Τα αλιευτικά αποθέματα στη Μεσόγειο μειώνονται σταθερά, την ίδια στιγμή που σε άλλες αλιευτικές περιοχές καταγράφονται ελπιδοφόρες τάσεις αποκατάστασης των πληθυσμών, σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα στην "Καθημερινή". Πιο συγκεκριμένα, όπως σημειώνουν οι επιστήμονες του ΕΛΚΕΘΕ*: «Στην Ευρώπη, τα καλά διαχειριζόμενα αλιευτικά αποθέματα του βορειοανατολικού Ατλαντικού επανακάμπτουν την τελευταία δεκαετία χάρη στη φθίνουσα αλιευτική πίεση». Παράλληλα, στις αλιευτικές περιοχές της ευρωπαϊκής Μεσογείου, «ο συντελεστής εκμετάλλευσης σταθερά αυξάνεται», η αλίευση γόνων εντείνεται και «τα αποθέματα συρρικνώνονται».
Ειδικότερα, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Γιάννη Παλαιολόγου στην "Καθημερινή" με τίτλο Μείωση αλιευτικών αποθεμάτων στη Μεσόγειο , η μελέτη που χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από την Ε.Ε., αφορά 42 πληθυσμούς 9 μεσογειακών ειδών, τόσο πελαγικών (γαύροι, σαρδέλες) όσο και βενθικών (μπαρμπούνια, μπακαλιάροι, κουτσομούρες), που ζουν κοντά στον πυθμένα και άρα είναι πιο ευάλωτα στα δίχτυα της τράτας, κατά την περίοδο 1990-2010. Από τα ευρήματά της, δεδομένου ότι τόσο η περιοχή του ΒΑ Ατλαντικού όσο και αυτή της ευρωπαϊκής Μεσογείου υπάγονται στη ρύθμιση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, προκύπτει το ερώτημα: Γιατί είναι η κατάσταση τόσο καλύτερη στον ευρωπαϊκό Βορρά απ’ ό,τι στον Νότο;
Eνας βασικός λόγος αφορά τη δομή του αλιευτικού στόλου στη Μεσόγειο, σε συνδυασμό με την εκτεταμένη και σύνθετη ακτογραμμή της. Οπως εξηγεί στην «Καθημερινή» ο δρ Βασιλακόπουλος, «στην Ελλάδα, και στη Μεσόγειο ευρύτερα, υπάρχει τεράστιος αριθμός μικρών αλιευτικών, τα οπoία ξεφορτώνουν την ψαριά τους σε ιχθυόσκαλες, αλλά και σε ταβέρνες, μικρά νησιά κ.ο.κ. Στις βόρειες χώρες τα αλιευτικά είναι λίγα και μεγάλα, με αποτέλεσμα ο έλεγχος να είναι πολύ πιο ενδελεχής. Στην Αγγλία, οι ψαράδες υποχρεούνται να ξεφορτώσουν την ψαριά τους σε ιχθυόσκαλα, ώστε να καταγραφεί».
Τα στοιχεία το επιβεβαιώνουν. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (στοιχεία Φεβρουαρίου 2014), η Ελλάδα διαθέτει 15.860 αλιευτικά σκάφη, το 18,1% του συνόλου των αλιευτικών σκαφών των 28 κρατών-μελών. Το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό ανήκει στην Ιταλία, με 12.698 σκάφη (14,5%). Στην κατηγορία της χωρητικότητας, ωστόσο, το Ηνωμένο Βασίλειο, με μόλις 7,3% των σκαφών, καλύπτει το 11,3% του συνολικού τονάζ της Ε.Ε., ενώ οι Ολλανδοί, με 1% των σκαφών, έχουν το 8,7% του τονάζ (στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόλις 4,5%).
Η συγκριτική δυσκολία διαχείρισης στη Μεσόγειο προκύπτει επίσης από το γεγονός ότι, σε αντίθεση με τη Βόρεια Θάλασσα, οι περισσότερες αλιευτικές περιοχές είναι πολυειδείς ιχθυότοποι, όπου συζούν πολλά διαφορετικά είδη εμπορικού ενδιαφέροντος. «Ο γόνος του μπακαλιάρου είναι το ίδιο μέγεθος με την κουτσομούρα» εξηγεί ο κ. Βασιλακόπουλος. «Αρα, σε μια περιοχή που υπάρχουν και τα δύο είδη, αν το μάτι των διχτυών είναι αρκετά μεγάλο για να πιάσει την κουτσομούρα, θα πιάσει και πολλούς γόνους μπακαλιάρου».
Μεταξύ των μέτρων που θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη διαχείριση των αποθεμάτων στο πλαίσιο της νέας Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, που ισχύει από 1.1.2014, είναι η οριοθέτηση νηπιοτροφείων (περιοχών με πυκνή παρουσία γόνων) και η εποχική απαγόρευση του ψαρέματος σε αυτές. Οπως σημειώνει ο κ. Βασιλακόπουλος, «στη Βόρεια Θάλασσα υπάρχουν νηπιοτροφεία γλώσσας και μπακαλιάρου, όπου απαγορεύεται η αλιεία. Στη Μεσόγειο δεν υπάρχουν». Ωστόσο, όπως παραδέχεται, ακόμα και αν οριοθετούνταν τέτοιες περιοχές, λόγω του τεράστιου αριθμού των αλιευτικών σκαφών, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, θα ήταν δύσκολο να αστυνομευθεί επαρκώς.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, η αδυναμία διαχείρισης των αποθεμάτων πάει βαθύτερα. Η ακριβής τοποθεσία των νηπιοτροφείων, οι περιοχές όπου συγκεκριμένα είδη έχουν υποστεί τη μεγαλύτερη αλιευτική πίεση και συνεπώς αποτελούν περιοχές προτεραιότητας για παρεμβάσεις προστασίας, όλα τα στοιχεία σχετικά με την εξέλιξη των αλιευτικών αποθεμάτων στις ελληνικές θάλασσες έχουν να ανανεωθούν από τα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας...
Ειδικότερα, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Γιάννη Παλαιολόγου στην "Καθημερινή" με τίτλο Μείωση αλιευτικών αποθεμάτων στη Μεσόγειο , η μελέτη που χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από την Ε.Ε., αφορά 42 πληθυσμούς 9 μεσογειακών ειδών, τόσο πελαγικών (γαύροι, σαρδέλες) όσο και βενθικών (μπαρμπούνια, μπακαλιάροι, κουτσομούρες), που ζουν κοντά στον πυθμένα και άρα είναι πιο ευάλωτα στα δίχτυα της τράτας, κατά την περίοδο 1990-2010. Από τα ευρήματά της, δεδομένου ότι τόσο η περιοχή του ΒΑ Ατλαντικού όσο και αυτή της ευρωπαϊκής Μεσογείου υπάγονται στη ρύθμιση της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, προκύπτει το ερώτημα: Γιατί είναι η κατάσταση τόσο καλύτερη στον ευρωπαϊκό Βορρά απ’ ό,τι στον Νότο;
Eνας βασικός λόγος αφορά τη δομή του αλιευτικού στόλου στη Μεσόγειο, σε συνδυασμό με την εκτεταμένη και σύνθετη ακτογραμμή της. Οπως εξηγεί στην «Καθημερινή» ο δρ Βασιλακόπουλος, «στην Ελλάδα, και στη Μεσόγειο ευρύτερα, υπάρχει τεράστιος αριθμός μικρών αλιευτικών, τα οπoία ξεφορτώνουν την ψαριά τους σε ιχθυόσκαλες, αλλά και σε ταβέρνες, μικρά νησιά κ.ο.κ. Στις βόρειες χώρες τα αλιευτικά είναι λίγα και μεγάλα, με αποτέλεσμα ο έλεγχος να είναι πολύ πιο ενδελεχής. Στην Αγγλία, οι ψαράδες υποχρεούνται να ξεφορτώσουν την ψαριά τους σε ιχθυόσκαλα, ώστε να καταγραφεί».
Τα στοιχεία το επιβεβαιώνουν. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (στοιχεία Φεβρουαρίου 2014), η Ελλάδα διαθέτει 15.860 αλιευτικά σκάφη, το 18,1% του συνόλου των αλιευτικών σκαφών των 28 κρατών-μελών. Το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό ανήκει στην Ιταλία, με 12.698 σκάφη (14,5%). Στην κατηγορία της χωρητικότητας, ωστόσο, το Ηνωμένο Βασίλειο, με μόλις 7,3% των σκαφών, καλύπτει το 11,3% του συνολικού τονάζ της Ε.Ε., ενώ οι Ολλανδοί, με 1% των σκαφών, έχουν το 8,7% του τονάζ (στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόλις 4,5%).
Η συγκριτική δυσκολία διαχείρισης στη Μεσόγειο προκύπτει επίσης από το γεγονός ότι, σε αντίθεση με τη Βόρεια Θάλασσα, οι περισσότερες αλιευτικές περιοχές είναι πολυειδείς ιχθυότοποι, όπου συζούν πολλά διαφορετικά είδη εμπορικού ενδιαφέροντος. «Ο γόνος του μπακαλιάρου είναι το ίδιο μέγεθος με την κουτσομούρα» εξηγεί ο κ. Βασιλακόπουλος. «Αρα, σε μια περιοχή που υπάρχουν και τα δύο είδη, αν το μάτι των διχτυών είναι αρκετά μεγάλο για να πιάσει την κουτσομούρα, θα πιάσει και πολλούς γόνους μπακαλιάρου».
Μεταξύ των μέτρων που θα μπορούσαν να βελτιώσουν τη διαχείριση των αποθεμάτων στο πλαίσιο της νέας Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, που ισχύει από 1.1.2014, είναι η οριοθέτηση νηπιοτροφείων (περιοχών με πυκνή παρουσία γόνων) και η εποχική απαγόρευση του ψαρέματος σε αυτές. Οπως σημειώνει ο κ. Βασιλακόπουλος, «στη Βόρεια Θάλασσα υπάρχουν νηπιοτροφεία γλώσσας και μπακαλιάρου, όπου απαγορεύεται η αλιεία. Στη Μεσόγειο δεν υπάρχουν». Ωστόσο, όπως παραδέχεται, ακόμα και αν οριοθετούνταν τέτοιες περιοχές, λόγω του τεράστιου αριθμού των αλιευτικών σκαφών, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, θα ήταν δύσκολο να αστυνομευθεί επαρκώς.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, η αδυναμία διαχείρισης των αποθεμάτων πάει βαθύτερα. Η ακριβής τοποθεσία των νηπιοτροφείων, οι περιοχές όπου συγκεκριμένα είδη έχουν υποστεί τη μεγαλύτερη αλιευτική πίεση και συνεπώς αποτελούν περιοχές προτεραιότητας για παρεμβάσεις προστασίας, όλα τα στοιχεία σχετικά με την εξέλιξη των αλιευτικών αποθεμάτων στις ελληνικές θάλασσες έχουν να ανανεωθούν από τα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας...
_______________
* Το βασικό εύρημα του πρόσφατου επιστημονικού άρθρου των Πάρη Βασιλακόπουλου, Χρήστου Μαραβέλια και Γιώργου Τσερπέ, ερευνητών του ΕΛΚΕΘΕ, στο έγκυρο περιοδικό Current Biology («The Alarming Decline of Mediterranean Fish Stocks»)
Πηγή: www.kathimerini.gr 02.08.2014
Πηγή: www.kathimerini.gr 02.08.2014
Περισσότερα στο
http://www.kathimerini.gr/778609/article/epikairothta/ellada/meiwsh-alieytikwn-apo8ematwn-sth-mesogeio
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου