Αυτοί οι Λεσσεψιανοί εξολοθρευτές, με «αρχηγό» τον ύπουλο, φονικό λαγοκέφαλο, επιχειρούν βίαιο εποικισμό των βυθών. Κορυφαίοι επιστήμονες μιλούν στην «Κ», εξηγώντας ότι εάν δεν ληφθούν δραστικά μέτρα, «αύριο» η Μεσόγειος δεν θα είναι η θάλασσά μας...
Από την Καθημερινή, απόσπασμα άρθρου:
Σε μερικές δεκαετίες θα αναγνωρίζουμε τη Μεσόγειο όπως την ξέρουμε σήμερα; Πολλοί επιστήμονες φοβούνται πως όχι, εκτός εάν ληφθούν πιο δραστικά μέτρα για την προστασία της. Η εισβολή ξενικών θαλάσσιων ειδών από τη ναυτιλία, τις ιχθυοκαλλιέργειες, το εμπόριο ειδών ενυδρείου, αλλά κυρίως η είσοδός τους από τη Διώρυγα του Σουέζ, ειδικά μετά την τελευταία μεγέθυνση του καναλιού τον περασμένο Αύγουστο, βάζει σε κίνδυνο τη μοναδική βιοποικιλότητα της Μεσογείου, πλήττει την αλιεία και συχνά απειλεί τη δημόσια υγεία.
Η υιοθέτηση ενός επικαιροποιημένου μεσογειακού σχεδίου δράσης αναφορικά με τα είδη-εισβολείς θα βρεθεί στην ατζέντα της 19ης Συνόδου των Συμβαλλομένων Μερών της Σύμβασης της Βαρκελώνης για «την προστασία της Μεσογείου Θάλασσας από τη ρύπανση», η οποία πραγματοποιείται 9-12 Φεβρουαρίου στην Αθήνα.
Το αποτέλεσμα της συνόδου αναμένεται «πολύ απογοητευτικό», αναφέρει στην «Κ» η Μπέλα Γκαλίλ, θαλάσσια βιολόγος από το Εθνικό Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας του Ισραήλ. «Καθόλου ικανοποιητικό» προβλέπει το αποτέλεσμα και ο θαλάσσιος βιολόγος, Αναστάσιος Ελευθερίου, ο πρώτος διευθυντής του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Βιολογίας Κρήτης.
Τα είδη που έχουν εισέλθει στη Μεσόγειο Θάλασσα μετά τη διάνοιξη της Διώρυγας του Σουέζ το 1869 ονομάζονται Λεσσεψιανοί μετανάστες και η παρουσία τους στη γειτονιά μας δεν είναι νέο φαινόμενο. Ενδεικτικά, το 1924 έκανε την εμφάνισή του στη Μεσόγειο το ψάρι Αγριόσαλπα και το 1931 το ψάρι, το οποίο στην Ελλάδα αποκαλούμε, Γερμανός, γιατί ο εντοπισμός του στην Κρήτη συνέπεσε με τη γερμανική κατοχή. Το 1976 έγινε η πρώτη καταγραφή της μέδουσας Rhopilema nomadica στη Μεσόγειο, της οποίας το τσίμπημα είναι επώδυνο και η παρουσία της σήμερα είναι έντονη στις ακτές του Ισραήλ, διώχνοντας τους τουρίστες από τις παραλίες και φράζοντας τους αγωγούς που διοχετεύουν νερό για την ψύξη των σταθμών παραγωγής ενέργειας και για τη λειτουργία των μονάδων αφαλάτωσης.
«Μια ομάδα ειδών που ζει σε μεγάλα βάθη στην Ερυθρά θάλασσα και μέχρι τώρα δεν μπορούσε να εισέλθει στη Μεσόγειο, διότι το κανάλι ήταν πολύ ρηχό, σήμερα της δίνεται η ευκαιρία να περάσει» αναφέρει η κ. Γκαλίλ. «Η βάθυνση είναι απόλυτα λογική και απαραίτητη για τη ναυσιπλοΐα του σήμερα» προσθέτει, όμως η ίδια, όπως και μια μεγάλη μερίδα της επιστημονικής κοινότητας, επιμένει πως δεν μπορεί να πραγματοποιούνται τέτοια έργα χωρίς παράλληλα να λαμβάνονται τα απαραίτητα προστατευτικά μέτρα, όπως υδατοφράκτες ή φράγματα αλατότητας.
Μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες, διάφοροι φυσικοί μηχανισμοί λειτουργούσαν προστατευτικά, ανακόπτοντας την πορεία πολλών ειδών προς τη Μεσόγειο. Το πλάτος της διώρυγας ήταν μικρό, το βάθος της ρηχό και το μήκος της μεγάλο, με αποτέλεσμα να μη διευκολύνεται η δημιουργία ρεύματος. Η διώρυγα περνούσε μέσα από λίμνες με υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι, που αποτελούσαν ένα αφιλόξενο περιβάλλον για την πλειονότητα των ειδών. Σήμερα, η αυξημένη ροή νερού στο κανάλι έχει «ξεπλύνει» τα άλατα που δημιουργούσαν αυτές τις ακραίες συνθήκες αλατότητας.
Αυτή τη στιγμή, πάνω από 1.000 ξενικά είδη βρίσκονται στη Μεσόγειο θάλασσα, σύμφωνα με πρόσφατη καταγραφή του θαλάσσιου βιολόγου Στέλιου Κατσανεβάκη, καθηγητή στο Τμήμα Επιστημών της Θάλασσας του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
«Σχηματικά, μπαίνοντας στη Μεσόγειο, τα είδη αυτά ακολουθούν μια πορεία αντίστροφη από αυτή των δεικτών του ρολογιού» λέει ο κ. Κατσανεβάκης, εξηγώντας ότι κινούνται προς το Ισραήλ, περνούν στις ακτές της Τουρκίας και τέλος εισέρχονται στο Αιγαίο. «Το Αιγαίο πέλαγος αποτελεί φραγμό, με αποτέλεσμα ένας μικρός αριθμός από αυτά τα είδη να εξαπλώνεται στη δυτική Μεσόγειο» τονίζει ο θαλάσσιος βιολόγος Κώστας Παπακωνσταντίνου, ο οποίος έχει διατελέσει διευθυντής του Ινστιτούτου Θαλασσίων Βιολογικών Πόρων του ΕΛΚΕΘΕ για πάνω από δύο δεκαετίες. Η ελληνική χερσόνησος, τα μεγάλα βάθη μεταξύ Πελοποννήσου και Κρήτης και μεταξύ Κρήτης και των ακτών της Αφρικής, αποτελούν ακόμα εμπόδιο για τα παράκτια εισβολικά είδη.
Σύμφωνα με την καταγραφή που έκανε ο κ. Παπακωνσταντίνου το 2014, στην Ελλάδα εντοπίστηκαν 42 Λεσσεψιανά είδη.
Στην Ελλάδα τα εισβολικά είδη ψαριών τα οποία έχουν προκαλέσει τις μεγαλύτερες επιπτώσεις είναι οι Γερμανοί και οι Αγριόσαλπες, δύο είδη του γένους Siganus. «Είναι φυτοφάγα είδη και κάνουν ό,τι και οι κατσίκες στα βουνά. Τρώνε τα πάντα!» λέει ο κ. Κατσανεβάκης, και εξηγεί ότι στις νότιες περιοχές του Αιγαίου, εκεί που παλιά υπήρχε πλούσια κάλυψη από συστάδες φυκών, σήμερα αυτό που παρατηρεί κανείς είναι γυμνό βράχο. «Ο ρόλος των φυκών είναι ο ίδιος με αυτόν των δασών στη χέρσο. Προσφέρουν τροφή, καταφύγιο και υποστηρίζουν μια πολύ πλούσια βιοποικιλότητα, η οποία είναι σημαντική και για την αλιεία» λέει ο κ. Κατσανεβάκης.
Στην Κρήτη οι αλιείς αντιμετωπίζουν και ένα ακόμα, μεγαλύτερο πρόβλημα, τη μεγάλη εξάπλωση του τοξικού Λεσσεψιανού είδους του Λαγοκέφαλου. «Το είδος αυτό πιάνεται σε μεγάλες ποσότητες από διάφορα αλιευτικά εργαλεία, προκαλώντας και ζημιές στις ψαριές και στα εργαλεία» σημειώνει η βιολόγος-ιχθυολόγος, Νότα Περιστεράκη, από το Ινστιτούτο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και Εσωτερικών Υδάτων του ΕΛΚΕΘΕ. «Ο Λαγοκέφαλος είναι ανώτερος θηρευτής και τρέφεται με πολλά είδη ψαριών εμπορικής σημασίας, μειώνοντας έτσι τους πληθυσμούς τους» λέει ο κ. Κατσανεβάκης. «Εχει πολύ κοφτερά δόντια και σκίζει τα δίχτυα των ψαράδων για να κλέψει την ψαριά» προσθέτει. «Ο Λαγοκέφαλος περιέχει στα εντόσθια, τα αυγά και το δέρμα του ποσότητες τετροδοτοξίνης, μιας νευροπαραλυτικής τοξίνης και εάν καταναλωθεί μπορεί να οδηγήσει στον θάνατο, αν δεν υπάρξει άμεση νοσηλεία» τονίζει η κ. Περιστεράκη.
Ενας πρόσφατος επισκέπτης των ελληνικών θαλασσών, που πρωτοεμφανίστηκε το καλοκαίρι του 2015 στη Ρόδο, είναι το εντυπωσιακό Λεοντόψαρο με τα δηλητηριώδη αγκάθια. Σύμφωνα με τους επιστήμονες το Λεσσεψιανό αυτό είδος ήρθε για να μείνει και αναμένεται τα επόμενα έτη να δημιουργήσει πολλά προβλήματα στη Μεσόγειο. «Πρόκειται για ένα αχόρταγο ιχθυοφάγο είδος που κάνει μεγάλη ζημιά στον γόνο των άλλων ψαριών» λέει ο κ. Κατσανεβάκης.
«Πολύ λίγα από τα εισβολικά είδη έχουν θετική οικονομική αξία» αναφέρει η κ. Γκαλίλ. Ενα τέτοιο παράδειγμα είναι ένα είδος τροπικής γαρίδας, με την ονομασία Marsupenaeus japonicus, η οποία πωλείται σε πολύ υψηλές τιμές στην αγορά. «Σήμερα το πρωί στο Ισραήλ κοστίζουν 60 δολάρια το κιλό» λέει η κ. Γκαλίλ.
Η κλιματική αλλαγή έχει παίξει και αυτή καθοριστικό ρόλο στην επιδείνωση του προβλήματος της εισβολής Λεσσεψιανών ειδών στη Μεσόγειο. «Εχουμε μια γεωμετρική αύξηση των ταυτοποιημένων ειδών τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της θέρμανσης της Μεσογείου», λέει ο κ. Παπακωνσταντίνου, εξηγώντας ότι όσο θερμαίνονται τα νερά της Μεσογείου τόσο πιο φιλικό γίνεται το περιβάλλον για να ζήσουν εδώ τα θερμόφιλα είδη της Ερυθράς θάλασσας.
Πηγή: www.kathimerini.gr
Ολόκληρο το ρεπορτάζ της Αασπασίας Δασκαλοπούλου στο:
Σε μερικές δεκαετίες θα αναγνωρίζουμε τη Μεσόγειο όπως την ξέρουμε σήμερα; Πολλοί επιστήμονες φοβούνται πως όχι, εκτός εάν ληφθούν πιο δραστικά μέτρα για την προστασία της. Η εισβολή ξενικών θαλάσσιων ειδών από τη ναυτιλία, τις ιχθυοκαλλιέργειες, το εμπόριο ειδών ενυδρείου, αλλά κυρίως η είσοδός τους από τη Διώρυγα του Σουέζ, ειδικά μετά την τελευταία μεγέθυνση του καναλιού τον περασμένο Αύγουστο, βάζει σε κίνδυνο τη μοναδική βιοποικιλότητα της Μεσογείου, πλήττει την αλιεία και συχνά απειλεί τη δημόσια υγεία.
Η υιοθέτηση ενός επικαιροποιημένου μεσογειακού σχεδίου δράσης αναφορικά με τα είδη-εισβολείς θα βρεθεί στην ατζέντα της 19ης Συνόδου των Συμβαλλομένων Μερών της Σύμβασης της Βαρκελώνης για «την προστασία της Μεσογείου Θάλασσας από τη ρύπανση», η οποία πραγματοποιείται 9-12 Φεβρουαρίου στην Αθήνα.
Το αποτέλεσμα της συνόδου αναμένεται «πολύ απογοητευτικό», αναφέρει στην «Κ» η Μπέλα Γκαλίλ, θαλάσσια βιολόγος από το Εθνικό Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας του Ισραήλ. «Καθόλου ικανοποιητικό» προβλέπει το αποτέλεσμα και ο θαλάσσιος βιολόγος, Αναστάσιος Ελευθερίου, ο πρώτος διευθυντής του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Βιολογίας Κρήτης.
Τα είδη που έχουν εισέλθει στη Μεσόγειο Θάλασσα μετά τη διάνοιξη της Διώρυγας του Σουέζ το 1869 ονομάζονται Λεσσεψιανοί μετανάστες και η παρουσία τους στη γειτονιά μας δεν είναι νέο φαινόμενο. Ενδεικτικά, το 1924 έκανε την εμφάνισή του στη Μεσόγειο το ψάρι Αγριόσαλπα και το 1931 το ψάρι, το οποίο στην Ελλάδα αποκαλούμε, Γερμανός, γιατί ο εντοπισμός του στην Κρήτη συνέπεσε με τη γερμανική κατοχή. Το 1976 έγινε η πρώτη καταγραφή της μέδουσας Rhopilema nomadica στη Μεσόγειο, της οποίας το τσίμπημα είναι επώδυνο και η παρουσία της σήμερα είναι έντονη στις ακτές του Ισραήλ, διώχνοντας τους τουρίστες από τις παραλίες και φράζοντας τους αγωγούς που διοχετεύουν νερό για την ψύξη των σταθμών παραγωγής ενέργειας και για τη λειτουργία των μονάδων αφαλάτωσης.
«Μια ομάδα ειδών που ζει σε μεγάλα βάθη στην Ερυθρά θάλασσα και μέχρι τώρα δεν μπορούσε να εισέλθει στη Μεσόγειο, διότι το κανάλι ήταν πολύ ρηχό, σήμερα της δίνεται η ευκαιρία να περάσει» αναφέρει η κ. Γκαλίλ. «Η βάθυνση είναι απόλυτα λογική και απαραίτητη για τη ναυσιπλοΐα του σήμερα» προσθέτει, όμως η ίδια, όπως και μια μεγάλη μερίδα της επιστημονικής κοινότητας, επιμένει πως δεν μπορεί να πραγματοποιούνται τέτοια έργα χωρίς παράλληλα να λαμβάνονται τα απαραίτητα προστατευτικά μέτρα, όπως υδατοφράκτες ή φράγματα αλατότητας.
Μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες, διάφοροι φυσικοί μηχανισμοί λειτουργούσαν προστατευτικά, ανακόπτοντας την πορεία πολλών ειδών προς τη Μεσόγειο. Το πλάτος της διώρυγας ήταν μικρό, το βάθος της ρηχό και το μήκος της μεγάλο, με αποτέλεσμα να μη διευκολύνεται η δημιουργία ρεύματος. Η διώρυγα περνούσε μέσα από λίμνες με υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι, που αποτελούσαν ένα αφιλόξενο περιβάλλον για την πλειονότητα των ειδών. Σήμερα, η αυξημένη ροή νερού στο κανάλι έχει «ξεπλύνει» τα άλατα που δημιουργούσαν αυτές τις ακραίες συνθήκες αλατότητας.
Αυτή τη στιγμή, πάνω από 1.000 ξενικά είδη βρίσκονται στη Μεσόγειο θάλασσα, σύμφωνα με πρόσφατη καταγραφή του θαλάσσιου βιολόγου Στέλιου Κατσανεβάκη, καθηγητή στο Τμήμα Επιστημών της Θάλασσας του Πανεπιστημίου Αιγαίου.
«Σχηματικά, μπαίνοντας στη Μεσόγειο, τα είδη αυτά ακολουθούν μια πορεία αντίστροφη από αυτή των δεικτών του ρολογιού» λέει ο κ. Κατσανεβάκης, εξηγώντας ότι κινούνται προς το Ισραήλ, περνούν στις ακτές της Τουρκίας και τέλος εισέρχονται στο Αιγαίο. «Το Αιγαίο πέλαγος αποτελεί φραγμό, με αποτέλεσμα ένας μικρός αριθμός από αυτά τα είδη να εξαπλώνεται στη δυτική Μεσόγειο» τονίζει ο θαλάσσιος βιολόγος Κώστας Παπακωνσταντίνου, ο οποίος έχει διατελέσει διευθυντής του Ινστιτούτου Θαλασσίων Βιολογικών Πόρων του ΕΛΚΕΘΕ για πάνω από δύο δεκαετίες. Η ελληνική χερσόνησος, τα μεγάλα βάθη μεταξύ Πελοποννήσου και Κρήτης και μεταξύ Κρήτης και των ακτών της Αφρικής, αποτελούν ακόμα εμπόδιο για τα παράκτια εισβολικά είδη.
Σύμφωνα με την καταγραφή που έκανε ο κ. Παπακωνσταντίνου το 2014, στην Ελλάδα εντοπίστηκαν 42 Λεσσεψιανά είδη.
Στην Ελλάδα τα εισβολικά είδη ψαριών τα οποία έχουν προκαλέσει τις μεγαλύτερες επιπτώσεις είναι οι Γερμανοί και οι Αγριόσαλπες, δύο είδη του γένους Siganus. «Είναι φυτοφάγα είδη και κάνουν ό,τι και οι κατσίκες στα βουνά. Τρώνε τα πάντα!» λέει ο κ. Κατσανεβάκης, και εξηγεί ότι στις νότιες περιοχές του Αιγαίου, εκεί που παλιά υπήρχε πλούσια κάλυψη από συστάδες φυκών, σήμερα αυτό που παρατηρεί κανείς είναι γυμνό βράχο. «Ο ρόλος των φυκών είναι ο ίδιος με αυτόν των δασών στη χέρσο. Προσφέρουν τροφή, καταφύγιο και υποστηρίζουν μια πολύ πλούσια βιοποικιλότητα, η οποία είναι σημαντική και για την αλιεία» λέει ο κ. Κατσανεβάκης.
Στην Κρήτη οι αλιείς αντιμετωπίζουν και ένα ακόμα, μεγαλύτερο πρόβλημα, τη μεγάλη εξάπλωση του τοξικού Λεσσεψιανού είδους του Λαγοκέφαλου. «Το είδος αυτό πιάνεται σε μεγάλες ποσότητες από διάφορα αλιευτικά εργαλεία, προκαλώντας και ζημιές στις ψαριές και στα εργαλεία» σημειώνει η βιολόγος-ιχθυολόγος, Νότα Περιστεράκη, από το Ινστιτούτο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και Εσωτερικών Υδάτων του ΕΛΚΕΘΕ. «Ο Λαγοκέφαλος είναι ανώτερος θηρευτής και τρέφεται με πολλά είδη ψαριών εμπορικής σημασίας, μειώνοντας έτσι τους πληθυσμούς τους» λέει ο κ. Κατσανεβάκης. «Εχει πολύ κοφτερά δόντια και σκίζει τα δίχτυα των ψαράδων για να κλέψει την ψαριά» προσθέτει. «Ο Λαγοκέφαλος περιέχει στα εντόσθια, τα αυγά και το δέρμα του ποσότητες τετροδοτοξίνης, μιας νευροπαραλυτικής τοξίνης και εάν καταναλωθεί μπορεί να οδηγήσει στον θάνατο, αν δεν υπάρξει άμεση νοσηλεία» τονίζει η κ. Περιστεράκη.
Ενας πρόσφατος επισκέπτης των ελληνικών θαλασσών, που πρωτοεμφανίστηκε το καλοκαίρι του 2015 στη Ρόδο, είναι το εντυπωσιακό Λεοντόψαρο με τα δηλητηριώδη αγκάθια. Σύμφωνα με τους επιστήμονες το Λεσσεψιανό αυτό είδος ήρθε για να μείνει και αναμένεται τα επόμενα έτη να δημιουργήσει πολλά προβλήματα στη Μεσόγειο. «Πρόκειται για ένα αχόρταγο ιχθυοφάγο είδος που κάνει μεγάλη ζημιά στον γόνο των άλλων ψαριών» λέει ο κ. Κατσανεβάκης.
«Πολύ λίγα από τα εισβολικά είδη έχουν θετική οικονομική αξία» αναφέρει η κ. Γκαλίλ. Ενα τέτοιο παράδειγμα είναι ένα είδος τροπικής γαρίδας, με την ονομασία Marsupenaeus japonicus, η οποία πωλείται σε πολύ υψηλές τιμές στην αγορά. «Σήμερα το πρωί στο Ισραήλ κοστίζουν 60 δολάρια το κιλό» λέει η κ. Γκαλίλ.
Η κλιματική αλλαγή έχει παίξει και αυτή καθοριστικό ρόλο στην επιδείνωση του προβλήματος της εισβολής Λεσσεψιανών ειδών στη Μεσόγειο. «Εχουμε μια γεωμετρική αύξηση των ταυτοποιημένων ειδών τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της θέρμανσης της Μεσογείου», λέει ο κ. Παπακωνσταντίνου, εξηγώντας ότι όσο θερμαίνονται τα νερά της Μεσογείου τόσο πιο φιλικό γίνεται το περιβάλλον για να ζήσουν εδώ τα θερμόφιλα είδη της Ερυθράς θάλασσας.
Πηγή: www.kathimerini.gr
Ολόκληρο το ρεπορτάζ της Αασπασίας Δασκαλοπούλου στο:
Από ότι κατάλαβα από τις ελληνικές θάλασσες κινδυνεύει πιο πολύ το Αιγαίο. Ας το προσέξουν οι κρατικοί αρμόδιοι φορεις (οχι οι πολιτικοί, αυτοί άλλα ενδιαφέροντα έχουν!) και ας προσπαθήσουν να πάρουν κάποια μέτρα. Με πολύ ενδιαφέρον το άρθρο.
ΑπάντησηΔιαγραφή