Στα 79 του, ο γνωστός συγγραφέας, ποιητής και δοκιμιογράφος, Νίκος Δήμου, αποφάσισε να αποσυρθεί από την ενεργό δράση. Αυτό σημαίνει ότι θα στερηθούμε τις αιχμηρές και κάποτε προκλητικές απόψεις του πάνω στις εξελίξεις; Ας ελπίσουμε πως όχι...
Προς το παρόν ένα απόσπασμα από πρόσφατη συνέντευξή του, στον Θανάση Φωτίου, από τον "Φιλελεύθερο":
- «Όλο και περισσότερο νιώθω σαν αυτόν που κέρδισε το λαχείο και έχασε τον λαχνό», γράψατε σ' ένα ποίημά σας. Αλήθεια, έτσι αισθάνεστε;
Ναι, γιατί κέρδισα πολλά, αλλά όχι αυτά που ήθελα. Γιατί έχω πετύχει σε πράγματα που δεν επεδίωξα ιδιαίτερα... Από το 1953, που κυκλοφόρησε η πρώτη μου ποιητική συλλογή, ώς το 1973, έγραφα και δημοσίευα μόνο ποιήματα... Αν ζούσα στην Ελβετία, θα είχα ίσως εξελιχθεί σε έναν καλό ποιητή. Αλλά ζούσα στην Ελλάδα, όπου η πραγματικότητα σού επιτίθεται συνεχώς. Έτσι, τον καιρό της Χούντας, έγραψα τη «Δυστυχία του να είσαι Έλληνας». Εκδόθηκε αμέσως μετά, με έκανε διάσημο και με κατέστρεψε. Διότι έγινε το απόλυτο μπεστ-σέλερ στην Ελλάδα και παγκοσμίως. Κυκλοφόρησε σε 8 γλώσσες.
- Και γιατί αυτό ήταν καταστροφή; Τέτοια επιτυχία την επιζητούν και τη ζηλεύουν…
Μα διότι σύμφωνα με την επαρχιώτικη ελληνική αντίληψη κάποιος που κάνει ένα μπεστ-σέλερ δεν μπορεί να είναι σοβαρός λογοτέχνης.
- Αυτό συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα;
Δεν το ξέρω -αλλά στην Ελλάδα συμβαίνει σίγουρα- κι όχι μόνο σε μένα. Έτσι το παιδικό μου όνειρο, να γίνω λογοτέχνης, μάγος του ύφους και των λέξεων, δεν ευοδώθηκε... Τα λογοτεχνικά μου βιβλία διαβάστηκαν από το κοινό, αλλά αγνοήθηκαν εντελώς από τους ειδικούς... Έτσι λοιπόν θα ακούσετε για μένα ότι είμαι επιτυχημένος σχολιογράφος, διανοούμενος, στοχαστής κλπ, πράγματα που δεν με συγκινούν. Ακόμα και αυτοί που με αναγνωρίζουν ως σατιρικό ή δοκιμιογράφο, σαν να αποσιωπούν ότι η σάτιρα και το δοκίμιο είναι από τα δυσκολότερα λογοτεχνικά είδη.
- Τι θα λέγατε ότι κυνηγήσατε με πάθος στη ζωή σας;
Την ασυμβίβαστη ποιότητα. Και την αξιοπρέπεια.
- Χρήματα βγάλατε; Ο «νόμος της ερωτευμένης πόρνης», όπως είπατε κάποτε, λειτούργησε;
Ο νόμος της ερωτευμένης πόρνης λειτούργησε θαυμάσια. Με πλήρωναν για να κάνω πράγματα, όπως να γράφω, να φωτογραφίζω, να δοκιμάζω υπολογιστές, που θα τα έκανα και τζάμπα. Όπως και η πόρνη θα έκανε τζάμπα έρωτα με αυτόν που αγαπάει. Έβγαλα ακριβώς τόσα χρήματα όσα χρειαζόμουν για να μείνω ελεύθερος. Έχω παραιτηθεί 11 φορές από τα μεγαλύτερα ελληνικά ΜΜΕ. Δεν θα μπορούσα να το κάνω αν δεν ήμουν οικονομικά ανεξάρτητος. Εκπορνεύτηκα 18 χρόνια στη διαφήμιση για να μπορώ να παραμείνω μετά ασυμβίβαστος.
- Πείτε μου κάτι άλλο, στα «Μικρά Βήματα», ένα χρονογράφημά σας έχει τίτλο «Οι Είκοσι Ενοχλήσεις». Τι σας ενοχλεί σήμερα πιο πολύ;
Ο τρόπος που πολλοί Έλληνες αντιμετωπίζουν την Κρίση. Ρίχνοντας τις ευθύνες στη Μέρκελ, την Τρόικα κλπ, χωρίς ίχνος αυτοκριτικής και αυτογνωσίας.
- Όλες αυτές οι ενοχές, όμως, που φορτώνονται σ' ένα λαό δεν είναι παρατραβηγμένες; Δηλαδή για ένα φόνο είναι σωστό να επιβάλλεται η ίδια ποινή και σ' αυτόν που τον έκανε και σ' αυτόν που τον είδε;
Αυτός που απλώς τον είδε, φυσικά δεν ευθύνεται. Αλλά στην ιστορία δεν είμαστε θεατές, είμαστε δράστες. Άλλοι πρωταγωνιστές όπως οι πολιτικοί μας και άλλοι συνεργοί όπως η πελατεία τους. Τον φόνο της ελληνικής οικονομίας τον διαπράξαμε όλοι εμείς, δεν τον είδαμε ως θεατές.
- Σε τι διαφέρει, αλήθεια, η Ελλάδα του σήμερα από την Ελλάδα που απαιτούσε 9 χρόνια αναμονής για τηλέφωνο στο Παλαιό Ψυχικό;
Τεχνολογικά έχει προοδεύσει. Στη νοοτροπία ελάχιστα.
- Ειλικρινά τώρα, αυτό το «Κλείσε στην καρδιά σου την Ελλάδα και θα πάθεις έμφραγμα», που γράψατε κάποτε, σκληρό δεν ήταν;
Κι όμως, όλοι οι αυθεντικοί ελληνολάτρες (όχι οι εθνικιστές και πατριδοκάπηλοι) έχουν νιώσει αυτόν τον κόμπο στην καρδιά όταν συλλογίζονται τη χώρα τους. Διότι την πονάνε.
- Ξέρετε, πάντα την είχα την απορία. Την Ελλάδα την αγαπάτε;
Ένα απόσπασμα από το «Ημερολόγιο του καύσωνα»: «Αυτή η χώρα με έχει σακατέψει. Πώς λέμε: σεισμόπληκτος, πλημμυρόπληκτος. Εγώ - ελλαδόπληκτος. Η Ελλάδα - με την ομορφιά και τον παραλογισμό της - έχει περάσει από πάνω μου σαν τρένο». Αν δεν αγαπούσα παράφορα την Ελλάδα, πώς θα είχα γράψει τη «Δυστυχία»; «Ερωτική εξομολόγηση ενός απογοητευμένου εραστή» την ονόμασε μία Γερμανίδα κριτικός. Και φυσικά δεν θα είχα γράψει και φωτογραφήσει «Το φως των Ελλήνων».
- Τους Έλληνες; Τους αγαπάτε;
Μερικούς, ναι. Ως άτομα. Ως σύνολο; Αδυνατώ ν' αγαπήσω κάτι το τόσο αφηρημένο. Απορώ πώς μερικοί ισχυρίζονται ότι π. χ. αγαπούν τους Ιταλούς ή Ιρλανδούς. Όλους;
- Οι Έλληνες σας αγαπούν; Τι πιστεύετε;
Μερικοί ναι. Οι περισσότεροι μάλλον όχι. Αλλά δεν με ενοχλεί, διότι δεν με ξέρουν. Η αντιπάθειά τους αφορά ένα κατασκεύασμα τρίτων.
- Πατρίδα. Τι σημαίνει για σας;
Το αντίθετο του έθνους. Μία αγκαλιά, μία θαλπωρή. Η γλώσσα, η παιδική ηλικία, η γειτονιά. Πράγματα απτά και ζεστά. Το έθνος αντίθετα είναι μία ιδέα -μία αφηρημένη κατασκευή. Όποιος αγαπάει την πατρίδα του, αγαπάει και τις πατρίδες των άλλων. Ο εθνικιστής όμως τις απεχθάνεται και τις υποβιβάζει. Συνήθως, ο εθνικισμός είναι και ρατσισμός.
- Τι μας ενώνει με το ένδοξο παρελθόν;
Ξέρετε, εκτός από ιστορικά αστήρικτη αυτή η φαντασίωση της συνέχειας είναι και ανόητη. Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι είμαστε απευθείας απόγονοι του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Τι κερδίζουμε από αυτό; Η αξία δεν κληρονομιέται. Ο γιος του νομπελίστα δεν κληρονομάει και το Νόμπελ. Μου είναι απολύτως αδιάφορο το από πού καταγόμαστε. Το τι είμαστε ΤΩΡΑ, αυτό μόνο μετράει.
- «Ζητάνε από το παρελθόν να τους δώσει μέλλον» γράψατε πρόσφατα. Και γιατί είναι κακό; Κι ο Περικλής στον Επιτάφιο μιλά για το παρελθόν πρώτα…
Ναι, αλλά ο Περικλής είχε και παρόν. Και τι παρόν!
- Και στο δικό μας παρόν δεν έχουμε τίποτα να περηφανευόμαστε;
Ελάχιστα πράγματα. Που, όσοι τα πέτυχαν, χρειάστηκε να αναγνωριστούν πρώτα στο εξωτερικό και μετά να «εισαχθούν» στην Ελλάδα. Όπως ο Καζαντζάκης, ο Μητρόπουλος, η Κάλας, ο Σεφέρης κ.λπ.
- Εθνικές αγκυλώσεις έχουμε;
Όλη αυτή η παρελθοντολαγνεία είναι βαρίδι ασήκωτο. Μας βουλιάζει. Και να πει κανείς ότι τουλάχιστον αξιοποιούμε τους αρχαίους; Μας είναι ολότελα άγνωστοι! ...
Πηγή: www.philenews.com 10.12.2014
Ολόκληρη η συνέντευξη στο:
- «Όλο και περισσότερο νιώθω σαν αυτόν που κέρδισε το λαχείο και έχασε τον λαχνό», γράψατε σ' ένα ποίημά σας. Αλήθεια, έτσι αισθάνεστε;
Ναι, γιατί κέρδισα πολλά, αλλά όχι αυτά που ήθελα. Γιατί έχω πετύχει σε πράγματα που δεν επεδίωξα ιδιαίτερα... Από το 1953, που κυκλοφόρησε η πρώτη μου ποιητική συλλογή, ώς το 1973, έγραφα και δημοσίευα μόνο ποιήματα... Αν ζούσα στην Ελβετία, θα είχα ίσως εξελιχθεί σε έναν καλό ποιητή. Αλλά ζούσα στην Ελλάδα, όπου η πραγματικότητα σού επιτίθεται συνεχώς. Έτσι, τον καιρό της Χούντας, έγραψα τη «Δυστυχία του να είσαι Έλληνας». Εκδόθηκε αμέσως μετά, με έκανε διάσημο και με κατέστρεψε. Διότι έγινε το απόλυτο μπεστ-σέλερ στην Ελλάδα και παγκοσμίως. Κυκλοφόρησε σε 8 γλώσσες.
- Και γιατί αυτό ήταν καταστροφή; Τέτοια επιτυχία την επιζητούν και τη ζηλεύουν…
Μα διότι σύμφωνα με την επαρχιώτικη ελληνική αντίληψη κάποιος που κάνει ένα μπεστ-σέλερ δεν μπορεί να είναι σοβαρός λογοτέχνης.
- Αυτό συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα;
Δεν το ξέρω -αλλά στην Ελλάδα συμβαίνει σίγουρα- κι όχι μόνο σε μένα. Έτσι το παιδικό μου όνειρο, να γίνω λογοτέχνης, μάγος του ύφους και των λέξεων, δεν ευοδώθηκε... Τα λογοτεχνικά μου βιβλία διαβάστηκαν από το κοινό, αλλά αγνοήθηκαν εντελώς από τους ειδικούς... Έτσι λοιπόν θα ακούσετε για μένα ότι είμαι επιτυχημένος σχολιογράφος, διανοούμενος, στοχαστής κλπ, πράγματα που δεν με συγκινούν. Ακόμα και αυτοί που με αναγνωρίζουν ως σατιρικό ή δοκιμιογράφο, σαν να αποσιωπούν ότι η σάτιρα και το δοκίμιο είναι από τα δυσκολότερα λογοτεχνικά είδη.
- Τι θα λέγατε ότι κυνηγήσατε με πάθος στη ζωή σας;
Την ασυμβίβαστη ποιότητα. Και την αξιοπρέπεια.
- Χρήματα βγάλατε; Ο «νόμος της ερωτευμένης πόρνης», όπως είπατε κάποτε, λειτούργησε;
Ο νόμος της ερωτευμένης πόρνης λειτούργησε θαυμάσια. Με πλήρωναν για να κάνω πράγματα, όπως να γράφω, να φωτογραφίζω, να δοκιμάζω υπολογιστές, που θα τα έκανα και τζάμπα. Όπως και η πόρνη θα έκανε τζάμπα έρωτα με αυτόν που αγαπάει. Έβγαλα ακριβώς τόσα χρήματα όσα χρειαζόμουν για να μείνω ελεύθερος. Έχω παραιτηθεί 11 φορές από τα μεγαλύτερα ελληνικά ΜΜΕ. Δεν θα μπορούσα να το κάνω αν δεν ήμουν οικονομικά ανεξάρτητος. Εκπορνεύτηκα 18 χρόνια στη διαφήμιση για να μπορώ να παραμείνω μετά ασυμβίβαστος.
- Πείτε μου κάτι άλλο, στα «Μικρά Βήματα», ένα χρονογράφημά σας έχει τίτλο «Οι Είκοσι Ενοχλήσεις». Τι σας ενοχλεί σήμερα πιο πολύ;
Ο τρόπος που πολλοί Έλληνες αντιμετωπίζουν την Κρίση. Ρίχνοντας τις ευθύνες στη Μέρκελ, την Τρόικα κλπ, χωρίς ίχνος αυτοκριτικής και αυτογνωσίας.
- Όλες αυτές οι ενοχές, όμως, που φορτώνονται σ' ένα λαό δεν είναι παρατραβηγμένες; Δηλαδή για ένα φόνο είναι σωστό να επιβάλλεται η ίδια ποινή και σ' αυτόν που τον έκανε και σ' αυτόν που τον είδε;
Αυτός που απλώς τον είδε, φυσικά δεν ευθύνεται. Αλλά στην ιστορία δεν είμαστε θεατές, είμαστε δράστες. Άλλοι πρωταγωνιστές όπως οι πολιτικοί μας και άλλοι συνεργοί όπως η πελατεία τους. Τον φόνο της ελληνικής οικονομίας τον διαπράξαμε όλοι εμείς, δεν τον είδαμε ως θεατές.
- Σε τι διαφέρει, αλήθεια, η Ελλάδα του σήμερα από την Ελλάδα που απαιτούσε 9 χρόνια αναμονής για τηλέφωνο στο Παλαιό Ψυχικό;
Τεχνολογικά έχει προοδεύσει. Στη νοοτροπία ελάχιστα.
- Ειλικρινά τώρα, αυτό το «Κλείσε στην καρδιά σου την Ελλάδα και θα πάθεις έμφραγμα», που γράψατε κάποτε, σκληρό δεν ήταν;
Κι όμως, όλοι οι αυθεντικοί ελληνολάτρες (όχι οι εθνικιστές και πατριδοκάπηλοι) έχουν νιώσει αυτόν τον κόμπο στην καρδιά όταν συλλογίζονται τη χώρα τους. Διότι την πονάνε.
- Ξέρετε, πάντα την είχα την απορία. Την Ελλάδα την αγαπάτε;
Ένα απόσπασμα από το «Ημερολόγιο του καύσωνα»: «Αυτή η χώρα με έχει σακατέψει. Πώς λέμε: σεισμόπληκτος, πλημμυρόπληκτος. Εγώ - ελλαδόπληκτος. Η Ελλάδα - με την ομορφιά και τον παραλογισμό της - έχει περάσει από πάνω μου σαν τρένο». Αν δεν αγαπούσα παράφορα την Ελλάδα, πώς θα είχα γράψει τη «Δυστυχία»; «Ερωτική εξομολόγηση ενός απογοητευμένου εραστή» την ονόμασε μία Γερμανίδα κριτικός. Και φυσικά δεν θα είχα γράψει και φωτογραφήσει «Το φως των Ελλήνων».
- Τους Έλληνες; Τους αγαπάτε;
Μερικούς, ναι. Ως άτομα. Ως σύνολο; Αδυνατώ ν' αγαπήσω κάτι το τόσο αφηρημένο. Απορώ πώς μερικοί ισχυρίζονται ότι π. χ. αγαπούν τους Ιταλούς ή Ιρλανδούς. Όλους;
- Οι Έλληνες σας αγαπούν; Τι πιστεύετε;
Μερικοί ναι. Οι περισσότεροι μάλλον όχι. Αλλά δεν με ενοχλεί, διότι δεν με ξέρουν. Η αντιπάθειά τους αφορά ένα κατασκεύασμα τρίτων.
- Πατρίδα. Τι σημαίνει για σας;
Το αντίθετο του έθνους. Μία αγκαλιά, μία θαλπωρή. Η γλώσσα, η παιδική ηλικία, η γειτονιά. Πράγματα απτά και ζεστά. Το έθνος αντίθετα είναι μία ιδέα -μία αφηρημένη κατασκευή. Όποιος αγαπάει την πατρίδα του, αγαπάει και τις πατρίδες των άλλων. Ο εθνικιστής όμως τις απεχθάνεται και τις υποβιβάζει. Συνήθως, ο εθνικισμός είναι και ρατσισμός.
- Τι μας ενώνει με το ένδοξο παρελθόν;
Ξέρετε, εκτός από ιστορικά αστήρικτη αυτή η φαντασίωση της συνέχειας είναι και ανόητη. Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι είμαστε απευθείας απόγονοι του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Τι κερδίζουμε από αυτό; Η αξία δεν κληρονομιέται. Ο γιος του νομπελίστα δεν κληρονομάει και το Νόμπελ. Μου είναι απολύτως αδιάφορο το από πού καταγόμαστε. Το τι είμαστε ΤΩΡΑ, αυτό μόνο μετράει.
- «Ζητάνε από το παρελθόν να τους δώσει μέλλον» γράψατε πρόσφατα. Και γιατί είναι κακό; Κι ο Περικλής στον Επιτάφιο μιλά για το παρελθόν πρώτα…
Ναι, αλλά ο Περικλής είχε και παρόν. Και τι παρόν!
- Και στο δικό μας παρόν δεν έχουμε τίποτα να περηφανευόμαστε;
Ελάχιστα πράγματα. Που, όσοι τα πέτυχαν, χρειάστηκε να αναγνωριστούν πρώτα στο εξωτερικό και μετά να «εισαχθούν» στην Ελλάδα. Όπως ο Καζαντζάκης, ο Μητρόπουλος, η Κάλας, ο Σεφέρης κ.λπ.
- Εθνικές αγκυλώσεις έχουμε;
Όλη αυτή η παρελθοντολαγνεία είναι βαρίδι ασήκωτο. Μας βουλιάζει. Και να πει κανείς ότι τουλάχιστον αξιοποιούμε τους αρχαίους; Μας είναι ολότελα άγνωστοι! ...
Πηγή: www.philenews.com 10.12.2014
Ολόκληρη η συνέντευξη στο:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου