Σε επίπεδα 2001, έχουν επιστρέψει πλέον ή αναμένεται να επιστρέψουν πολλά βασικά οικονομικά μεγέθη. Τα υπόλοιπα των τραπεζικών μας λογαριασμών έχουν βυθιστεί σε επίπεδα προ του 2002, ενώ το ίδιο έχει συμβεί και με τις τιμές των ακινήτων. Σε επίπεδα προ του 2003 έχουν επιστρέψει τα εισοδήματα.
Τι δεν έχει γυρίσει στα επίπεδα του 2001; δηλαδή την τελευταία χρονιά κατά την οποία χρησιμοποιούσαμε τη δραχμή; Τα χρέη μας προς το Δημόσιο και στις τράπεζες και φυσικά οι τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών.
Κάποια αποσπάσματα από σχετικό δημοσίευμα στην Καθημερινή, στη συνέχεια:
Η στατιστική αποτυπώνει το μέγεθος της καταστροφής η οποία σε κάποιες περιπτώσεις (π.χ. ακίνητα και μετοχές) είναι λογιστική (γίνεται όμως πραγματική όταν κάποιος υποχρεωθεί να πουλήσει) και σε άλλες περιπτώσεις (όπως στα εισοδήματα και στις καταθέσεις) είναι απολύτως πραγματική και μετρήσιμη.
• Τα δηλωθέντα εισοδήματα, όπως αποτυπώνονται στα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, δείχνουν επιστροφή σε δραχμικά επίπεδα. Το 2013, έτος για τα οποία υπάρχουν τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, τα δηλωθέντα εισοδήματα είχαν υποχωρήσει στα 71 δισ. ευρώ από το «υψηλό» των 100,3 δισεκατομμυρίων ευρώ που καταγράφηκε το 2009. Το 2014 προβλέπεται ότι θα πέσουν αρκετά κάτω από τα 70 δισ. ευρώ, καθώς η πτώση ειδικά στον ιδιωτικό τομέα αλλά και στους ελεύθερους επαγγελματίες συνεχίστηκε. Εχουμε ήδη γυρίσει στο... 2003 (τότε τα εισοδήματα ήταν περίπου 67 δισ. ευρώ) και υποχωρούμε ακόμη πιο πίσω στον χρόνο. Τα 30 και πλέον δισεκατομμύρια ευρώ που έχουν χαθεί από το ετήσιο εισόδημα των φορολογούμενων, εκτός από την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής των άμεσα ενδιαφερομένων που υπέστησαν και τη μείωση, εξηγούν και την καθίζηση των φορολογικών εσόδων. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η αντιπαραβολή με τα επίπεδα των τιμών. Ο Γενικός Δείκτης Τιμών Καταναλωτή, διαμορφώθηκε τον Ιούλιο (σ.σ. ο μέσος δείκτης δωδεκαμήνου) στις 105,97 μονάδες. Τον Ιούλιο του 2001, ο δείκτης βρισκόταν στις 77 μονάδες. Δηλαδή, παρά την πτώση των εισοδημάτων στα επίπεδα προ του 2003, οι τιμές είναι κατά 37% υψηλότερες σε σχέση με αυτές του 2001 και του 2002.
• Οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων, διαμορφώθηκε στα 122 δισ. ευρώ στο τέλος Ιουνίου, μήνα επιβολής των capital controls. Στο διάστημα Ιουνίου 2001- Ιουνίου 2002, κυμαίνονταν σε αντίστοιχα επίπεδα (από 116 έως 121 δισ. ευρώ που σημαίνει ότι οι καταθέσεις έχουν ήδη επιστρέψει στην εποχή της δραχμής. Αν μάλιστα απομονωθούν οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών, προκύπτει ότι τον Ιούνιο του 2015 ήταν 104 δισεκατομμύρια ευρώ και τον Δεκέμβριο του 2001 103,3 δισεκατομμύρια ευρώ. Αν γίνει η ίδια σύγκριση για τα δάνεια, η διαφορά είναι χαώδης: το 2001 χρωστούσαμε στις τράπεζες (νοικοκυριά και επιχειρήσεις) μόλις 67,7 δισεκατομμύρια ευρώ και τον Ιούνιο του 2015... 205 δισεκατομμύρια ευρώ.
• Η πορεία των τιμών των ακινήτων αποτυπώνεται στον δείκτη της Τράπεζας της Ελλάδας. Στο β΄ τρίμηνο του 2015, ο σχετικός δείκτης διαμορφώθηκε στις 154 μονάδες όταν το 2001 (εποχή δραχμής) ήταν 157,5 μονάδες. Με απλά λόγια: αγοράζουμε σήμερα ένα ακίνητο στις τιμές που το αγοράζαμε και το 2001. Ολη η «φούσκα» που κορυφώθηκε το 2007-2008 και προκλήθηκε κυρίως από τα χαμηλά επιτόκια του ευρώ, (ο σχετικός δείκτης είχε φτάσει μέχρι και τις 261 μονάδες) φαίνεται να έχει σπάσει πλέον πλήρως. Ετσι εκτιμάται σήμερα ότι οι απώλειες της αξίας των ακινήτων προσεγγίζουν τα 400-450 δισ. ευρώ συγκριτικά με τα υψηλά του 2008. Την πτώση των τιμών των ακινήτων περίπου κατά τουλάχιστον 40% επιβεβαιώνουν και οι δείκτες της Τράπεζας της Ελλάδος. Σημειώνεται ότι ο δείκτης των τιμών κατοικιών στις αστικές περιοχές κατέγραψε υψηλό το 2008, στις 261,1 μονάδες.
• Η συνολική κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου Αθηνών (χρηματιστηριακή αξία του συνόλου των εισηγμένων εταιρειών) ήταν το 2002 μεγαλύτερη από ό,τι ήταν στις αρχές Αυγούστου. Από το 2009 έως το 2015, σε καθαρούς όρους η χρηματιστηριακή αξία έχει μειωθεί κατά 43 δισεκατομμύρια ευρώ (σ.σ. ήταν 83,44 δισ. ευρώ το 2009 και έπεσε στα 40 δισ. ευρώ στις 07/08). Όμως, από το 2009 έως και το 2014 εισέρρευσαν στην αγορά συνολικά περίπου 58,5 δισεκατομμύρια ευρώ, με το μεγαλύτερο μέρος –περίπου 45 δισ. ευρώ– να έχει μπει στην αγορά το 2013 και το 2014 (αφορά κυρίως την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών). Αν λοιπόν συνυπολογιστούν και τα 58,5 δισεκατομμύρια ευρώ των αυξήσεων κεφαλαίου, τότε οι συνολικές απώλειες σε χρηματιστηριακή αξία έχουν φτάσει να ξεπερνούν τα 100 δισεκατομμύρια ευρώ.
Πηγή: www.kathimerini.gr 16.08.2015
Ολόκληρο το δημοσίευμα (που υπογράφει ο Θάνος Τσίρος) στο:
Τι δεν έχει γυρίσει στα επίπεδα του 2001; δηλαδή την τελευταία χρονιά κατά την οποία χρησιμοποιούσαμε τη δραχμή; Τα χρέη μας προς το Δημόσιο και στις τράπεζες και φυσικά οι τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών.
Κάποια αποσπάσματα από σχετικό δημοσίευμα στην Καθημερινή, στη συνέχεια:
Η στατιστική αποτυπώνει το μέγεθος της καταστροφής η οποία σε κάποιες περιπτώσεις (π.χ. ακίνητα και μετοχές) είναι λογιστική (γίνεται όμως πραγματική όταν κάποιος υποχρεωθεί να πουλήσει) και σε άλλες περιπτώσεις (όπως στα εισοδήματα και στις καταθέσεις) είναι απολύτως πραγματική και μετρήσιμη.
• Τα δηλωθέντα εισοδήματα, όπως αποτυπώνονται στα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, δείχνουν επιστροφή σε δραχμικά επίπεδα. Το 2013, έτος για τα οποία υπάρχουν τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, τα δηλωθέντα εισοδήματα είχαν υποχωρήσει στα 71 δισ. ευρώ από το «υψηλό» των 100,3 δισεκατομμυρίων ευρώ που καταγράφηκε το 2009. Το 2014 προβλέπεται ότι θα πέσουν αρκετά κάτω από τα 70 δισ. ευρώ, καθώς η πτώση ειδικά στον ιδιωτικό τομέα αλλά και στους ελεύθερους επαγγελματίες συνεχίστηκε. Εχουμε ήδη γυρίσει στο... 2003 (τότε τα εισοδήματα ήταν περίπου 67 δισ. ευρώ) και υποχωρούμε ακόμη πιο πίσω στον χρόνο. Τα 30 και πλέον δισεκατομμύρια ευρώ που έχουν χαθεί από το ετήσιο εισόδημα των φορολογούμενων, εκτός από την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής των άμεσα ενδιαφερομένων που υπέστησαν και τη μείωση, εξηγούν και την καθίζηση των φορολογικών εσόδων. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η αντιπαραβολή με τα επίπεδα των τιμών. Ο Γενικός Δείκτης Τιμών Καταναλωτή, διαμορφώθηκε τον Ιούλιο (σ.σ. ο μέσος δείκτης δωδεκαμήνου) στις 105,97 μονάδες. Τον Ιούλιο του 2001, ο δείκτης βρισκόταν στις 77 μονάδες. Δηλαδή, παρά την πτώση των εισοδημάτων στα επίπεδα προ του 2003, οι τιμές είναι κατά 37% υψηλότερες σε σχέση με αυτές του 2001 και του 2002.
• Οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων, διαμορφώθηκε στα 122 δισ. ευρώ στο τέλος Ιουνίου, μήνα επιβολής των capital controls. Στο διάστημα Ιουνίου 2001- Ιουνίου 2002, κυμαίνονταν σε αντίστοιχα επίπεδα (από 116 έως 121 δισ. ευρώ που σημαίνει ότι οι καταθέσεις έχουν ήδη επιστρέψει στην εποχή της δραχμής. Αν μάλιστα απομονωθούν οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών, προκύπτει ότι τον Ιούνιο του 2015 ήταν 104 δισεκατομμύρια ευρώ και τον Δεκέμβριο του 2001 103,3 δισεκατομμύρια ευρώ. Αν γίνει η ίδια σύγκριση για τα δάνεια, η διαφορά είναι χαώδης: το 2001 χρωστούσαμε στις τράπεζες (νοικοκυριά και επιχειρήσεις) μόλις 67,7 δισεκατομμύρια ευρώ και τον Ιούνιο του 2015... 205 δισεκατομμύρια ευρώ.
• Η πορεία των τιμών των ακινήτων αποτυπώνεται στον δείκτη της Τράπεζας της Ελλάδας. Στο β΄ τρίμηνο του 2015, ο σχετικός δείκτης διαμορφώθηκε στις 154 μονάδες όταν το 2001 (εποχή δραχμής) ήταν 157,5 μονάδες. Με απλά λόγια: αγοράζουμε σήμερα ένα ακίνητο στις τιμές που το αγοράζαμε και το 2001. Ολη η «φούσκα» που κορυφώθηκε το 2007-2008 και προκλήθηκε κυρίως από τα χαμηλά επιτόκια του ευρώ, (ο σχετικός δείκτης είχε φτάσει μέχρι και τις 261 μονάδες) φαίνεται να έχει σπάσει πλέον πλήρως. Ετσι εκτιμάται σήμερα ότι οι απώλειες της αξίας των ακινήτων προσεγγίζουν τα 400-450 δισ. ευρώ συγκριτικά με τα υψηλά του 2008. Την πτώση των τιμών των ακινήτων περίπου κατά τουλάχιστον 40% επιβεβαιώνουν και οι δείκτες της Τράπεζας της Ελλάδος. Σημειώνεται ότι ο δείκτης των τιμών κατοικιών στις αστικές περιοχές κατέγραψε υψηλό το 2008, στις 261,1 μονάδες.
• Η συνολική κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου Αθηνών (χρηματιστηριακή αξία του συνόλου των εισηγμένων εταιρειών) ήταν το 2002 μεγαλύτερη από ό,τι ήταν στις αρχές Αυγούστου. Από το 2009 έως το 2015, σε καθαρούς όρους η χρηματιστηριακή αξία έχει μειωθεί κατά 43 δισεκατομμύρια ευρώ (σ.σ. ήταν 83,44 δισ. ευρώ το 2009 και έπεσε στα 40 δισ. ευρώ στις 07/08). Όμως, από το 2009 έως και το 2014 εισέρρευσαν στην αγορά συνολικά περίπου 58,5 δισεκατομμύρια ευρώ, με το μεγαλύτερο μέρος –περίπου 45 δισ. ευρώ– να έχει μπει στην αγορά το 2013 και το 2014 (αφορά κυρίως την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών). Αν λοιπόν συνυπολογιστούν και τα 58,5 δισεκατομμύρια ευρώ των αυξήσεων κεφαλαίου, τότε οι συνολικές απώλειες σε χρηματιστηριακή αξία έχουν φτάσει να ξεπερνούν τα 100 δισεκατομμύρια ευρώ.
Πηγή: www.kathimerini.gr 16.08.2015
Ολόκληρο το δημοσίευμα (που υπογράφει ο Θάνος Τσίρος) στο:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου