Οι Συνθήκες της Ρώμης του 1957 είναι οι δύο διεθνείς συνθήκες με τις οποίες ιδρύθηκαν η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (ΕΥΡΑΤΟΜ), από τις οποίες προήλθε η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Υπεγράφησαν από εκπροσώπους του Βελγίου, της Δυτικής Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, του Λουξεμβούργου και της Ολλανδίας στις 25 Μαρτίου1957 και η ημερομηνία υπογραφής τους θεωρείται η επίσημη ημερομηνία γέννησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα προηγηθέντα
Μετά την υπογραφή της συνθήκης των Παρισίων, η διαδικασία για τη συνεργασία μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα είχε γνωρίσει δύο μεγάλες αποτυχίες. Πρώτα ναυάγησαν οι διαπραγματεύσεις για την Ευρωπαϊκή Αμυντική Κοινότητα (ΕΑΚ). Το σχέδιο των ευρωπαϊστών για δημιουργία κοινού ευρωπαϊκού στρατού, που θα λειτουργούσε ως αντίβαρο του σοβιετικού στρατού, απορρίφθηκε από τη Γαλλική Εθνοσυνέλευση το 1954. Η αποτυχία αυτή ανέτρεψε επίσης τα σχέδια για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Κοινότητα (ΕΠΚ), η οποία αποσκοπούσε στη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας με διπλό κοινοβούλιο. Εν τέλει η αποτυχία των υπερφιλόδοξων σχεδίων των ευρωπαϊστών για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση τους οδήγησε στην αναζήτηση πρακτικότερων πεδίων, καταλήγοντας έτσι στην απόφαση για οικονομική συνεργασία.
Η Συνθήκη για την ίδρυση της ΕΟΚ
Η συνθήκη αυτή, συνέχεια της Συνθήκης των Παρισίων, προέβλεπε τη δημιουργία μιας κοινής αγοράς βασισμένης στην τελωνειακή ένωση των προαναφερθέντων κρατών. Τα θέματα αυτά είχαν τεθεί ήδη από τη διάσκεψη της Μασσαλίας, τον Ιούνιο του 1955. Με τη συνθήκη αυτή επίσης αποφασίστηκε η συγκρότηση ειδικού συμβουλευτικού οργάνου, της Συνέλευσης, με έδρα το Στρασβούργο και αποτελούμενου από 142 μέλη, διοριζόμενα από τα κοινοβούλια των έξι κρατών, το οποίο το 1962 ονομάστηκε Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η συνθήκη τέθηκε επισήμως σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1958.
Με τη συνθήκη αυτή, μεταξύ άλλων, προβλέπονταν:
Θεμελιώδης ήταν, τέλος, και η πρόβλεψη για την απαγόρευση των διακρίσεων κατά φυσικών και νομικών προσώπων λόγω εθνικότητας από τις αρχές κάθε κράτους-μέλους.
Η Σύμβαση για ορισμένα κοινά όργανα των ΕΚ
Το τρίτο και τελευταίο διεθνές κείμενο που υπογράφηκε την ίδια ημέρα στη Ρώμη ήταν η Σύμβαση σχετικά με ορισμένα κοινά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Με αυτή προβλεπόταν η συγχώνευση ορισμένων οργάνων των τριών ΕΚ που καλούνταν να εκπληρώσουν ανάλογες αποστολές, εφόσον θα ετίθεντο σε ισχύ και οι δύο νέες Συνθήκες και δεδομένου ότι τα όργανα της ΕΚΑΧ βρίσκονταν σε λειτουργία ήδη από το 1952. Επρόκειτο για τις τρεις Συνελεύσεις, τα τρία Δικαστήρια και τις δύο Οικονομικές και Κοινωνικές Επιτροπές (η ΕΚΑΧ δε διέθετε τέτοια), που θα τα αντικαθιστούσαν μία ενιαία Συνέλευση, ένα ενιαίο Δικαστήριο και μία ενιαία Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αντίστοιχα.
Υπεγράφησαν από εκπροσώπους του Βελγίου, της Δυτικής Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας, του Λουξεμβούργου και της Ολλανδίας στις 25 Μαρτίου1957 και η ημερομηνία υπογραφής τους θεωρείται η επίσημη ημερομηνία γέννησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα προηγηθέντα
Μετά την υπογραφή της συνθήκης των Παρισίων, η διαδικασία για τη συνεργασία μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα είχε γνωρίσει δύο μεγάλες αποτυχίες. Πρώτα ναυάγησαν οι διαπραγματεύσεις για την Ευρωπαϊκή Αμυντική Κοινότητα (ΕΑΚ). Το σχέδιο των ευρωπαϊστών για δημιουργία κοινού ευρωπαϊκού στρατού, που θα λειτουργούσε ως αντίβαρο του σοβιετικού στρατού, απορρίφθηκε από τη Γαλλική Εθνοσυνέλευση το 1954. Η αποτυχία αυτή ανέτρεψε επίσης τα σχέδια για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Κοινότητα (ΕΠΚ), η οποία αποσκοπούσε στη δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας με διπλό κοινοβούλιο. Εν τέλει η αποτυχία των υπερφιλόδοξων σχεδίων των ευρωπαϊστών για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση τους οδήγησε στην αναζήτηση πρακτικότερων πεδίων, καταλήγοντας έτσι στην απόφαση για οικονομική συνεργασία.
Η Συνθήκη για την ίδρυση της ΕΟΚ
Η συνθήκη αυτή, συνέχεια της Συνθήκης των Παρισίων, προέβλεπε τη δημιουργία μιας κοινής αγοράς βασισμένης στην τελωνειακή ένωση των προαναφερθέντων κρατών. Τα θέματα αυτά είχαν τεθεί ήδη από τη διάσκεψη της Μασσαλίας, τον Ιούνιο του 1955. Με τη συνθήκη αυτή επίσης αποφασίστηκε η συγκρότηση ειδικού συμβουλευτικού οργάνου, της Συνέλευσης, με έδρα το Στρασβούργο και αποτελούμενου από 142 μέλη, διοριζόμενα από τα κοινοβούλια των έξι κρατών, το οποίο το 1962 ονομάστηκε Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η συνθήκη τέθηκε επισήμως σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1958.
Με τη συνθήκη αυτή, μεταξύ άλλων, προβλέπονταν:
- η συγκρότηση μονίμων οργάνων για τη συνεργασία μεταξύ των κρατών-μελών (Συνέλευση, Συμβούλιο, Επιτροπή και Δικαστήριο). Το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα είχαν την εξουσία να θεσπίζουν κανόνες με δεσμευτικές πράξεις (Κανονισμούς, Οδηγίες και Αποφάσεις, το λεγόμενο παράγωγο δίκαιο) για την επίτευξη των στόχων της συνθήκης και τη δημιουργία μιας νέας υπερεθνικής έννομης τάξης, της κοινοτικής, στην καθιέρωση της οποίας θα συντελούσε καταλυτικά το Δικαστήριο.
- η δημιουργία μιας Κοινής Αγοράς εντός δώδεκα ετών, σε τρεις διαδοχικές φάσεις διάρκειας τεσσάρων ετών η καθεμία, που θα θεμελιωνόταν σε τέσσερις ελευθερίες:
- ελευθερία κυκλοφορίας εμπορευμάτων στο πλαίσιο μιας τελωνειακής ένωσης, στην οποία θα καταργούνταν οι δασμοί και οι ποσοτικοί περιορισμοί και θα υιοθετούνταν ένα κοινό εξωτερικό δασμολόγιο. Το 1968 σε εφαρμογή των αποφάσεων της Συνθήκης καταργήθηκαν μεταξύ των έξι κρατών μελών οι δασμοί για μια σειρά από προϊόντα.
- ελευθερία κυκλοφορίας προσώπων, ειδικότερα μισθωτών εργαζομένων και μη μισθωτών επαγγελματιών (δικαίωμα εγκατάστασης),
- ελευθερία κυκλοφορίας υπηρεσιών και
- ελευθερία κυκλοφορίας κεφαλαίων,
- η υιοθέτηση μιας κοινής αγροτικής πολιτικής και εφαρμογή εναρμονισμένου συστήματος υποστηρίξεώς της. Σε εφαρμογή αυτού του όρου προβλεπόταν η ίδρυση κοινού γεωργικού ταμείου. Η εφαρμογή της υπήρξε από τους πρώτους στόχους των καρτών μελών, έτσι ήδη από το 1962 εγκρίνεται κοινή τιμολογιακή πολιτική για μια σειρά προϊόντων.
- η υιοθέτηση μιας κοινής πολιτικής στον τομέα των μεταφορών,
- η θέσπιση κοινών κανόνων προστασίας του ανταγωνισμού από καρτέλ, μονοπώλια και αθέμιτες κρατικές ενισχύσεις (προστατευτισμό),
- η υιοθέτηση μιας κοινής εμπορικής πολιτικής έναντι των τρίτων χωρών,
- σε πρώιμο στάδιο, μία απόπειρα κοινωνικής πολιτικής με την ίδρυση ενός Ευρωπαϊκού Κοινωνκού Ταμείου και
- η ίδρυση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.
Θεμελιώδης ήταν, τέλος, και η πρόβλεψη για την απαγόρευση των διακρίσεων κατά φυσικών και νομικών προσώπων λόγω εθνικότητας από τις αρχές κάθε κράτους-μέλους.
Η Συνθήκη για την ίδρυση της ΕΥΡΑΤΟΜ.
Με τη συνθήκη αυτή, που υπεγράφη την ίδια μέρα με την προηγούμενη, προβλεπόταν η συνεργασία στον τομέα της εκμετάλλευσης της ατομικής ενέργειας. Στη λογική της παλαιότερης Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, ετίθετο υπό κοινή εποπτεία η παραγωγή ατομικής ενέργειας, του ισχυρότερου όπλου την εποχή εκείνη. Ενώ η Συνθήκη για την ίδρυση της ΕΚΑΧ είχε όριο 50 ετών, δηλαδή λήξη στις 23 Ιουλίου 2002, αυτή για την ίδρυση της ΕΥΡΑΤΟΜ συμφωνήθηκε διαρκής. Με τη συνθήκη αυτήν προβλεπόταν η συνδιαχείριση στην παραγωγή ατομικής ενέργειας, για την κάλυψη των αναγκών των μελών, και η πώληση των πλεονασμάτων σε κράτη μη-μέλη.
Η Σύμβαση για ορισμένα κοινά όργανα των ΕΚ
Το τρίτο και τελευταίο διεθνές κείμενο που υπογράφηκε την ίδια ημέρα στη Ρώμη ήταν η Σύμβαση σχετικά με ορισμένα κοινά όργανα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Με αυτή προβλεπόταν η συγχώνευση ορισμένων οργάνων των τριών ΕΚ που καλούνταν να εκπληρώσουν ανάλογες αποστολές, εφόσον θα ετίθεντο σε ισχύ και οι δύο νέες Συνθήκες και δεδομένου ότι τα όργανα της ΕΚΑΧ βρίσκονταν σε λειτουργία ήδη από το 1952. Επρόκειτο για τις τρεις Συνελεύσεις, τα τρία Δικαστήρια και τις δύο Οικονομικές και Κοινωνικές Επιτροπές (η ΕΚΑΧ δε διέθετε τέτοια), που θα τα αντικαθιστούσαν μία ενιαία Συνέλευση, ένα ενιαίο Δικαστήριο και μία ενιαία Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αντίστοιχα.
Οι αντιπροσωπείες
Τα κράτη που υπέγραψαν τη συνθήκη εκπροσωπούνταν ως εξής:
Το Βέλγιο από τους Paul-Henri Spaak και J. Ch. Snoy et d'Oppuers.
Η Γερμανία από τους Konrad Adenauer και Walter Hallstein.
Η Γαλλία από τους Christian Pineau και Maurice Faure.
Η Ιταλία από τους Antonio Segni και Gaetano Martino.
Το Λουξεμβούργο από τους Joseph Bech και Lambert Schaus.
Η Ολλανδία από τους Joseph Luns και J. Linthorst Homan.
Η ιστορική σημασία της Συνθήκης
Αν και οι ρυθμίσεις των Συνθηκών κατά βάση αφορούσαν θέματα οικονομικής συνεργασίας, οδήγησαν τελικά στην προώθηση της ιδέας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Το κείμενό τους θεωρείται από τα βασικά "συνταγματικά" κείμενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ο πρώτος της Καταστατικός χάρτης). Η επέτειος των 60 χρόνων από την υπογραφή των Συνθηκών εορτάζεται αύριο, στις 25 Μαρτίου, στη Ρώμη.
Πηγή: el.wikipedia.org
Τα κράτη που υπέγραψαν τη συνθήκη εκπροσωπούνταν ως εξής:
Το Βέλγιο από τους Paul-Henri Spaak και J. Ch. Snoy et d'Oppuers.
Η Γερμανία από τους Konrad Adenauer και Walter Hallstein.
Η Γαλλία από τους Christian Pineau και Maurice Faure.
Η Ιταλία από τους Antonio Segni και Gaetano Martino.
Το Λουξεμβούργο από τους Joseph Bech και Lambert Schaus.
Η Ολλανδία από τους Joseph Luns και J. Linthorst Homan.
Η ιστορική σημασία της Συνθήκης
Αν και οι ρυθμίσεις των Συνθηκών κατά βάση αφορούσαν θέματα οικονομικής συνεργασίας, οδήγησαν τελικά στην προώθηση της ιδέας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Το κείμενό τους θεωρείται από τα βασικά "συνταγματικά" κείμενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ο πρώτος της Καταστατικός χάρτης). Η επέτειος των 60 χρόνων από την υπογραφή των Συνθηκών εορτάζεται αύριο, στις 25 Μαρτίου, στη Ρώμη.
Πηγή: el.wikipedia.org
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου