Στο Θέατρο Γκόρκι στην γερμανική πρωτεύουσα παρουσιάστηκε το έργο «Καθαρή Πόλη» του Ανέστη Αζά και του Πρόδρομου Τσινικόρη. Πέντε μετανάστριες μιλούν για τη ζωή τους στην Ελλάδα. Μέσα από τις προσωπικές τους μαρτυρίες το έργο δείχνει προκαταλήψεις και στερεότυπα για τους ξένους στην ελληνική κοινωνία. Από τη Deutsche Welle:
Τι κοινό έχουν μια αρχιτεκτόνισσα από τις Φιλιππίνες, μια καθηγήτρια ενός πρώην κομματικού πανεπιστημίου στην Αλβανία, μια ασφαλίστρια από τη Βουλγαρία, μια μουσικός από την Μολδαβία και ένα φωτομοντέλο από τη Νότιο Αφρική; Και οι πέντε εργάζονται εδώ και πολλά χρόνια ως καθαρίστριες στην Ελλάδα. Από τον περασμένο χρόνο οι τύχες τους έσμιξαν – τουλάχιστον στη σκηνή. Εδώ και ενάμιση χρόνο είναι πρωταγωνίστριες της παράστασης-ντοκουμέντο «Καθαρή Πόλη» που σκηνοθέτησαν οι διευθυντές της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου Ανέστης Αζάς και Πρόδρομος Τσινικόρης. Αυτή την εβδομάδα το έργο τους ανέβηκε στο Θέατρο Μαξίμ Γκόρκι του Βερολίνου στο πλαίσιο του τρίτου φεστιβάλ τέχνης Βερολινέζικο Φθινοπωρινό Σαλόνι.
Περίπου 100 καλλιτέχνες παρουσιάζουν έργα τα οποία στέκονται επικριτικά απέναντι στα «κατασκευάσματα» ταυτότητα και ενσωμάτωση που βασίζονται σύμφωνα με τους διοργανωτές σε πεπαλαιωμένες αντιλήψεις, πως μια κοινωνία θα πρέπει να είναι ομοιογενής. Αυτός ο προβληματισμός χαρακτηρίζει και την Καθαρή Πόλη.
Ο δραματουργός του θεάτρου Γκόρκι Αλιόσα Μπέγκριτς λέει σχετικά: «Εδώ και καιρό σκεφτόμασταν σε πιο πλαίσιο θα μπορούσαμε να παρουσιάσουμε το έργο στο Βερολίνο. Τελικά επιλέξαμε το φετινό φεστιβάλ μαζί με άλλες δύο θεατρικές παραστάσεις, η μια από την Πολωνία και η άλλη από τη Γερμανία. Πρόκειται για τρία έργα που ασχολούνται με εθνικιστικές και φασιστοειδείς τάσεις στην κοινωνία. Για μας ήταν σημαντικό να δείξουμε ότι αυτά τα προβλήματα δεν αφορούν μόνο μια χώρα αλλά ότι πρόκειται για φαινόμενα που εμφανίζονται και σε άλλες χώρες».
«Έπρεπε να φύγουν απ μέσα μου…»
Για τους δύο σκηνοθέτες ήταν εξαρχής δεδομένο ότι δεν επρόκειτο να παρουσιάσουν τις πρωταγωνίστριες ως θύματα, τονίζει ο Πρόδομος Τσινικόρης. Δεν ήθελαν δηλαδή ένα ριάλιτι σόου όπου «εμφανίζονται άνθρωποι πάνω στη σκηνή, κλαίγονται, ο κόσμος τους λυπάται ή και χαίρεται με τη μιζέρια τους. Αυτό δεν το θέλαμε. Στο έργο μας αυτές οι γυναίκες σίγουρα δεν παρουσιάζονται ως θύματα αλλά ως συγγραφείς της σύγχρονής νεοελληνικής ιστορίας».
Τι κοινό έχουν μια αρχιτεκτόνισσα από τις Φιλιππίνες, μια καθηγήτρια ενός πρώην κομματικού πανεπιστημίου στην Αλβανία, μια ασφαλίστρια από τη Βουλγαρία, μια μουσικός από την Μολδαβία και ένα φωτομοντέλο από τη Νότιο Αφρική; Και οι πέντε εργάζονται εδώ και πολλά χρόνια ως καθαρίστριες στην Ελλάδα. Από τον περασμένο χρόνο οι τύχες τους έσμιξαν – τουλάχιστον στη σκηνή. Εδώ και ενάμιση χρόνο είναι πρωταγωνίστριες της παράστασης-ντοκουμέντο «Καθαρή Πόλη» που σκηνοθέτησαν οι διευθυντές της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου Ανέστης Αζάς και Πρόδρομος Τσινικόρης. Αυτή την εβδομάδα το έργο τους ανέβηκε στο Θέατρο Μαξίμ Γκόρκι του Βερολίνου στο πλαίσιο του τρίτου φεστιβάλ τέχνης Βερολινέζικο Φθινοπωρινό Σαλόνι.
Περίπου 100 καλλιτέχνες παρουσιάζουν έργα τα οποία στέκονται επικριτικά απέναντι στα «κατασκευάσματα» ταυτότητα και ενσωμάτωση που βασίζονται σύμφωνα με τους διοργανωτές σε πεπαλαιωμένες αντιλήψεις, πως μια κοινωνία θα πρέπει να είναι ομοιογενής. Αυτός ο προβληματισμός χαρακτηρίζει και την Καθαρή Πόλη.
Η ιδέα προέκυψε στο Βερολίνο
Στο έργο του Ανέστη Αζά και του Πρόδρομου Τσινικόρη η «καθαριότητα» έχει διπλό συμβολισμό. Από τη μια πλευρά εκφράζει το αντικείμενο της εργασίας των πέντε μεταναστριών, ενώ από την άλλη, η έννοια του «καθαρού» είναι συστατικό στοιχείο της ρατσιστικής ιδεολογίας. Μέσα από τις προσωπικές μαρτυρίες των γυναικών το έργο δείχνει προκαταλήψεις και στερεότυπα για τους ξένους στην ελληνική κοινωνία.
Η ιδέα προέκυψε από συζητήσεις με τη σημερινή διευθύντρια του Γκόρκι Σερμίν Λάνγκχοφ πριν από χρόνια στο Βερολίνο, όταν οι δύο σκηνοθέτες είχαν ανεβάσει το Τηλέμαχος – Should I Stay or Should I Go?. Όπως θυμάται ο Ανέστης Αζάς αρχικά η συζήτηση αφορούσε τη Γερμανία. Στη συνέχεια όμως «σκεφτήκαμε ότι θα είχε πάρα πολύ ενδιαφέρον να πειραματιστούμε, να κάνουμε κάτι αντίστοιχο στην Ελλάδα. Να παρουσιάσουμε δηλαδή ένα πορτραίτο της Ελλάδας από την οπτική γωνία των δικών της ξένων. Είμαστε μια χώρα στην οποία εδώ και πολλά χρόνια ζουν ξένοι. Αυτοί όμως δεν έχουν λόγο στη δημόσια σφαίρα. Δεν έχουμε ξένους που να είναι δημοσιογράφοι, που να είναι πολιτικοί».
Στο έργο του Ανέστη Αζά και του Πρόδρομου Τσινικόρη η «καθαριότητα» έχει διπλό συμβολισμό. Από τη μια πλευρά εκφράζει το αντικείμενο της εργασίας των πέντε μεταναστριών, ενώ από την άλλη, η έννοια του «καθαρού» είναι συστατικό στοιχείο της ρατσιστικής ιδεολογίας. Μέσα από τις προσωπικές μαρτυρίες των γυναικών το έργο δείχνει προκαταλήψεις και στερεότυπα για τους ξένους στην ελληνική κοινωνία.
Η ιδέα προέκυψε από συζητήσεις με τη σημερινή διευθύντρια του Γκόρκι Σερμίν Λάνγκχοφ πριν από χρόνια στο Βερολίνο, όταν οι δύο σκηνοθέτες είχαν ανεβάσει το Τηλέμαχος – Should I Stay or Should I Go?. Όπως θυμάται ο Ανέστης Αζάς αρχικά η συζήτηση αφορούσε τη Γερμανία. Στη συνέχεια όμως «σκεφτήκαμε ότι θα είχε πάρα πολύ ενδιαφέρον να πειραματιστούμε, να κάνουμε κάτι αντίστοιχο στην Ελλάδα. Να παρουσιάσουμε δηλαδή ένα πορτραίτο της Ελλάδας από την οπτική γωνία των δικών της ξένων. Είμαστε μια χώρα στην οποία εδώ και πολλά χρόνια ζουν ξένοι. Αυτοί όμως δεν έχουν λόγο στη δημόσια σφαίρα. Δεν έχουμε ξένους που να είναι δημοσιογράφοι, που να είναι πολιτικοί».
Στο έργο δεν παρουσιάζονται θύματα αλλά γυναίκες με προσωπικότητα
Για τους δύο σκηνοθέτες ήταν εξαρχής δεδομένο ότι δεν επρόκειτο να παρουσιάσουν τις πρωταγωνίστριες ως θύματα, τονίζει ο Πρόδομος Τσινικόρης. Δεν ήθελαν δηλαδή ένα ριάλιτι σόου όπου «εμφανίζονται άνθρωποι πάνω στη σκηνή, κλαίγονται, ο κόσμος τους λυπάται ή και χαίρεται με τη μιζέρια τους. Αυτό δεν το θέλαμε. Στο έργο μας αυτές οι γυναίκες σίγουρα δεν παρουσιάζονται ως θύματα αλλά ως συγγραφείς της σύγχρονής νεοελληνικής ιστορίας».
Παρεμπιπτόντως ο Π. Τσινικόρης επισημαίνει πως γνωρίζει πολύ καλά για την καθημερινότητα αυτών των γυναικών. Στο Βούπερταλ, την πόλη όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, η γιαγιά του εργαζόταν ως καθαρίστρια.
Η παράσταση είναι αποτέλεσμα της συνεργασίας των σκηνοθετών με τις πρωταγωνίστριες. Αυτές διηγούνταν τις εμπειρίες τους και ο Ανέστης Αζάς και ο Πρόδρομος Τσινικόρης τις κατέγραφαν και στη συνεχεία τις επεξεργαζόταν. Το κάθε τι πάντως που λέγεται στο Καθαρή Πόλη έχει βιωματικό υπόβαθρο. Άλλο είναι όμως να διηγηθείς κάτι σε στενό κύκλο και άλλο στη σκηνή μπροστά σε δεκάδες ανθρώπους.
Τα ανάμικτα αισθήματα από τα οποία διακατέχεται η Βουλγάρα Ροσίτσα Πανταλίεβα εκφράζουν σε μεγάλο βαθμό και τις συναδέλφισσες της: «Και για μένα ήταν δύσκολο να μιλήσω σε τόσο κόσμο, να λες για αυτά που δεν έχεις πει ποτέ για τη ζωή σου. Την πρώτη φορά που ανέβηκα στη σκηνή ήταν η σκηνή του θεάτρου που δούλευα. Κανένας δεν ήξερε τι έχω περάσει. Πρώτη φορά τα έλεγα. Ήταν πολύ δύσκολο. Από την άλλη πλευρά χάρηκα που μου δόθηκε η ευκαιρία να τα πω, να φύγουν από μέσα μου».
Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο
Πηγή: Deutsche Welle
Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο
Πηγή: Deutsche Welle
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου