4 Ιουνίου 2014

Γερμανία: Ηγέτης ή Ακόλουθος;

από το carnegie.ru (έχει δημοσιευτεί και στο capital.gr)
Του Dmitri Trenin*

Ακόμη και αν οι συζητήσεις περί νέου Ψυχρού Πολέμου σχετικά με τη Ρωσία έχουν γίνει βασικό θέμα και αλλού, η Γερμανίδα καγκελάριος Angela Merkel, σε μια συνέντευξή της στην Frankfurter Allgemeine Zeitung, που δημοσιεύθηκε πριν από λίγες ημέρες, είπε ότι ήταν «πεπεισμένη πως, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, η στενή συνεργασία με τη Ρωσία θα πρέπει να επιδιωχθεί περαιτέρω». Προσέθεσε ότι δεν έβλεπε την ανάγκη είτε για μια νέα έκδοση της Ostpolitik που να έχει ως βάση της τον περιορισμό της ρωσικής ισχύος είτε για την επαναφορά της στράτευσης στη Γερμανία. Αντίθετα, απεφάνθη ότι η Ρωσία δεν θα γίνει παρίας στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο και ότι οι κυρώσεις ήταν ένα εργαλείο, όχι ο στόχος. Η κρίση στην Ουκρανία, τόνισε η καγκελάριος, θα πρέπει να επιλυθεί δια της διπλωματικής οδού.


Η δήλωση αυτή έρχεται σε μια κρίσιμη καμπή. Η Δύση εξαντλεί τις συμβολικές κυρώσεις και βρίσκεται αντιμέτωπη με την προοπτική του να πρέπει να εφαρμόσει κάποιες αληθινές, οι οποίες ναι μεν, θα βλάψουν τη Ρωσία, αλλά δεν θα αφήσουν αλώβητη και τη Δύση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, με το καθημερινό εμπόριό της με τη Ρωσία να ανέρχεται σε ένα δισεκατομμύριο δολάρια ΗΠΑ, αναμένεται να καταφέρει το βαρύτερο πλήγμα και να υποστεί τις συνέπειες. Αντιθέτως, όπως δήλωσε πικρόχολα ο αξιοσέβαστος Γερμανός διπλωμάτης Wolfgang Ischinger, αναφερόμενος στην Πολιτεία από την οποία κατάγεται ο Γερουσιαστής McCain, η Αριζόνα δεν θα χάσει ούτε ένα δολάριο. Ουδείς επιμερισμός του βάρους εκεί. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η γερμανική επιχειρηματική κοινότητα δεν έχει καμία πρόθεση να ακρωτηριάσει μέρος των επιχειρηματικών λειτουργιών και των κερδών της στο όνομα κάποιου «διεθνούς καθήκοντος» που της έχει επιβληθεί από το σύμμαχο της Γερμανίας, τις ΗΠΑ.

Το θέμα των κυρώσεων αγγίζει τον πυρήνα των σχέσεων της Γερμανίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Ρωσία και οδηγεί αναπόφευκτα σε ερωτήσεις σχετικά με τη διεθνή θέση και τον παγκόσμιο ρόλο της Γερμανίας. Ένα τέταρτο του αιώνα μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι περισσότεροι Γερμανοί δεν αισθάνονται ότι χρειάζονται πραγματικά την αμερικανική στρατιωτική προστασία. Εξήντα πέντε χρόνια σταθερής δημοκρατικής ανάπτυξης και αποτελεσματικής αντιμετώπισης των θεμάτων της ιστορικής κληρονομιάς επιτρέπουν στους Γερμανούς να αισθάνονται πως βρίσκονται ηθικά στο ίδιο επίπεδο με οποιονδήποτε άλλον στη Δύση, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών. Ως η κορυφαία οικονομία της ΕΕ, η Γερμανία φέρει σχεδόν το ίδιο μέγεθος ευθύνης για την παγκόσμια οικονομία με τον υπερατλαντικό της εταίρο. Αυτό εξηγεί την οργή τόσων πολλών Γερμανών, συμπεριλαμβανομένης της Καγκελαρίου, με την αποκάλυψη της ηλεκτρονικής κατασκοπείας της NSA από τον Edward Snowden.

Οι σχέσεις με τη Ρωσία έχουν επίσης υποστεί μια σημαντική αλλαγή. Η ευγνωμοσύνη προς τη Μόσχα για το γεγονός ότι άφησε την ΛΔΓ και ότι απέσυρε τις τεράστιες στρατιωτικές δυνάμεις της από την Ανατολική Γερμανία με αντάλλαγμα μια αρκετά μέτρια αποζημίωση έχει εξαφανιστεί με τον Helmut Kohl. Η υπεράσπιση της Ρωσίας από τη Γερμανία στα συμβούλια της Δύσης έχει εξαφανιστεί με τον Gerhard Schroede. Οι ελπίδες της ίδιας της Angela Merkel για μια εκσυγχρονισμένη Ρωσία εξαφανίστηκαν με την αποτυχία του Dmitry Medvedev να κερδίσει την έγκριση του Vladimir Putin, για να δεύτερη θητεία στο Κρεμλίνο. Η εκστρατεία των γερμανικών μέσων ενημέρωσης κατά της «Ρωσίας του Putin» έχει αποτελειώσει ό,τι είχε απομείνει από την ειδική Γερμανο-Ρωσική σχέση που δημιουργήθηκε από τους Gorbachev και Kohl. Εκτός, βέβαια, για τις 6.200 γερμανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία.

Σαφέστατα, η «μεταψυχροπολεμική εποχή» έχει τελειώσει πλέον για τη Γερμανία. Είναι λιγότερο σαφές το τι θα επακολουθήσει. Η Γερμανία μπορεί να συνεχίσει με το σήμα κατατεθέν της, τον οικονομικό ακτιβισμό της και την πολιτική της άρνηση, το οποίο την καθιστά πλουσιότερη και βοηθά στην αποφυγή συγκρούσεων με τους συμμάχους. Μια τέτοια πορεία, όμως, είναι όλο και λιγότερο βιώσιμη απέναντι στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει τώρα η Ευρώπη, και όχι μόνο στον απόηχο της κρίσης του ευρώ. Αν μη τι άλλο, η κρίση στην Ουκρανία είναι Στοιχείο Α στο θεωρείο των καταστροφών που έχουν τις ρίζες τους στην έλλειψη στρατηγικής σκέψης και της ηγεσίας στην Ευρώπη.

Η Γερμανία μπορεί να αναθεωρήσει την παθητική παραίτησή της υπέρ ενός ακτιβισμού που μοιάζει με τον Ψυχρό Πόλεμο έναντι της Ρωσίας. Αυτό, όμως, απορρίπτεται από την επιχειρηματική κοινότητα, τα κοινωνικά δημοκρατικά μέλη του κυβερνώντος συνασπισμού στο Βερολίνο, μια σειρά από εξέχουσες πολιτικές προσωπικότητες όπως οι πρώην καγκελάριοι Schmidt και Schroeder και μια ομάδα «Russland-Versteher», υψηλόβαθμους πολιτικούς και εμπειρογνώμονες που ισχυρίζονται ότι κατανοούν τη Ρωσία και ζητούν αλληλοκατανόηση με αυτήν. Παρά τις προσπάθειες των μέσων ενημέρωσης για το αντίθετο, ένα ποσοστό της γερμανικής κοινής γνώμης, που προκαλεί έκπληξη, υποστηρίζει μια μέτρια πορεία προς την Ρωσία και όχι μόνο λόγω των οικονομικών κερδών που δεν θέλει να χάσει. Εκατό χρόνια μετά την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και σχεδόν 70 χρόνια μετά το τέλος του Β ΄Παγκοσμίου Πολέμου, η Angela Merkel μπορεί να μην συμφωνεί μ’ αυτούς, αλλά ακούει.

Αυτό μας φέρνει στην ουσία του θέματος. Η Γερμανία αργά και προσεκτικά ξεπερνά τους περιορισμούς με τους οποίους είχε ζήσει από το 1945. Είναι η αποκλειστική αναδυόμενη δύναμη της Ευρώπης, και, ενδεχομένως, μια δύναμη στην Ευρασία. Ξέρει ότι χρειάζεται μια συνεχή συμμαχία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, την εμβάθυνση της ολοκλήρωσης με τους εταίρους της ΕΕ, και μια στρατηγική προσέγγιση απέναντι στη Ρωσία, την Κίνα, την Ινδία και την υπόλοιπη Ασία. Για να αντιμετωπίσει την πρόκληση, το Βερολίνο θα πρέπει να αναπτύξει δύο ιδιότητες που είναι σπάνιες στον σημερινό κόσμο: στρατηγική ανεξαρτησία και ηγεσία, τόσο για λογαριασμό της ίδιας της Γερμανίας, όσο και της Ευρώπης.

Η Ουκρανία είναι ένα καλό μέρος για να αρχίσει να εργάζεται προς την κατεύθυνση αυτού του νέου ρόλου. Για αρχή, η Γερμανία θα πρέπει να σταματήσει να σκέφτεται την Ουκρανία ως πρόβλημα ΗΠΑ-Ρωσίας και να αναλάβει την ευθύνη εκεί εξ ονόματος της ΕΕ στο σύνολό της, αναζητώντας την υποστήριξη των εταίρων της για μια τέτοια δέσμευση. Η Merkel θα πρέπει να αφήσει τον Barack Obama να συνεχίσει με την στροφή του 180 μοιρών προς την Ασία και να δώσει χρόνο στονJohn Kerry να ασχοληθεί με τη Μέση Ανατολή, ενώ η ίδια θα καταπιάνεται με το να βοηθήσει τους Ουκρανούς να ανοικοδομήσουν τη χώρα τους σε μια δίκαιη και βιώσιμη βάση. Ο διορισμός του πρέσβη Ischinger ως μεσολαβητή του ΟΑΣΕ στον ενδο-Ουκρανικό διάλογο είναι ένα χρήσιμο βήμα, όπως είναι η αναβίωση των επαφών του Υπουργού Εξωτερικών Frank-Walter Steinmeier με τον Sergei Lavrov. Η καγκελάριος, της οποίας οι διαφορές στην κοσμοθεωρία με τον Ρώσο πρόεδρο είναι γνωστές, πρέπει να επιδιώξει υπομονετικά το διάλογο με τον Vladimir Putin για θέματα που εκτείνονται από την Ουκρανία και τη Μολδαβία ως την ενέργεια και τα όπλα. Ο Obama δεν έχει σχέδια για μια τετ-α-τετ συνάντηση με τον Putin στη Νορμανδία τον επόμενο μήνα. Η Merkel δεν έχει καμία δικαιολογία για να χάσει την ευκαιρία.

Η ώρα της Γερμανίας να προχωρήσει έχει έρθει. Με την παραίτηση να μην αποτελεί πλέον επιλογή, το μόνο ερώτημα είναι αν θα οδηγήσει ή θα πρέπει να ακολουθήσει.


* Dmitri Trenin: PhD, Institute of the USA and Canada, Russian Academy of Sciences. Trenin, director of the Carnegie Moscow Center, has been with the center since its inception. He also chairs the research council and the Foreign and Security Policy Program.


Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: http://www.carnegie.ru/eurasiaoutlook/?fa=55632
όπου δημοσιεύτηκε στις 19.05.2014
Πηγή: www.capital.gr (όπου δημοσιεύτηκε στις 23.05.2015)
Γερμανία: Ηγέτης ή Ακόλουθος; 
http://www.capital.gr/newsTheme.asp?id=2023729






yle="text-align: center;">

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου