από την "Καθημερινή"
της Άντζη Σαλταμπάση
Έτσι περιγράφει ο πρώην πρόεδρος της Γερμανίας Κρίστιαν Βουλφ, στο βιβλίο του «Ganz Oben, Ganz Unten» (Από ψηλά στα χαμηλά) που κυκλοφόρησε πρόσφατα, τις τελευταίες 60 ημέρες πριν από την παραίτησή του τον Φεβρουάριο του 2012, όταν η Εισαγγελία του Ανόβερου ζήτησε την άρση της ασυλίας του για υπόθεση παθητικής δωροδοκίας. Η ιστορία, που συντάραξε την πολιτική σκηνή της χώρας και την κοινή γνώμη, είναι ένα πολιτικό θρίλερ με στοιχεία τραγωδίας και σηματοδοτεί κατά πολλούς τη χρεοκοπία της γερμανικής δημοσιογραφίας.
Ο Κρίστιαν Βίλχελμ Βάλτερ Βουλφ, γεννημένος το 1959 στην πόλη Οσναμπρουκ, δικηγόρος στο επάγγελμα, συντηρητικός πολιτικός του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, πρωθυπουργός επί επτά έτη του κρατιδίου της Κάτω Σαξονίας, καθολικός στο θρήσκευμα, διαζευγμένος και ξαναπαντρεμένος με την Μπετίνα, μια αρκετά νεότερη, ωραιοτάτη, φιλόδοξη κυρία, πατέρας δύο παιδιών, αξιώθηκε το 2010, ως προσωπική επιλογή της Αγκελα Μέρκελ, να καθίσει στον προεδρικό θώκο της χώρας του σε ηλικία 51 ετών. Ηταν ο νεότερος πρόεδρος και η σύζυγός του η νεότερη Πρώτη Κυρία στην ιστορία της Γερμανίας. Τότε ο τίτλος στο άλμπουμ της ζωής του θα μπορούσε να ήταν «Μια ζωή σαν παραμύθι». Αστραφτερά εξώφυλλα, χαμόγελα, εγκωμιαστικά δημοσιεύματα έως ότου η εφημερίδα Bild επιδόθηκε, σε αγαστή συνεργασία με το έγκυρο περιοδικό Spiegel και τη σοβαρή εφημερίδα FAZ, σε ανελέητο κυνήγι εναντίον του.
Ενα «ονειρεμένο ζευγάρι»
Ας πάρουμε την ιστορία από την αρχή, έτσι όπως την αφηγείται ο πρώην πρόεδρος στο βιβλίο του. Η εφημερίδα Bild είχε για χρόνια άριστες σχέσεις με τον Κρίστιαν Βουλφ. Είναι άλλωστε το είδος του εντύπου που αγαπά τους «όμορφους ανθρώπους», τις οικογενειακές ιστορίες, τα σκάνδαλα και τα σκανδαλάκια, αλλά και την πολιτική. Ο γοητευτικός (τότε ακόμη) πρωθυπουργός και η φωτογενής ξανθιά σύζυγος, επιρρεπείς και οι δύο στα φώτα της δημοσιότητας, ήταν ιδανική «πηγή». «Η Μπετίνα κι εγώ δεν είχαμε προβλήματα με τον Τύπο. Εκείνη ήταν η γυναίκα που λατρεύουν τα περιοδικά. Υποχωρήσαμε σε αρκετά θέματα, έτσι ώστε να μας αφήνουν ήσυχους. Και στην αρχή μάς φέρθηκαν καλά, μάλλον όμως επειδή ανέβαζαν την κυκλοφορία τους».
Τα πρώτα σύννεφα εμφανίζονται όταν ο Βουλφ αρχίζει να βάζει όρια στην προσωπική του ζωή και να μην τροφοδοτεί αφειδώς την εφημερίδα με στιγμιότυπα και λεπτομέρειες. Τον Ιούνιο του 2010 αναλαμβάνει το ανώτατο αξίωμα και πιστεύει, αφελώς, ότι το κύρος του θεσμού θα τον προστατεύσει από τις δαγκωματιές των σκανδαλοθηρικών τρωκτικών. Λίγους μήνες μετά, τον Οκτώβριο του 2010, προβαίνει σε μια δήλωση που, κατά τον ίδιο, αποδείχτηκε μοιραία. Προς απογοήτευση διάφορων νεοσυντηρητικών μεγαλοδημοσιογράφων, κάνει ένα τολμηρό άνοιγμα στους εν Γερμανία μουσουλμάνους, λέγοντας ότι «το Ισλάμ αποτελεί πλέον κομμάτι της Γερμανίας, όπως ο χριστιανισμός και ο εβραϊσμός».
Μερίδα του Τύπου αντιδρά με αρνητικά δημοσιεύματα. Συγχρόνως ο Βουλφ αρχίζει να γυρίζει την πλάτη στην Bild. Αποφασίζει να μην της δώσει συνέντευξη και επιλέγει, αντ’ αυτού, τη διανοουμενίστικη εφημερίδα Die Zeit, ενώ τον Οκτώβριο του 2011 αρνείται να συμπεριλάβει στη λίστα των δημοσιογράφων που θα τον συνοδεύσουν σε επίσκεψη στο Αφγανιστάν τον δημοσιογράφο της Bild. Το πρώτο χτύπημα έρχεται αμέσως. Ενώ εκείνος βρίσκεται στην Καμπούλ, η πρώτη σε κυκλοφορία εφημερίδα δημοσιεύει φωτογραφία της Μπετίνα Βουλφ να χορεύει μόνη σε μια ντισκοτέκ. Τίτλος: Χορεύει, γελάει, απολαμβάνει τη ζωή. Ο σύζυγος δεν είναι μαζί της στο πάρτι. «Η θηλιά γύρω από το λαιμό μας είχε αρχίσει να σφίγγει επικίνδυνα, δεν είχαμε πλέον καμία προσωπική στιγμή που να μην την παρακολουθούσαν», γράφει ο Βουλφ, ο οποίος τότε γνώριζε ότι τα περιοδικά Spiegel και Stern και, φυσικά, η Bild επιδίδονταν σε αγώνα δρόμου για το ποιος θα αποκαλύψει πρώτος το όνομα του ανθρώπου που το 2008 είχε δώσει δάνειο μισού εκατομμυρίου ευρώ στον Βουλφ και στη σύζυγό του προκειμένου να αγοράσουν ένα σπίτι. Το γραφείο του προέδρου μάλιστα, κατόπιν σχετικών αιτημάτων, είχε δείξει στους δημοσιογράφους του Stern και της Bild το συμφωνητικό του δανείου, θέλοντας έτσι να βάλει ένα τέλος στην υπόθεση.
Το μοιραίο τηλεφώνημα
Στις 8 Δεκεμβρίου του 2011, ο Κρίστιαν Βουλφ πραγματοποιεί εξαήμερη επίσκεψη σε αραβικές χώρες. Ο υπεύθυνος Τύπου, Ολαφ Γκλέζεκερ, τον ειδοποιεί στις 12 Δεκεμβρίου ότι η Bild ετοιμάζεται να δημοσιεύσει πληροφορίες για έρευνες άλλων εφημερίδων σχετικά με το δάνειο του 2008. Ο Γκλέζεκερ τον παρακινεί να τηλεφωνήσει ο ίδιος στον πανίσχυρο διευθυντή της, Κάι Ντίκμαν. Ο Βουλφ το πράττει, δεν τον βρίσκει, καθώς βρίσκεται στη Νέα Υόρκη, και αφήνει μήνυμα στον τηλεφωνητή του κινητού, προτρέποντάς τον να αναβάλει για λίγες ημέρες τη δημοσίευση. Είναι δυστυχώς λαλίστατος στον τηλεφωνητή, αναφέρει τις λέξεις «πόλεμος», «ρήξη», «θα δημοσιοποιήσω τις μεθόδους σας», «Ρουβίκωνας». Μόλις έχει διαπράξει ένα ανεπανόρθωτο λάθος, για το οποίο ζητά λίγες μέρες μετά συγγνώμη από τον δημοσιογράφο. Ο Ντίκμαν, παμπόνηρος, κάνει την εξής κίνηση: στέλνει το μήνυμα του Βουλφ στην εφημερίδα FAZ και στο Spiegel και η πρώτη, μία εβδομάδα μετά, αφήνει υπονοούμενα ότι ο πρόεδρος της Γερμανίας επιχείρησε να φιμώσει τον Τύπο. «Ηταν βλακεία να μιλήσω στον τηλεφωνητή, τεράστια βλακεία. Δεν μετανιώνω για τα λόγια που είπα, αλλά για το γεγονός ότι γέμισα τη φαρέτρα του με βέλη. Τα Χριστούγεννα για τον Ντίκμαν ήρθαν εκείνη τη χρονιά στις 12 Δεκεμβρίου», κάνει την αυτοκριτική του ο πρώην πρόεδρος. Εκείνες τις ημέρες, σε μία από τις δημοφιλέστερες εκπομπές της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης γίνεται λόγος για πληροφορίες που διαθέτει η Bild σχετικά με το παρελθόν της Πρώτης Κυρίας, που δεν έχουν δημοσιοποιηθεί από σεβασμό στο αξίωμα του προέδρου. Η Bild το διαψεύδει, αλλά οι φήμες ότι η Μπετίνα υπήρξε κάποτε συνοδός πλούσιων κυρίων κάνει το γύρο του Διαδικτύου.
Η τελευταία σφαίρα
Παρ’ όλα αυτά, ο Βουλφ πιστεύει ότι έχει διαφύγει τον κίνδυνο. Το θέμα με το δάνειο δεν κρύβει τίποτα, οι φήμες καταλαγιάζουν. Η «τελευταία σφαίρα», όπως γράφει, τον βρίσκει στις 8 Φεβρουαρίου του 2012. Η Bild δημοσιεύει στην πρώτη σελίδα της το ερώτημα «Ποιος πλήρωσε τις διακοπές του Βουλφ στο Ζιλτ;» (σημ: πολυτελές θέρετρο) και αποκαλύπτει ότι ο λογαριασμός εξοφλήθη από τον κινηματογραφικό παραγωγό Ντάβιντ Γκρένεβολντ. Εμφανίζει δε ένα σημείωμα με τις εξής φράσεις: «τηλ. 16.01 να μη δώσουμε στοιχεία του κ. Γκρένεβολντ! Ηταν εδώ το 2007 με τον κ. Βουλφ και πλήρωσε τη διαμονή. Αν τηλ. η Bild ή το Stern, δεν ξέρουμε τίποτα!». Ο Γκρένεβολντ ισχυρίζεται ότι ζήτησε τα στοιχεία για να τα δώσει στους δημοσιογράφους και πράγματι τα έχει ήδη προσκομίσει. Το ξενοδοχείο αρνείται οποιαδήποτε σχέση με το σημείωμα. Σύμφωνα με τη μετέπειτα έρευνα της Εισαγγελίας, ο γραφικός χαρακτήρας δεν παρουσίαζε ομοιότητες με τους γραφικούς χαρακτήρες των εργαζομένων του ξενοδοχείου. Εμοιαζε όμως με αυτόν ενός γκρουμ, ο οποίος ήταν πληροφοριοδότης της Bild και παραιτήθηκε από τη δουλειά του την ημέρα του δημοσιεύματος.
Ο κλοιός στενεύει. Ο Στέφαν Βέντσελ του κόμματος των Πρασίνων δηλώνει πως πρέπει επιτέλους να παρέμβει ο εισαγγελέας. Με προτροπή, σύμφωνα με τον Βουλφ, εσωκομματικών του αντιπάλων στο κρατίδιο της Κάτω Σαξονίας, η Εισαγγελία του Ανόβερου, υποκύπτοντας και στις πιέσεις του Τύπου, ζητεί στις 16 Φεβρουαρίου την άρση της ασυλίας του και ο 10ος πρόεδρος της Γερμανίας παραιτείται μία μέρα μετά. Οπως διηγείται ο ίδιος, με την υπόθεση ασχολήθηκε μια 24μελής ανακριτική ομάδα, ενώ η δικογραφία έφτασε τις 30.000 σελίδες. Εκατοντάδες μάρτυρες κλήθηκαν να δώσουν καταθέσεις, από την αισθητικό της γυναίκας του έως τους άντρες της προσωπικής του φρουράς. Εψαξαν το παιδικό δωμάτιο, την κουζίνα, τις ντουλάπες, έγιναν 8 έρευνες στις οικίες του, ανοίχτηκαν 45 λογαριασμοί, ελέγχθηκαν 37 τηλεφωνικές συνδέσεις, υπολογιστές, ταμπλέτες, USB, τηλεφωνικές συσκευές. Οι μάρτυρες αναγκάστηκαν να απαντήσουν σε ερωτήσεις όπως σε ποια τσέπη βάζει τα χρήματά του και αν πληρώνει μόνος του το παγωτό του. Ο θησαυρός, όμως, αποδείχτηκε άνθρακας. Υστερα από 14 μήνες εντατικών ερευνών κατηγορήθηκε για παθητική δωροδοκία, επειδή το 2008, πέρασε λίγες μέρες στο Μόναχο και το λογαριασμό του ξενοδοχείου και της μπέιμπι σίτερ, ύψους 720 ευρώ, τον πλήρωσε ο παραγωγός Ντάβιντ Γκρένεβολντ.
Σύμφωνα με την κατηγορία, ο Βουλφ είχε στείλει σε αντάλλαγμα επιστολή στους διευθυντές της Siemens, προτείνοντας τη χρηματοδότησή της ταινίας του Γκρένεβολντ, «John Rabe». Τον Φεβρουάριο του 2014 ο Κρίστιαν Βουλφ αθωώθηκε πανηγυρικά λόγω έλλειψης επαρκών στοιχείων. Ο Βουλφ και ο Γκρένεβολντ συνδέονται πολλά χρόνια με στενή φιλία, ο πρώην πρόεδρος ενδιαφερόταν και παλιότερα για τις ταινίες του φίλου του και δεν αποδείχτηκε ότι υπήρξε συναλλαγή με σκοπό το κέρδος και το όφελος. Τα 720 ευρώ θα μπορούσε να τα είχε πληρώσει το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα (τότε ήταν πρωθυπουργός της Κάτω Σαξονίας), αφού το ταξίδι είχε και υπηρεσιακό χαρακτήρα.
Κριτική και παρασκήνια
Το εξαιρετικό πολιτικό site nachdenkseiten.de, βασιζόμενο σε μελέτη του ιδρύματος Otto Brenner με τον τίτλο «Bild και Βουλφ, οι καλύτεροι συνεργάτες», έχει δημοσιεύσει μια αρκετά πειστική εξήγηση για το τι συνέβη. Η Bild, που διαφήμιζε το προεδρικό ζεύγος και επωφελούνταν από τη λάμψη του, όταν έμαθε ότι το Spiegel και το Stern ερευνούν την υπόθεση του δανείου και ότι ετοιμάζονται να δημοσιοποιήσουν τα τυχόν ευρήματά τους, κατάλαβε ότι θα πληγεί και η ίδια. Αν ο ευνοούμενός της ξαφνικά σπιλωνόταν, θα γινόταν και η ίδια θύμα. Ετσι έσπευσε να τον αποκαθηλώσει πρώτη. Στην αρχή, αντί να κάνει η ίδια τις αποκαλύψεις, παρέπεμπε στις έρευνες των άλλων και τροφοδοτούσε με πληροφορίες, αληθινές ή μη, τους ανταγωνιστές, οι οποίοι με τη σειρά τους της έδιναν τα εύσημα για την ερευνητική της δημοσιογραφία. Μόνο όταν η Bild βεβαιώθηκε ότι θα βγει νικήτρια, πέρασε στην απευθείας επίθεση με το δημοσίευμα για τις διακοπές στο νησί Ζιλτ. Οπως έγραψε το γερμανικό περιοδικό Cicero, «ποτέ άλλοτε ένας πολιτικός δεν κυνηγήθηκε τόσο ανηλεώς από τα μίντια όσο ο πρώην πρόεδρος, ποτέ άλλοτε ένα μέλος της πολιτικής τάξης δεν ξεγυμνώθηκε πάνω στη σκηνή κατόπιν συνεργασίας των μίντια και της Δικαιοσύνης, ποτέ άλλοτε δεν διακινήθηκαν τόσο προσωπικές λεπτομέρειες κάτω από το φως των προβολέων».
Τον Μάιο του 2012, μάλιστα, η Bild κέρδισε για τις έρευνές της στην υπόθεση Βουλφ το Χένρι Νάνεν, το σημαντικότερο βραβείο για την ερευνητική δημοσιογραφία στη Γερμανία. Μέχρι και το Spiegel έγραψε ότι ο μακαρίτης Χένρι Νάνεν, από τα σύννεφα όπου βρίσκεται, θα απορεί με αυτήν τη βράβευση. Την τιμή της γερμανικής δημοσιογραφίας είχαν σώσει τότε οι δημοσιογράφοι της Sueddeutsche Zeitung, επίσης βραβευμένοι, που αρνήθηκαν να παραλάβουν το βραβείο μαζί με την Bild. Ο Κρίστιαν Βουλφ, πάντως, δεν σώθηκε. Εξέπεσε του αξιώματός του και χώρισε με τη γυναίκα του. Δεν είναι άμοιρος ευθυνών, κι ας είπε στην παρουσίαση του βιβλίου του στο Βερολίνο ότι ήταν λάθος του που παραιτήθηκε και ότι παραμένει κατάλληλος για πρόεδρος. Οι σχέσεις με πλούσιους φίλους, τα πολυτελή ταξίδια, η ικανοποίηση των φιλοδοξιών της συζύγου του για μεγάλη ζωή δεν συνάδουν με το αξίωμα του Γερμανού προέδρου. Και μόνο το ότι επέτρεψε στον εαυτό του να τηλεφωνήσει στον διευθυντή της Bild και αναφέρθηκε σε «ρήξη», αποδεικνύει ότι προφανώς υπήρχε σχέση η οποία κινδύνευε να διαρραγεί. Γι’ αυτό και η FAZ θέτει το ερώτημα «Γιατί πέφτει ένας πρόεδρος;». «Για την άνοδο και την πτώση του ευθύνονται μόνο οι άλλοι. Το πόσο πολύ η υπόθεσή του σχετίζεται με το τι είναι ο ίδιος ακόμη δεν μπορεί να το αναγνωρίσει», γράφει η εφημερίδα και συνεχίζει: «Μπορεί πράγματι να σου βάλουν τρικλοποδιά και να πέσεις. Αν δεν καταφέρεις να σηκωθείς όμως, δεν φταίει το πόδι που έβαλε την τρικλοποδιά...»
της Άντζη Σαλταμπάση
Ο Κρίστιαν Βουλφ, πρωθυπουργός τότε του κρατιδίου της Κάτω Σαξονίας, με τον διευθυντή της Bild Κάι Ντίκμαν το 2006, σε μια γιορτή της εφημερίδας.
Έτσι περιγράφει ο πρώην πρόεδρος της Γερμανίας Κρίστιαν Βουλφ, στο βιβλίο του «Ganz Oben, Ganz Unten» (Από ψηλά στα χαμηλά) που κυκλοφόρησε πρόσφατα, τις τελευταίες 60 ημέρες πριν από την παραίτησή του τον Φεβρουάριο του 2012, όταν η Εισαγγελία του Ανόβερου ζήτησε την άρση της ασυλίας του για υπόθεση παθητικής δωροδοκίας. Η ιστορία, που συντάραξε την πολιτική σκηνή της χώρας και την κοινή γνώμη, είναι ένα πολιτικό θρίλερ με στοιχεία τραγωδίας και σηματοδοτεί κατά πολλούς τη χρεοκοπία της γερμανικής δημοσιογραφίας.
Ο Κρίστιαν Βίλχελμ Βάλτερ Βουλφ, γεννημένος το 1959 στην πόλη Οσναμπρουκ, δικηγόρος στο επάγγελμα, συντηρητικός πολιτικός του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, πρωθυπουργός επί επτά έτη του κρατιδίου της Κάτω Σαξονίας, καθολικός στο θρήσκευμα, διαζευγμένος και ξαναπαντρεμένος με την Μπετίνα, μια αρκετά νεότερη, ωραιοτάτη, φιλόδοξη κυρία, πατέρας δύο παιδιών, αξιώθηκε το 2010, ως προσωπική επιλογή της Αγκελα Μέρκελ, να καθίσει στον προεδρικό θώκο της χώρας του σε ηλικία 51 ετών. Ηταν ο νεότερος πρόεδρος και η σύζυγός του η νεότερη Πρώτη Κυρία στην ιστορία της Γερμανίας. Τότε ο τίτλος στο άλμπουμ της ζωής του θα μπορούσε να ήταν «Μια ζωή σαν παραμύθι». Αστραφτερά εξώφυλλα, χαμόγελα, εγκωμιαστικά δημοσιεύματα έως ότου η εφημερίδα Bild επιδόθηκε, σε αγαστή συνεργασία με το έγκυρο περιοδικό Spiegel και τη σοβαρή εφημερίδα FAZ, σε ανελέητο κυνήγι εναντίον του.
Ενα «ονειρεμένο ζευγάρι»
Ας πάρουμε την ιστορία από την αρχή, έτσι όπως την αφηγείται ο πρώην πρόεδρος στο βιβλίο του. Η εφημερίδα Bild είχε για χρόνια άριστες σχέσεις με τον Κρίστιαν Βουλφ. Είναι άλλωστε το είδος του εντύπου που αγαπά τους «όμορφους ανθρώπους», τις οικογενειακές ιστορίες, τα σκάνδαλα και τα σκανδαλάκια, αλλά και την πολιτική. Ο γοητευτικός (τότε ακόμη) πρωθυπουργός και η φωτογενής ξανθιά σύζυγος, επιρρεπείς και οι δύο στα φώτα της δημοσιότητας, ήταν ιδανική «πηγή». «Η Μπετίνα κι εγώ δεν είχαμε προβλήματα με τον Τύπο. Εκείνη ήταν η γυναίκα που λατρεύουν τα περιοδικά. Υποχωρήσαμε σε αρκετά θέματα, έτσι ώστε να μας αφήνουν ήσυχους. Και στην αρχή μάς φέρθηκαν καλά, μάλλον όμως επειδή ανέβαζαν την κυκλοφορία τους».
Τα πρώτα σύννεφα εμφανίζονται όταν ο Βουλφ αρχίζει να βάζει όρια στην προσωπική του ζωή και να μην τροφοδοτεί αφειδώς την εφημερίδα με στιγμιότυπα και λεπτομέρειες. Τον Ιούνιο του 2010 αναλαμβάνει το ανώτατο αξίωμα και πιστεύει, αφελώς, ότι το κύρος του θεσμού θα τον προστατεύσει από τις δαγκωματιές των σκανδαλοθηρικών τρωκτικών. Λίγους μήνες μετά, τον Οκτώβριο του 2010, προβαίνει σε μια δήλωση που, κατά τον ίδιο, αποδείχτηκε μοιραία. Προς απογοήτευση διάφορων νεοσυντηρητικών μεγαλοδημοσιογράφων, κάνει ένα τολμηρό άνοιγμα στους εν Γερμανία μουσουλμάνους, λέγοντας ότι «το Ισλάμ αποτελεί πλέον κομμάτι της Γερμανίας, όπως ο χριστιανισμός και ο εβραϊσμός».
Μερίδα του Τύπου αντιδρά με αρνητικά δημοσιεύματα. Συγχρόνως ο Βουλφ αρχίζει να γυρίζει την πλάτη στην Bild. Αποφασίζει να μην της δώσει συνέντευξη και επιλέγει, αντ’ αυτού, τη διανοουμενίστικη εφημερίδα Die Zeit, ενώ τον Οκτώβριο του 2011 αρνείται να συμπεριλάβει στη λίστα των δημοσιογράφων που θα τον συνοδεύσουν σε επίσκεψη στο Αφγανιστάν τον δημοσιογράφο της Bild. Το πρώτο χτύπημα έρχεται αμέσως. Ενώ εκείνος βρίσκεται στην Καμπούλ, η πρώτη σε κυκλοφορία εφημερίδα δημοσιεύει φωτογραφία της Μπετίνα Βουλφ να χορεύει μόνη σε μια ντισκοτέκ. Τίτλος: Χορεύει, γελάει, απολαμβάνει τη ζωή. Ο σύζυγος δεν είναι μαζί της στο πάρτι. «Η θηλιά γύρω από το λαιμό μας είχε αρχίσει να σφίγγει επικίνδυνα, δεν είχαμε πλέον καμία προσωπική στιγμή που να μην την παρακολουθούσαν», γράφει ο Βουλφ, ο οποίος τότε γνώριζε ότι τα περιοδικά Spiegel και Stern και, φυσικά, η Bild επιδίδονταν σε αγώνα δρόμου για το ποιος θα αποκαλύψει πρώτος το όνομα του ανθρώπου που το 2008 είχε δώσει δάνειο μισού εκατομμυρίου ευρώ στον Βουλφ και στη σύζυγό του προκειμένου να αγοράσουν ένα σπίτι. Το γραφείο του προέδρου μάλιστα, κατόπιν σχετικών αιτημάτων, είχε δείξει στους δημοσιογράφους του Stern και της Bild το συμφωνητικό του δανείου, θέλοντας έτσι να βάλει ένα τέλος στην υπόθεση.
Το μοιραίο τηλεφώνημα
Στις 8 Δεκεμβρίου του 2011, ο Κρίστιαν Βουλφ πραγματοποιεί εξαήμερη επίσκεψη σε αραβικές χώρες. Ο υπεύθυνος Τύπου, Ολαφ Γκλέζεκερ, τον ειδοποιεί στις 12 Δεκεμβρίου ότι η Bild ετοιμάζεται να δημοσιεύσει πληροφορίες για έρευνες άλλων εφημερίδων σχετικά με το δάνειο του 2008. Ο Γκλέζεκερ τον παρακινεί να τηλεφωνήσει ο ίδιος στον πανίσχυρο διευθυντή της, Κάι Ντίκμαν. Ο Βουλφ το πράττει, δεν τον βρίσκει, καθώς βρίσκεται στη Νέα Υόρκη, και αφήνει μήνυμα στον τηλεφωνητή του κινητού, προτρέποντάς τον να αναβάλει για λίγες ημέρες τη δημοσίευση. Είναι δυστυχώς λαλίστατος στον τηλεφωνητή, αναφέρει τις λέξεις «πόλεμος», «ρήξη», «θα δημοσιοποιήσω τις μεθόδους σας», «Ρουβίκωνας». Μόλις έχει διαπράξει ένα ανεπανόρθωτο λάθος, για το οποίο ζητά λίγες μέρες μετά συγγνώμη από τον δημοσιογράφο. Ο Ντίκμαν, παμπόνηρος, κάνει την εξής κίνηση: στέλνει το μήνυμα του Βουλφ στην εφημερίδα FAZ και στο Spiegel και η πρώτη, μία εβδομάδα μετά, αφήνει υπονοούμενα ότι ο πρόεδρος της Γερμανίας επιχείρησε να φιμώσει τον Τύπο. «Ηταν βλακεία να μιλήσω στον τηλεφωνητή, τεράστια βλακεία. Δεν μετανιώνω για τα λόγια που είπα, αλλά για το γεγονός ότι γέμισα τη φαρέτρα του με βέλη. Τα Χριστούγεννα για τον Ντίκμαν ήρθαν εκείνη τη χρονιά στις 12 Δεκεμβρίου», κάνει την αυτοκριτική του ο πρώην πρόεδρος. Εκείνες τις ημέρες, σε μία από τις δημοφιλέστερες εκπομπές της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης γίνεται λόγος για πληροφορίες που διαθέτει η Bild σχετικά με το παρελθόν της Πρώτης Κυρίας, που δεν έχουν δημοσιοποιηθεί από σεβασμό στο αξίωμα του προέδρου. Η Bild το διαψεύδει, αλλά οι φήμες ότι η Μπετίνα υπήρξε κάποτε συνοδός πλούσιων κυρίων κάνει το γύρο του Διαδικτύου.
Η τελευταία σφαίρα
Παρ’ όλα αυτά, ο Βουλφ πιστεύει ότι έχει διαφύγει τον κίνδυνο. Το θέμα με το δάνειο δεν κρύβει τίποτα, οι φήμες καταλαγιάζουν. Η «τελευταία σφαίρα», όπως γράφει, τον βρίσκει στις 8 Φεβρουαρίου του 2012. Η Bild δημοσιεύει στην πρώτη σελίδα της το ερώτημα «Ποιος πλήρωσε τις διακοπές του Βουλφ στο Ζιλτ;» (σημ: πολυτελές θέρετρο) και αποκαλύπτει ότι ο λογαριασμός εξοφλήθη από τον κινηματογραφικό παραγωγό Ντάβιντ Γκρένεβολντ. Εμφανίζει δε ένα σημείωμα με τις εξής φράσεις: «τηλ. 16.01 να μη δώσουμε στοιχεία του κ. Γκρένεβολντ! Ηταν εδώ το 2007 με τον κ. Βουλφ και πλήρωσε τη διαμονή. Αν τηλ. η Bild ή το Stern, δεν ξέρουμε τίποτα!». Ο Γκρένεβολντ ισχυρίζεται ότι ζήτησε τα στοιχεία για να τα δώσει στους δημοσιογράφους και πράγματι τα έχει ήδη προσκομίσει. Το ξενοδοχείο αρνείται οποιαδήποτε σχέση με το σημείωμα. Σύμφωνα με τη μετέπειτα έρευνα της Εισαγγελίας, ο γραφικός χαρακτήρας δεν παρουσίαζε ομοιότητες με τους γραφικούς χαρακτήρες των εργαζομένων του ξενοδοχείου. Εμοιαζε όμως με αυτόν ενός γκρουμ, ο οποίος ήταν πληροφοριοδότης της Bild και παραιτήθηκε από τη δουλειά του την ημέρα του δημοσιεύματος.
Ο κλοιός στενεύει. Ο Στέφαν Βέντσελ του κόμματος των Πρασίνων δηλώνει πως πρέπει επιτέλους να παρέμβει ο εισαγγελέας. Με προτροπή, σύμφωνα με τον Βουλφ, εσωκομματικών του αντιπάλων στο κρατίδιο της Κάτω Σαξονίας, η Εισαγγελία του Ανόβερου, υποκύπτοντας και στις πιέσεις του Τύπου, ζητεί στις 16 Φεβρουαρίου την άρση της ασυλίας του και ο 10ος πρόεδρος της Γερμανίας παραιτείται μία μέρα μετά. Οπως διηγείται ο ίδιος, με την υπόθεση ασχολήθηκε μια 24μελής ανακριτική ομάδα, ενώ η δικογραφία έφτασε τις 30.000 σελίδες. Εκατοντάδες μάρτυρες κλήθηκαν να δώσουν καταθέσεις, από την αισθητικό της γυναίκας του έως τους άντρες της προσωπικής του φρουράς. Εψαξαν το παιδικό δωμάτιο, την κουζίνα, τις ντουλάπες, έγιναν 8 έρευνες στις οικίες του, ανοίχτηκαν 45 λογαριασμοί, ελέγχθηκαν 37 τηλεφωνικές συνδέσεις, υπολογιστές, ταμπλέτες, USB, τηλεφωνικές συσκευές. Οι μάρτυρες αναγκάστηκαν να απαντήσουν σε ερωτήσεις όπως σε ποια τσέπη βάζει τα χρήματά του και αν πληρώνει μόνος του το παγωτό του. Ο θησαυρός, όμως, αποδείχτηκε άνθρακας. Υστερα από 14 μήνες εντατικών ερευνών κατηγορήθηκε για παθητική δωροδοκία, επειδή το 2008, πέρασε λίγες μέρες στο Μόναχο και το λογαριασμό του ξενοδοχείου και της μπέιμπι σίτερ, ύψους 720 ευρώ, τον πλήρωσε ο παραγωγός Ντάβιντ Γκρένεβολντ.
Σύμφωνα με την κατηγορία, ο Βουλφ είχε στείλει σε αντάλλαγμα επιστολή στους διευθυντές της Siemens, προτείνοντας τη χρηματοδότησή της ταινίας του Γκρένεβολντ, «John Rabe». Τον Φεβρουάριο του 2014 ο Κρίστιαν Βουλφ αθωώθηκε πανηγυρικά λόγω έλλειψης επαρκών στοιχείων. Ο Βουλφ και ο Γκρένεβολντ συνδέονται πολλά χρόνια με στενή φιλία, ο πρώην πρόεδρος ενδιαφερόταν και παλιότερα για τις ταινίες του φίλου του και δεν αποδείχτηκε ότι υπήρξε συναλλαγή με σκοπό το κέρδος και το όφελος. Τα 720 ευρώ θα μπορούσε να τα είχε πληρώσει το Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα (τότε ήταν πρωθυπουργός της Κάτω Σαξονίας), αφού το ταξίδι είχε και υπηρεσιακό χαρακτήρα.
Κριτική και παρασκήνια
Το εξαιρετικό πολιτικό site nachdenkseiten.de, βασιζόμενο σε μελέτη του ιδρύματος Otto Brenner με τον τίτλο «Bild και Βουλφ, οι καλύτεροι συνεργάτες», έχει δημοσιεύσει μια αρκετά πειστική εξήγηση για το τι συνέβη. Η Bild, που διαφήμιζε το προεδρικό ζεύγος και επωφελούνταν από τη λάμψη του, όταν έμαθε ότι το Spiegel και το Stern ερευνούν την υπόθεση του δανείου και ότι ετοιμάζονται να δημοσιοποιήσουν τα τυχόν ευρήματά τους, κατάλαβε ότι θα πληγεί και η ίδια. Αν ο ευνοούμενός της ξαφνικά σπιλωνόταν, θα γινόταν και η ίδια θύμα. Ετσι έσπευσε να τον αποκαθηλώσει πρώτη. Στην αρχή, αντί να κάνει η ίδια τις αποκαλύψεις, παρέπεμπε στις έρευνες των άλλων και τροφοδοτούσε με πληροφορίες, αληθινές ή μη, τους ανταγωνιστές, οι οποίοι με τη σειρά τους της έδιναν τα εύσημα για την ερευνητική της δημοσιογραφία. Μόνο όταν η Bild βεβαιώθηκε ότι θα βγει νικήτρια, πέρασε στην απευθείας επίθεση με το δημοσίευμα για τις διακοπές στο νησί Ζιλτ. Οπως έγραψε το γερμανικό περιοδικό Cicero, «ποτέ άλλοτε ένας πολιτικός δεν κυνηγήθηκε τόσο ανηλεώς από τα μίντια όσο ο πρώην πρόεδρος, ποτέ άλλοτε ένα μέλος της πολιτικής τάξης δεν ξεγυμνώθηκε πάνω στη σκηνή κατόπιν συνεργασίας των μίντια και της Δικαιοσύνης, ποτέ άλλοτε δεν διακινήθηκαν τόσο προσωπικές λεπτομέρειες κάτω από το φως των προβολέων».
Τον Μάιο του 2012, μάλιστα, η Bild κέρδισε για τις έρευνές της στην υπόθεση Βουλφ το Χένρι Νάνεν, το σημαντικότερο βραβείο για την ερευνητική δημοσιογραφία στη Γερμανία. Μέχρι και το Spiegel έγραψε ότι ο μακαρίτης Χένρι Νάνεν, από τα σύννεφα όπου βρίσκεται, θα απορεί με αυτήν τη βράβευση. Την τιμή της γερμανικής δημοσιογραφίας είχαν σώσει τότε οι δημοσιογράφοι της Sueddeutsche Zeitung, επίσης βραβευμένοι, που αρνήθηκαν να παραλάβουν το βραβείο μαζί με την Bild. Ο Κρίστιαν Βουλφ, πάντως, δεν σώθηκε. Εξέπεσε του αξιώματός του και χώρισε με τη γυναίκα του. Δεν είναι άμοιρος ευθυνών, κι ας είπε στην παρουσίαση του βιβλίου του στο Βερολίνο ότι ήταν λάθος του που παραιτήθηκε και ότι παραμένει κατάλληλος για πρόεδρος. Οι σχέσεις με πλούσιους φίλους, τα πολυτελή ταξίδια, η ικανοποίηση των φιλοδοξιών της συζύγου του για μεγάλη ζωή δεν συνάδουν με το αξίωμα του Γερμανού προέδρου. Και μόνο το ότι επέτρεψε στον εαυτό του να τηλεφωνήσει στον διευθυντή της Bild και αναφέρθηκε σε «ρήξη», αποδεικνύει ότι προφανώς υπήρχε σχέση η οποία κινδύνευε να διαρραγεί. Γι’ αυτό και η FAZ θέτει το ερώτημα «Γιατί πέφτει ένας πρόεδρος;». «Για την άνοδο και την πτώση του ευθύνονται μόνο οι άλλοι. Το πόσο πολύ η υπόθεσή του σχετίζεται με το τι είναι ο ίδιος ακόμη δεν μπορεί να το αναγνωρίσει», γράφει η εφημερίδα και συνεχίζει: «Μπορεί πράγματι να σου βάλουν τρικλοποδιά και να πέσεις. Αν δεν καταφέρεις να σηκωθείς όμως, δεν φταίει το πόδι που έβαλε την τρικλοποδιά...»
Πηγή: www.kathimerini.gr 28.07.2014
από το Περιοδικό "Κ"
Πώς η Bild κατέστρεψε έναν πρόεδρο της Γερμανίας
http://www.kathimerini.gr/777921/article/epikairothta/kosmos/pws-h-bild-katestreye-enan-proedro-ths-germanias
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου