της Τζία Τολεντίνο (*)
Κυκλοφορεί τελευταία μια ιδέα στο Twitter, που συνίσταται στο να αναρτάς δύο φωτογραφίες: τη μία όπως ήσουν στις αρχές του 2016 και την άλλη όπως είσαι στο τέλος του. Μια από τις πιο δημοφιλείς αναρτήσεις
είναι ένας νέος Λεονάρντο ΝτιΚάπριο στον «Τιτανικό» έναντι ενός παγωμένου ΝτιΚάπριο στην «Επιστροφή». Μια άλλη είναι το Άγαλμα της Ελευθερίας όπως είναι σήμερα έναντι του ίδιου αγάλματος από τον «Πλανήτη των Πιθήκων». Το αστείο βέβαια πίσω από αυτή την ιδέα είναι ότι το 2016 ήταν μια κακή, πολύ κακή χρονιά.
Το φαινόμενο αυτό είναι συχνό. Έχουμε βραχεία συλλογική μνήμη και μια τάση να θυμόμαστε τα δυσάρεστα γεγονότα πιο έντονα από τα ευχάριστα. Όμως το 2016 έχει πράγματι σοβαρές πιθανότητες να ανακηρυχθεί μια από τις χειρότερες χρονιές της σύγχρονης εποχής. Ακόμη και πριν από τις αμερικανικές εκλογές, είχα την αίσθηση ότι η χρονιά αυτή ήταν μια άυπνη νύχτα στη διάρκεια της οποίας δεχόμουν στο τηλέφωνό μου ατελείωτους εφιάλτες. Υπήρξε ο Ζίκα. Κάθε τόσο γίνονταν τρομοκρατικές επιθέσεις, περιλαμβανομένων των επιθέσεων στις Βρυξέλλες και τη Νίκαια. Τον Ιούνιο, πενήντα άνθρωποι σκοτώθηκαν σε ένα γκέι κλαμπ στο Ορλάντο. Τον επόμενο μήνα, έχασαν τη ζωή τους 292 άνθρωποι από την έκρηξη ενός παγιδευμένου αυτοκινήτου στη Βαγδάτη. Πέθανε ο Ντέιβιντ Μπόουι, όπως και ο Πρινς, ο Μοχάμεντ Αλι και ο Λέοναρντ Κοέν. Στις 5 Ιουλίου, ο Αλτον Στέρλινγκ εκελέστηκε εξ επαφής από αστυνομικούς στο Μπατόν Ρουζ. Την επόμενη, δολοφονήθηκε ο Φιλάντο Καστίλε στη Μινεσότα: οι τελευταίες του στιγμές καταγράφηκαν σε βίντεο από τη φίλη του. Στις 7 Ιουλίου, σκοτώθηκαν πέντε αστυνομικοί στο Ντάλας.
Κι ύστερα, φυσικά, ήταν οι αμερικανικές εκλογές. Οι εβδομάδες μετά την 8η Νοεμβρίου έμοιαζαν με την επόμενη μιας φυσικής καταστροφής. Τα εγκλήματα μίσους αυξήθηκαν. Οι σβάστικες έγιναν πάλι της μόδας. Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ είναι η δικαίωση των προκαταλήψεων και μια ένδειξη επικείμενης παγκόσμιας αστάθειας. Μια εβδομάδα μετά τις εκλογές, ο Βόρειος Πόλος ήταν 2 βαθμούς Κελσίου θερμότερες από το κανονικό. Η Βενεζουέλα χρεοκόπησε. Στην Τουρκία παραβιάζονται συστηματικά τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στο Χαλέπι έχει καταρρεύσει κάθε έννοια ανθρωπισμού. Η εξουσία συγκεντρώνεται παντού στα χέρια της πιο σκληρής και άκαρδης Δεξιάς.
Το να λες όμως ότι το 2016 ήταν μια από τις χειρότερες χρονιές της σύγχρονης εποχής δεν σημαίνει τίποτα. Είναι σαν να προσεύχεσαι το 2017 να είναι μια καλύτερη χρονιά κάτι που δεν θα συμβεί. Ο κόσμος χαρακτηρίζεται από μια συνέχεια. Τίποτα δεν αλλάζει σε μια νύχτα. Άλλωστε, ο Στίβεν Πίνκερ υποστήριξε σε ένα βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 2011 ότι ο κόσμος γίνεται με τα χρόνια όλο και λιγότερο βίαιος. Αυτό που μας πονάει περισσότερο σήμερα, νομίζω, είναι αυτή η αίσθηση της απροσδόκητης περιχαράκωσης, ο φόβος ότι πολλές δεκαετίες σταδιακής προόδου θα τιναχθούν στον αέρα από έναν θερμοκέφαλο δημαγωγό που μοιάζει να κάνει τα πάντα με βάση τη διαίσθησή του. Δύο ημέρες μετά τις εκλογές, η Ζέιντι Σμιθ μίλησε στο πλήθος στο Βερολίνο. «Ο λόγος που μαζεύονται σύννεφα στα μυθιστορήματά μου», είπε, «δεν είναι ότι αυτό που ήταν τέλειο αποδείχθηκε άδειο, αλλά ότι αυτό που είχε αρχίσει να μοιάζει δυνατό και εξακολουθεί να θεωρείται από εκατομμύρια ανθρώπους πιθανό αποκηρύσσεται τώρα σαν να μην μπορούσε να υπάρξει ποτέ».
Η ελπίδα έχει πετάξει μακριά μας, αλλά αργά ή γρήγορα θα επιστρέψει. Αυτό που φοβάμαι είναι οι συνθήκες που θα επιτρέψουν στην ελπίδα να ζήσει. Με ανησυχεί ότι η αίσθηση πως το 2016 ήταν «η χειρότερη χρονιά όλων των εποχών» είναι εν μέρει προϊόν του Διαδικτύου, του τρόπου δηλαδή με τον οποίο εισπράττουμε την επικαιρότητα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Όλα μοιάζουν τόσο επιθετικά. Και φοβάμαι ότι αυτή η αίσθηση αδιάκοπου συναισθηματικού βομβαρδισμού θα ενταθεί, ανεξάρτητα από το περιεχόμενο της επικαιρότητας.
Έτσι κι αλλιώς, κάποιος θα γράφει κάθε λίγα λεπτά «η χειρότερη χρονιά όλων των εποχών» μέχρι να τελειώσει το 2016 κι ύστερα κάποιος άλλος θα γράφει το ίδιο για το 2017. Η αφορμή μπορεί να είναι κάποια είδηση από το στρατόπεδο του Τραμπ ή κάποια καινούργια ανάρτηση από την Μπάνα Αλαμπέντ, το επτάχρονο κοριτσάκι που περιμένει τον θάνατο στο Χαλέπι. Η ικανότητά μας να αλλάζουμε τα πράγματα δεν αυξάνεται κατ' αναλογία με την ικανότητά μας να μαθαίνουμε γι' αυτά. Όχι, το 2016 δεν είναι η χειρότερη χρονιά όλων των εποχών, είναι όμως η χρονιά που άρχισα να καταλαβαίνω ότι το Διαδίκτυο αυξάνει την αίσθηση της αδυναμίας που έχει κανείς όταν η σφαίρα των πραγμάτων που μπορεί να επηρεάσει παραμένει στατική, ενώ η σφαίρα εκείνων που μπορεί να τον επηρεάσουν επεκτείνεται διαρκώς.
(*) Η Τζία Τολεντίνο είναι αρθρογράφος του New Yorker
Πηγή: New Yorker
Δημοσιεύτηκε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στις 16.12.2016
Κυκλοφορεί τελευταία μια ιδέα στο Twitter, που συνίσταται στο να αναρτάς δύο φωτογραφίες: τη μία όπως ήσουν στις αρχές του 2016 και την άλλη όπως είσαι στο τέλος του. Μια από τις πιο δημοφιλείς αναρτήσεις
είναι ένας νέος Λεονάρντο ΝτιΚάπριο στον «Τιτανικό» έναντι ενός παγωμένου ΝτιΚάπριο στην «Επιστροφή». Μια άλλη είναι το Άγαλμα της Ελευθερίας όπως είναι σήμερα έναντι του ίδιου αγάλματος από τον «Πλανήτη των Πιθήκων». Το αστείο βέβαια πίσω από αυτή την ιδέα είναι ότι το 2016 ήταν μια κακή, πολύ κακή χρονιά.
Το φαινόμενο αυτό είναι συχνό. Έχουμε βραχεία συλλογική μνήμη και μια τάση να θυμόμαστε τα δυσάρεστα γεγονότα πιο έντονα από τα ευχάριστα. Όμως το 2016 έχει πράγματι σοβαρές πιθανότητες να ανακηρυχθεί μια από τις χειρότερες χρονιές της σύγχρονης εποχής. Ακόμη και πριν από τις αμερικανικές εκλογές, είχα την αίσθηση ότι η χρονιά αυτή ήταν μια άυπνη νύχτα στη διάρκεια της οποίας δεχόμουν στο τηλέφωνό μου ατελείωτους εφιάλτες. Υπήρξε ο Ζίκα. Κάθε τόσο γίνονταν τρομοκρατικές επιθέσεις, περιλαμβανομένων των επιθέσεων στις Βρυξέλλες και τη Νίκαια. Τον Ιούνιο, πενήντα άνθρωποι σκοτώθηκαν σε ένα γκέι κλαμπ στο Ορλάντο. Τον επόμενο μήνα, έχασαν τη ζωή τους 292 άνθρωποι από την έκρηξη ενός παγιδευμένου αυτοκινήτου στη Βαγδάτη. Πέθανε ο Ντέιβιντ Μπόουι, όπως και ο Πρινς, ο Μοχάμεντ Αλι και ο Λέοναρντ Κοέν. Στις 5 Ιουλίου, ο Αλτον Στέρλινγκ εκελέστηκε εξ επαφής από αστυνομικούς στο Μπατόν Ρουζ. Την επόμενη, δολοφονήθηκε ο Φιλάντο Καστίλε στη Μινεσότα: οι τελευταίες του στιγμές καταγράφηκαν σε βίντεο από τη φίλη του. Στις 7 Ιουλίου, σκοτώθηκαν πέντε αστυνομικοί στο Ντάλας.
Κι ύστερα, φυσικά, ήταν οι αμερικανικές εκλογές. Οι εβδομάδες μετά την 8η Νοεμβρίου έμοιαζαν με την επόμενη μιας φυσικής καταστροφής. Τα εγκλήματα μίσους αυξήθηκαν. Οι σβάστικες έγιναν πάλι της μόδας. Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ είναι η δικαίωση των προκαταλήψεων και μια ένδειξη επικείμενης παγκόσμιας αστάθειας. Μια εβδομάδα μετά τις εκλογές, ο Βόρειος Πόλος ήταν 2 βαθμούς Κελσίου θερμότερες από το κανονικό. Η Βενεζουέλα χρεοκόπησε. Στην Τουρκία παραβιάζονται συστηματικά τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στο Χαλέπι έχει καταρρεύσει κάθε έννοια ανθρωπισμού. Η εξουσία συγκεντρώνεται παντού στα χέρια της πιο σκληρής και άκαρδης Δεξιάς.
Το να λες όμως ότι το 2016 ήταν μια από τις χειρότερες χρονιές της σύγχρονης εποχής δεν σημαίνει τίποτα. Είναι σαν να προσεύχεσαι το 2017 να είναι μια καλύτερη χρονιά κάτι που δεν θα συμβεί. Ο κόσμος χαρακτηρίζεται από μια συνέχεια. Τίποτα δεν αλλάζει σε μια νύχτα. Άλλωστε, ο Στίβεν Πίνκερ υποστήριξε σε ένα βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 2011 ότι ο κόσμος γίνεται με τα χρόνια όλο και λιγότερο βίαιος. Αυτό που μας πονάει περισσότερο σήμερα, νομίζω, είναι αυτή η αίσθηση της απροσδόκητης περιχαράκωσης, ο φόβος ότι πολλές δεκαετίες σταδιακής προόδου θα τιναχθούν στον αέρα από έναν θερμοκέφαλο δημαγωγό που μοιάζει να κάνει τα πάντα με βάση τη διαίσθησή του. Δύο ημέρες μετά τις εκλογές, η Ζέιντι Σμιθ μίλησε στο πλήθος στο Βερολίνο. «Ο λόγος που μαζεύονται σύννεφα στα μυθιστορήματά μου», είπε, «δεν είναι ότι αυτό που ήταν τέλειο αποδείχθηκε άδειο, αλλά ότι αυτό που είχε αρχίσει να μοιάζει δυνατό και εξακολουθεί να θεωρείται από εκατομμύρια ανθρώπους πιθανό αποκηρύσσεται τώρα σαν να μην μπορούσε να υπάρξει ποτέ».
Η ελπίδα έχει πετάξει μακριά μας, αλλά αργά ή γρήγορα θα επιστρέψει. Αυτό που φοβάμαι είναι οι συνθήκες που θα επιτρέψουν στην ελπίδα να ζήσει. Με ανησυχεί ότι η αίσθηση πως το 2016 ήταν «η χειρότερη χρονιά όλων των εποχών» είναι εν μέρει προϊόν του Διαδικτύου, του τρόπου δηλαδή με τον οποίο εισπράττουμε την επικαιρότητα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Όλα μοιάζουν τόσο επιθετικά. Και φοβάμαι ότι αυτή η αίσθηση αδιάκοπου συναισθηματικού βομβαρδισμού θα ενταθεί, ανεξάρτητα από το περιεχόμενο της επικαιρότητας.
Έτσι κι αλλιώς, κάποιος θα γράφει κάθε λίγα λεπτά «η χειρότερη χρονιά όλων των εποχών» μέχρι να τελειώσει το 2016 κι ύστερα κάποιος άλλος θα γράφει το ίδιο για το 2017. Η αφορμή μπορεί να είναι κάποια είδηση από το στρατόπεδο του Τραμπ ή κάποια καινούργια ανάρτηση από την Μπάνα Αλαμπέντ, το επτάχρονο κοριτσάκι που περιμένει τον θάνατο στο Χαλέπι. Η ικανότητά μας να αλλάζουμε τα πράγματα δεν αυξάνεται κατ' αναλογία με την ικανότητά μας να μαθαίνουμε γι' αυτά. Όχι, το 2016 δεν είναι η χειρότερη χρονιά όλων των εποχών, είναι όμως η χρονιά που άρχισα να καταλαβαίνω ότι το Διαδίκτυο αυξάνει την αίσθηση της αδυναμίας που έχει κανείς όταν η σφαίρα των πραγμάτων που μπορεί να επηρεάσει παραμένει στατική, ενώ η σφαίρα εκείνων που μπορεί να τον επηρεάσουν επεκτείνεται διαρκώς.
(*) Η Τζία Τολεντίνο είναι αρθρογράφος του New Yorker
Πηγή: New Yorker
Δημοσιεύτηκε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στις 16.12.2016
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου