κατασκευές, πρώτες ύλες) και όχι αρκετά καταναλωτικά αγαθά, καταλήγουν να παράγονται κόντρα στις προτιμήσεις των καταναλωτών (demand). Τέλος, καθώς η έλλειψη της ζήτησης για τα εν λόγω κεφαλαιουχικά αγαθά γίνεται φανερή, η παραγωγική δυνατότητα καθίσταται αδρανής η υπολειτουργεί, και η φούσκα που τροφοδοτήθηκε από την πιστωτική επέκταση σκάζει. Έτσι, η πιστωτική επέκταση κατά τη διάρκεια μιας οικονομικής ύφεσης δεν συμβάλει σε μια βιώσιμη ανάπτυξη, καθώς θα αναβάλει απλώς την επόμενη έκρηξη μιας νέας φούσκας, καθώς προκαλεί μια καθυστέρηση στις διαρθρωτικές προσαρμογές, όπως οι μεταρρυθμίσεις σε ένα σπάταλο κράτος, απελευθέρωση αγορών, άρση περιοριστικών κρατικών παρεμβάσεων, κατάργηση των μη παραγωγικών χρήσεων των κεφαλαίων κ.ο.κ.
Με λίγα λόγια, το ζητούμενο είναι μια υγιής διεργασία αγοράς προσφοράς ζήτησης, βασισμένης σε πραγματικές αποταμιεύσεις, μη φαλκιδευμένα επιτόκια και πραγματικά εν γένει κεφάλαια. Ο William R. White, Αυστριακής έμπνευσης οικονομικός, σύμβουλος - επικεφαλής (από τον Μάϊο του 1995 ως τον Ιούνιο του 2008), του νομισματικού και οικονομικού τμήματος της "Bank for International Settlements" προέβλεψε επακριβώς την έκρηξη που θα προκαλέσει η πιστωτική επέκταση των στεγαστικών κεφαλαίων. Σε αντίθεση με άλλους οικονομολόγους που προέβλεπαν την κρίση αλλά χωρίς να είναι συγκεκριμένοι σε ποιόν τομέα θα "χτυπήσει" (π.χ. Nouriel Roubini και Stephen Roach) o White βασισμένος στην θεωρία του business cycle ήταν ακριβέστατος ως προς την πρόβλεψη έκρηξης στην στεγαστική φούσκα.
Στην δική μας περίπτωση, διαπιστώνουμε πως ο Rathram εντοπίζει πριν τέσσερα χρόνια το τι θα συμβεί με την συνεχιζόμενη πιστωτική επέκταση διάσωσης του Ελληνικού κράτους. Οι πόροι διατίθενται σε ένα εντελώς αντιπαραγωγικό τμήμα της χώρας, οι μεταρρυθμίσεις δεν έχουν προχωρήσει, το χρέος αυξάνεται, οι επιχειρήσεις κλείνουν η μεταναστεύουν και η ανεργία έχει χτυπήσει πανευρωπαϊκό ρεκόρ.
Αν μη τι άλλο, η εκτίμηση του οικονομικού αναλυτή του mises.org είναι εντυπωσιακή και δυστυχώς εύστοχη. Επιπρόσθετα η πιστωτική επέκταση κρύβει μία ακόμα μεγάλη παγίδα, αυτήν του σκιώδους πληθωρισμού. Ο Ludwig Von Mises στο "On the manipulation of money and credit" έχει πολύ εύστοχα διαχωρίσει την διαδικασία κυκλοφορίας παραστατικού χρήματος σε "πληθωρισμό χρήματος" κι σε "πληθωρισμό των τιμών" . Στην πρώτη περίπτωση οι άμεσα ευνοημένοι είναι αυτοί που το παραλαμβάνουν πρώτοι (τράπεζες, κυβερνήσεις και οι ψευδο-ελίτ των προνομιούχων που κινούνται κοντά στον τραπεζικό-κρατικό κύκλο). Στην δεύτερη περίπτωση όσο η πρώτη κατηγορία παραληπτών κυκλοφορεί το χρήμα και ωφελείται, προκύπτει μείωση της αγοραστικής δύναμης σταδιακά, όσων παραλαμβάνουν το πληθωριστικό χρήμα αργότερα και έτσι προκύπτει ο πληθωρισμός των τιμών. Σε πολλές περιπτώσεις κάποιοι δεν παραλαμβάνουν καθόλου αυτό το χρήμα, καθώς αυτό χάνεται όταν μηδενίζεται ολοσχερώς η αγοραστική του δύναμη.
Αν μη τι άλλο, η εκτίμηση του οικονομικού αναλυτή του mises.org είναι εντυπωσιακή και δυστυχώς εύστοχη. Επιπρόσθετα η πιστωτική επέκταση κρύβει μία ακόμα μεγάλη παγίδα, αυτήν του σκιώδους πληθωρισμού. Ο Ludwig Von Mises στο "On the manipulation of money and credit" έχει πολύ εύστοχα διαχωρίσει την διαδικασία κυκλοφορίας παραστατικού χρήματος σε "πληθωρισμό χρήματος" κι σε "πληθωρισμό των τιμών" . Στην πρώτη περίπτωση οι άμεσα ευνοημένοι είναι αυτοί που το παραλαμβάνουν πρώτοι (τράπεζες, κυβερνήσεις και οι ψευδο-ελίτ των προνομιούχων που κινούνται κοντά στον τραπεζικό-κρατικό κύκλο). Στην δεύτερη περίπτωση όσο η πρώτη κατηγορία παραληπτών κυκλοφορεί το χρήμα και ωφελείται, προκύπτει μείωση της αγοραστικής δύναμης σταδιακά, όσων παραλαμβάνουν το πληθωριστικό χρήμα αργότερα και έτσι προκύπτει ο πληθωρισμός των τιμών. Σε πολλές περιπτώσεις κάποιοι δεν παραλαμβάνουν καθόλου αυτό το χρήμα, καθώς αυτό χάνεται όταν μηδενίζεται ολοσχερώς η αγοραστική του δύναμη.
Στον πίνακα που παραθέτει το ινστιτούτο levy μπορείτε να ρίξετε μια ματιά στον δείκτη τιμών καταναλωτή και στους μισθούς στην Ελλάδα. Αν και η Ελ.Στατ. μιλάει για αποπληθωρισμό -1,5% εμείς στον πίνακα ο οποίος σχεδιάστηκε βάσει επίσης στοιχείων της Ελ.Στατ, βλέπουμε έναν τερατώδη πληθωρισμό. Πρόκειται για μια φαρσοκωμωδία. Οι λόγοι φυσικά είναι πολλοί, όπως για παράδειγμα οι υψηλοί φόροι. Σύμφωνα πάντως με τις θέσεις των Αυστριακών, η φορολογία δεν είναι τίποτα άλλο παρά αποπληρωμή του πληθωρισμού, ο οποίος είναι χρέος της πιστωτικής επέκτασης. Η πιστωτική επέκταση του κράτους όχι απλά δεν ωφέλησε την οικονομία, αλλά την έχει σχεδόν διαλύσει.
______________
Πηγή:www.capital.gr (άρθρο του Ευθύμη Μαραμή) 24.02.2014
http://www.capital.gr/Articles.asp?id=1963944
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου