"Για να επαληθευθούν οι θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για το 2017 και μετά, απαιτείται η άμεση ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης" ανέφερε σήμερα την ομιλία του ο Διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, στο συνέδριο που οργανώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή. Τόνισε δε ότι μετά την ολοκλήρωσή της ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στα ακόλουθα:
Σχετική ανάρτηση:
26 Μαρτίου 2017 Γ. Στουρνάρας: «Το μυαλό μας, η βασικότερη πηγή πλούτου»
- Άρση των εμποδίων που υπάρχουν ακόμη για τις ιδιωτικοποιήσεις.
- Αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
- Αντιμετώπιση του προβλήματος του υψηλού δημόσιου χρέους και ρεαλιστική αναπροσαρμογή των δημοσιονομικών στόχων.
- Αλλαγή στο μίγμα της δημοσιονομικής προσαρμογής, ώστε να καταστεί πιο φιλικό προς την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη και
- Αντιμετώπιση του προβλήματος της μακροχρόνιας ανεργίας.
Ένα απόσπασμα από την ομιλία του, κυρίως όσον αφορά το τι πρέπει να γίνει ακόμα, στη συνέχεια:
Ομιλία του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννη Στουρνάρα
Ομιλία του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννη Στουρνάρα
στο συνέδριο με θέμα «Κρίση – Μεταρρυθμίσεις – Ανάπτυξη» που οργανώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή
Πολλές από τις κακοδαιμονίες που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σήμερα έχουν τη ρίζα τους στη διαχρονική σχέση των δύο βασικών εννοιών «μεταρρυθμίσεις» και «ανάπτυξη». Η ανάπτυξη, που στο παρελθόν ήταν εσωστρεφής, στηρίχθηκε σε υπερβολικό δανεισμό και όχι σε μεταρρυθμίσεις. Ανάπτυξη που δεν μπορεί να επιτευχθεί στο μέλλον, χωρίς εξωστρέφεια, βιωσιμότητα χρέους και μεταρρυθμίσεις στο παρόν.
Είμαστε επτά χρόνια σε πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής και υπάρχει συχνά η πεποίθηση ότι η προσαρμογή είναι συνώνυμη των μέτρων λιτότητας. Όμως, πέρα από τα μέτρα που ελήφθησαν για να διορθωθούν τα πρωτοφανή δίδυμα ελλείμματα, τα οποία ευθύνονται για την ελληνική κρίση, γίνεται παράλληλα μεγάλη προσπάθεια μεταρρύθμισης της ελληνικής οικονομίας, ώστε να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά μιας σύγχρονης οικονομίας και, βασιζόμενη στα ισχυρά συγκριτικά της πλεονεκτήματα, να μπορέσει να εξασφαλίσει βιώσιμη ανάπτυξη...
Πρέπει όμως να γίνουν πολλά ακόμα
Παρά τη σημαντική πρόοδο που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια και την ανάκτηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας σε όρους κόστους εργασίας, οι εξαγωγές αγαθών υπολείπονται του επιπέδου που θα αναμενόταν με βάση τις ιστορικές συσχετίσεις μεταξύ των μεγεθών. Αυτό μπορεί σε μεγάλο βαθμό να αποδοθεί στην έλλειψη επαρκούς χρηματοδότησης, στο υψηλότερο κόστος μακροπρόθεσμου δανεισμού, στην αυξημένη αβεβαιότητα, καθώς και στο ότι οι μεταρρυθμίσεις στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών και στη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης και της δικαιοσύνης έχουν καθυστερήσει σε σχέση με τις μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη γίνει στην αγορά εργασίας.
Για να επαληθευθούν οι θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για το 2017 και μετά, απαιτείται η άμεση ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, η οποία έχει καθυστερήσει περισσότερο από ένα έτος. Η καθυστέρηση αυτή δημιουργεί αβεβαιότητα, που έχει αρχίσει εδώ και μήνες να επιδρά δυσμενώς σε όλους τους δείκτες της οικονομίας, θέτοντας εν αμφιβόλω όλους ανεξαιρέτως τους στόχους του τρέχοντος έτους, αναπτυξιακούς, δημοσιονομικούς, χρηματοπιστωτικούς.
Μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στα ακόλουθα:
1ον Άρση των εμποδίων που υπάρχουν ακόμη και για τις ιδιωτικοποιήσεις που έχουν ήδη εγκριθεί και περαιτέρω προώθηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και αξιοποίησης της ακίνητης δημόσιας περιουσίας, μέσω των κατάλληλων χρήσεων γης.
2ον Αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, το οποίο αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και την ελληνική οικονομία, με έμφαση στην αποπληρωμή των δανείων των λεγόμενων «στρατηγικών κακοπληρωτών». Αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε εξέλιξη πρωτοβουλίες για την καθιέρωση ενός πλαισίου διευθέτησης του ιδιωτικού χρέους, που θα χαρακτηρίζεται από ταχύτερες και αποτελεσματικότερες διαδικασίες. Αυτές οι πρωτοβουλίες περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων:
• Τη δημιουργία δευτερογενούς αγοράς μη εξυπηρετούμενων δανείων.
• Την αναθεώρηση του Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών, με σκοπό τη διαφάνεια, αποτελεσματικότητα και, όπου ενδείκνυται, ευελιξία στην αντιμετώπιση των συνεργάσιμων δανειοληπτών, που δυσκολεύονται να εξυπηρετήσουν το χρέος τους.
• Μια σειρά από στόχους και βασικούς δείκτες επιδόσεων, με σκοπό τη μείωση του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά 38% (ή περίπου 40 δισεκ. ευρώ) μέχρι το τέλος του 2019...
3ον Αντιμετώπιση του προβλήματος του υψηλού δημόσιου χρέους και ρεαλιστική αναπροσαρμογή των δημοσιονομικών στόχων. Η υλοποίηση των βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους στο πλαίσιο των αποφάσεων του Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου 2016 είναι ένα θετικό βήμα, καθώς τα μέτρα αυτά αναμένεται να μειώσουν το δημόσιο χρέος, έως το 2060 κατά 20 περίπου ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ καθώς και τις ετήσιες ακαθάριστες δανειακές ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου χρέος κατά 5 περίπου ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Ωστόσο, η διασφάλιση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους απαιτεί την ανάληψη πρόσθετων μεσο-μακροπρόθεσμων μέτρων.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, που έχουν ήδη δημοσιοποιηθεί, είναι συμβατή η βιωσιμότητα του χρέους με τη μείωση του δημοσιονομικού στόχου μετά το 2020 σε πρωτογενές πλεόνασμα 2,0% του ΑΕΠ (από 3,5%), εάν συνδυαστεί με ήπια μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, όπως για παράδειγμα με επιμήκυνση της μέσης σταθμισμένης περιόδου αποπληρωμής των τόκων του EFSF κατά 8,5 χρόνια. Τα χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, σε συνδυασμό με την υλοποίηση των συμφωνηθεισών μεταρρυθμίσεων, τις ιδιωτικοποιήσεις και τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους θα συμβάλουν στην παγίωση της εμπιστοσύνης και στην ενίσχυση της οικονομικής ανάκαμψης και θα διευκολύνουν τη διατηρήσιμη επιστροφή στις χρηματοπιστωτικές αγορές μετά τη λήξη του προγράμματος.
4ον Αλλαγή στο μίγμα της δημοσιονομικής προσαρμογής, ώστε να καταστεί πιο φιλικό προς την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη. Κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί με: (α) επανεξέταση όλων των δημοσίων δαπανών με σκοπό την επαναστόχευσή τους, την ενίσχυση των ποικίλων μηχανισμών κινήτρων που εμπεριέχονται σε αυτές και τελικά τη μείωσή τους, (β) την αξιολόγηση των δομών του Δημοσίου και των δημόσιων οργανισμών, (γ) την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και (δ) τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.
5ον Αντιμετώπιση του προβλήματος της μακροχρόνιας ανεργίας. Οι ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης και τα προγράμματα κατάρτισης καθώς και η αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας θα συμβάλουν στη μείωση της ανεργίας, επενεργώντας θετικά και στα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές.
Πηγή: bankofgreece.gr 27.03.2017
Διαβάστε Ολόκληρη την ομιλία του Γιάννη Στουρνάρα στο:
Ομιλία του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννη Στουρνάρα στο συνέδριο με θέμα «Κρίση – Μεταρρυθμίσεις – Ανάπτυξη» που οργανώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή
Πολλές από τις κακοδαιμονίες που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σήμερα έχουν τη ρίζα τους στη διαχρονική σχέση των δύο βασικών εννοιών «μεταρρυθμίσεις» και «ανάπτυξη». Η ανάπτυξη, που στο παρελθόν ήταν εσωστρεφής, στηρίχθηκε σε υπερβολικό δανεισμό και όχι σε μεταρρυθμίσεις. Ανάπτυξη που δεν μπορεί να επιτευχθεί στο μέλλον, χωρίς εξωστρέφεια, βιωσιμότητα χρέους και μεταρρυθμίσεις στο παρόν.
Είμαστε επτά χρόνια σε πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής και υπάρχει συχνά η πεποίθηση ότι η προσαρμογή είναι συνώνυμη των μέτρων λιτότητας. Όμως, πέρα από τα μέτρα που ελήφθησαν για να διορθωθούν τα πρωτοφανή δίδυμα ελλείμματα, τα οποία ευθύνονται για την ελληνική κρίση, γίνεται παράλληλα μεγάλη προσπάθεια μεταρρύθμισης της ελληνικής οικονομίας, ώστε να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά μιας σύγχρονης οικονομίας και, βασιζόμενη στα ισχυρά συγκριτικά της πλεονεκτήματα, να μπορέσει να εξασφαλίσει βιώσιμη ανάπτυξη...
Πρέπει όμως να γίνουν πολλά ακόμα
Παρά τη σημαντική πρόοδο που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια και την ανάκτηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας σε όρους κόστους εργασίας, οι εξαγωγές αγαθών υπολείπονται του επιπέδου που θα αναμενόταν με βάση τις ιστορικές συσχετίσεις μεταξύ των μεγεθών. Αυτό μπορεί σε μεγάλο βαθμό να αποδοθεί στην έλλειψη επαρκούς χρηματοδότησης, στο υψηλότερο κόστος μακροπρόθεσμου δανεισμού, στην αυξημένη αβεβαιότητα, καθώς και στο ότι οι μεταρρυθμίσεις στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών και στη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης και της δικαιοσύνης έχουν καθυστερήσει σε σχέση με τις μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη γίνει στην αγορά εργασίας.
Για να επαληθευθούν οι θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για το 2017 και μετά, απαιτείται η άμεση ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, η οποία έχει καθυστερήσει περισσότερο από ένα έτος. Η καθυστέρηση αυτή δημιουργεί αβεβαιότητα, που έχει αρχίσει εδώ και μήνες να επιδρά δυσμενώς σε όλους τους δείκτες της οικονομίας, θέτοντας εν αμφιβόλω όλους ανεξαιρέτως τους στόχους του τρέχοντος έτους, αναπτυξιακούς, δημοσιονομικούς, χρηματοπιστωτικούς.
Μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στα ακόλουθα:
1ον Άρση των εμποδίων που υπάρχουν ακόμη και για τις ιδιωτικοποιήσεις που έχουν ήδη εγκριθεί και περαιτέρω προώθηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και αξιοποίησης της ακίνητης δημόσιας περιουσίας, μέσω των κατάλληλων χρήσεων γης.
2ον Αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, το οποίο αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και την ελληνική οικονομία, με έμφαση στην αποπληρωμή των δανείων των λεγόμενων «στρατηγικών κακοπληρωτών». Αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε εξέλιξη πρωτοβουλίες για την καθιέρωση ενός πλαισίου διευθέτησης του ιδιωτικού χρέους, που θα χαρακτηρίζεται από ταχύτερες και αποτελεσματικότερες διαδικασίες. Αυτές οι πρωτοβουλίες περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων:
• Τη δημιουργία δευτερογενούς αγοράς μη εξυπηρετούμενων δανείων.
• Την αναθεώρηση του Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών, με σκοπό τη διαφάνεια, αποτελεσματικότητα και, όπου ενδείκνυται, ευελιξία στην αντιμετώπιση των συνεργάσιμων δανειοληπτών, που δυσκολεύονται να εξυπηρετήσουν το χρέος τους.
• Μια σειρά από στόχους και βασικούς δείκτες επιδόσεων, με σκοπό τη μείωση του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά 38% (ή περίπου 40 δισεκ. ευρώ) μέχρι το τέλος του 2019...
3ον Αντιμετώπιση του προβλήματος του υψηλού δημόσιου χρέους και ρεαλιστική αναπροσαρμογή των δημοσιονομικών στόχων. Η υλοποίηση των βραχυπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους στο πλαίσιο των αποφάσεων του Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου 2016 είναι ένα θετικό βήμα, καθώς τα μέτρα αυτά αναμένεται να μειώσουν το δημόσιο χρέος, έως το 2060 κατά 20 περίπου ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ καθώς και τις ετήσιες ακαθάριστες δανειακές ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου χρέος κατά 5 περίπου ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Ωστόσο, η διασφάλιση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους απαιτεί την ανάληψη πρόσθετων μεσο-μακροπρόθεσμων μέτρων.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, που έχουν ήδη δημοσιοποιηθεί, είναι συμβατή η βιωσιμότητα του χρέους με τη μείωση του δημοσιονομικού στόχου μετά το 2020 σε πρωτογενές πλεόνασμα 2,0% του ΑΕΠ (από 3,5%), εάν συνδυαστεί με ήπια μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, όπως για παράδειγμα με επιμήκυνση της μέσης σταθμισμένης περιόδου αποπληρωμής των τόκων του EFSF κατά 8,5 χρόνια. Τα χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, σε συνδυασμό με την υλοποίηση των συμφωνηθεισών μεταρρυθμίσεων, τις ιδιωτικοποιήσεις και τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους θα συμβάλουν στην παγίωση της εμπιστοσύνης και στην ενίσχυση της οικονομικής ανάκαμψης και θα διευκολύνουν τη διατηρήσιμη επιστροφή στις χρηματοπιστωτικές αγορές μετά τη λήξη του προγράμματος.
4ον Αλλαγή στο μίγμα της δημοσιονομικής προσαρμογής, ώστε να καταστεί πιο φιλικό προς την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη. Κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί με: (α) επανεξέταση όλων των δημοσίων δαπανών με σκοπό την επαναστόχευσή τους, την ενίσχυση των ποικίλων μηχανισμών κινήτρων που εμπεριέχονται σε αυτές και τελικά τη μείωσή τους, (β) την αξιολόγηση των δομών του Δημοσίου και των δημόσιων οργανισμών, (γ) την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και (δ) τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.
5ον Αντιμετώπιση του προβλήματος της μακροχρόνιας ανεργίας. Οι ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης και τα προγράμματα κατάρτισης καθώς και η αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας θα συμβάλουν στη μείωση της ανεργίας, επενεργώντας θετικά και στα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές.
Πηγή: bankofgreece.gr 27.03.2017
Διαβάστε Ολόκληρη την ομιλία του Γιάννη Στουρνάρα στο:
Ομιλία του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννη Στουρνάρα στο συνέδριο με θέμα «Κρίση – Μεταρρυθμίσεις – Ανάπτυξη» που οργανώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή
26 Μαρτίου 2017 Γ. Στουρνάρας: «Το μυαλό μας, η βασικότερη πηγή πλούτου»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου