της Αικατερίνης Πολυμέρου-Καμηλάκη* / kathimerini.gr
Την παραμονή των Χριστουγέννων επειδή πιστεύουν ότι με την έναρξη του Δωδεκαημέρου, οι καλλικάντζαροι ανεβαίνουν πάνω στη γη, αφήνοντας στην ησυχία του το δέντρο της ζωής να αναβλαστήσει, και επιδιώκουν να δημιουργήσουν προβλήματα στους ανθρώπους, οι ένοικοι του σπιτιού προσπαθούν να κρατούν αναμμένη τη φωτιά στην εστία. Επιλέγουν μάλιστα ξύλα δέντρων που αργούν να καούν, ακόμη και χλωρά, και τα «παντρεύουν». Και ο αριθμός των ξύλων ή το είδος του δέντρου συμβολίζει τον ιδιοκτήτη του σπιτιού ή το αντρόγυνο ή το αντρόγυνο και τον κουμπάρο.
Στα Άγραφα «Την παραμονή των Χριστουγέννων παντρεύουν τη φωτιά τους. Βάνουν ξύλο αγριοκερασιάς για στοίχειωμα της νοικοκυράς και κέδρου για στοίχειωμα του νοικοκύρη. Και τα βάνουν χλωρά στη φωτιά, για να καούν».
Η φωτιά των Χριστουγέννων και του Δωδεκαημέρου συγκεντρώνει την οικογένεια γύρω από την εστία, όπου και μαντεύει με φύλλα χλωρά ελιάς ή καρυδιάς ή δάφνης ή σούρβα ή κουκούτσια από κρανιές ή φύλλα πρίνου την εξέλιξη της υγείας και ευτυχίας των μελών της και του σπιτιού (υγεία ή θάνατο, ευφορία ή αφορία).
Στην Καστοριά, το βράδυ της παραμονής ανάβουν στο τζάκι τη μεγαλύτερη φωτιά βάζουν τη μεγαλύτερη «κουρφάδα» (=χοντρό κορμό) δέντρου, «για να φασκιώσ’ η αρκούδα».
Την παραμονή των Χριστουγέννων επειδή πιστεύουν ότι με την έναρξη του Δωδεκαημέρου, οι καλλικάντζαροι ανεβαίνουν πάνω στη γη, αφήνοντας στην ησυχία του το δέντρο της ζωής να αναβλαστήσει, και επιδιώκουν να δημιουργήσουν προβλήματα στους ανθρώπους, οι ένοικοι του σπιτιού προσπαθούν να κρατούν αναμμένη τη φωτιά στην εστία. Επιλέγουν μάλιστα ξύλα δέντρων που αργούν να καούν, ακόμη και χλωρά, και τα «παντρεύουν». Και ο αριθμός των ξύλων ή το είδος του δέντρου συμβολίζει τον ιδιοκτήτη του σπιτιού ή το αντρόγυνο ή το αντρόγυνο και τον κουμπάρο.
Στα Άγραφα «Την παραμονή των Χριστουγέννων παντρεύουν τη φωτιά τους. Βάνουν ξύλο αγριοκερασιάς για στοίχειωμα της νοικοκυράς και κέδρου για στοίχειωμα του νοικοκύρη. Και τα βάνουν χλωρά στη φωτιά, για να καούν».
Στην Κέρκυρα βάζουν και τρίτο ξύλο, που συμβολίζει τον κουμπάρο, ενώ στη Λευκάδα ο νοικοκύρης, αφού τοποθετήσουν στη γωνιά δυό ξύλα, (ένα μεγάλο, ίσιο, αρσενικό, και ένα με παραφυάδες, θηλυκό) χύνουν επάνω σ’ αυτά λίγο λάδι και λίγο κρασί, ψάλλοντας δ’ αμέσως το «Ευλογητός ει, Κύριε», ανάβει τα ζευγαρωμένα ξύλα. Έτσι γίνεται το πάντρεμα της γωνιάς.
Στη Θράκη «ο σπιτονοικοκύρης κόβει τρία ξύλα τριών λογιών ίσαμε ένα μέτρο, απού δέντρα π’ κάνουν καρπό, και τα βάζ’ στου τζάκι απού βραδύς του Χριστού θα καίουνται απού λίγου, ώς την παραμονή των Φώτων».
Στην Καστοριά, το βράδυ της παραμονής ανάβουν στο τζάκι τη μεγαλύτερη φωτιά βάζουν τη μεγαλύτερη «κουρφάδα» (=χοντρό κορμό) δέντρου, «για να φασκιώσ’ η αρκούδα».
Στη Ήπειρο την Πρωτοχρονιά συνηθίζουν να ρίχνουν στη φωτιά κλαδί πρίνου, λέγοντας τα εξής:
Καλημέρα κι άη Βασίλης / με τον πέρναρο στα χέρια /
με το διάφορο στο σπίτι / όσα φύλλα και κλαριά, /
τόσα γρόσια και φλουριά.
Στην Κερασούντα του Πόντου την ημέραν των Χριστουγέννων, περί τα ξημερώματα, τα κορίτσια κατέβαιναν στην παραλία, μάζευαν πετραδάκια και τα σκόρπιζαν στο σπίτι. Επίσης έσχιζαν λεπτοκάρυα και τα περνούσαν στα φύλλα κλάδου ελιάς και τα κρεμούσαν στο εικονοστάσι καθώς και στις αυλόθυρες και τα εργαστήρια.
Εκτός από την ελιά κατά τη διάρκεια των αγερμών τα παιδιά κρατούσαν κλαδιά κρανιάς, δένδρου με ιδιαίτερα γερό ξύλο. Στην περιφέρεια Αδριανουπόλεως «το πρωϊ της Πρωτοχρονιάς τα παιδιά, ηλικίας 12-15 ετών, γύριζαν τα σπίτια μ’ ένα κλαδί κρανιάς (σουρβάκια) και σούρβιζαν, δηλ. κτυπούσαν τον νοικοκύρην και τους οικείους εις την ράχιν, λέγοντας:
Καλημέρα κι άη Βασίλης / με τον πέρναρο στα χέρια /
με το διάφορο στο σπίτι / όσα φύλλα και κλαριά, /
τόσα γρόσια και φλουριά.
Στην Κερασούντα του Πόντου την ημέραν των Χριστουγέννων, περί τα ξημερώματα, τα κορίτσια κατέβαιναν στην παραλία, μάζευαν πετραδάκια και τα σκόρπιζαν στο σπίτι. Επίσης έσχιζαν λεπτοκάρυα και τα περνούσαν στα φύλλα κλάδου ελιάς και τα κρεμούσαν στο εικονοστάσι καθώς και στις αυλόθυρες και τα εργαστήρια.
Εκτός από την ελιά κατά τη διάρκεια των αγερμών τα παιδιά κρατούσαν κλαδιά κρανιάς, δένδρου με ιδιαίτερα γερό ξύλο. Στην περιφέρεια Αδριανουπόλεως «το πρωϊ της Πρωτοχρονιάς τα παιδιά, ηλικίας 12-15 ετών, γύριζαν τα σπίτια μ’ ένα κλαδί κρανιάς (σουρβάκια) και σούρβιζαν, δηλ. κτυπούσαν τον νοικοκύρην και τους οικείους εις την ράχιν, λέγοντας:
«Σούρβα, σούρβα, γερό κορμί, / γερό κορμί, γερό σταυρί/. Σαν ασήμι, σα κρανιά / και την χρόν’ γούλ’ γεροί / και καλόκαρδοι !» Αλλού το κλωνάρι της κρανιάς περιτυλίσσουν με χρωματιστές κλωστές και κορδέλλες; Στο Κωστί «κόφτανε ένα κλωνάρι πράσινο ακρανιά και τυλίζασι τη ζώνη την ασημένια, που φορούσαν οι μάννες τους. Έτσι το παιδί πήγαινε πα στο σπίτι με τ’ ασήμι».
Αλλού «μόλις ξημερώση την Αρχιχρονιά, σκοτεινά – σκοτεινά ακόμη, ένα κορίτσι έπαιρνεν ένα κομμάτι δάφνα κ’ επήγαινε στα συγγενικά σπίτια να καλαγγιάση το οτσάκι. Έπρεπε να πάη πρώτη ν’ ανοίξη αυτή την πόρτα. Πήγαινε ίσια στο τζάκι, έρριχνε τη δάφνα μέσ’ στη φωτιά και καούντανε κ’ έλεγε: «Και του χρόνου, καλές δουλειές»...
Αλλού «μόλις ξημερώση την Αρχιχρονιά, σκοτεινά – σκοτεινά ακόμη, ένα κορίτσι έπαιρνεν ένα κομμάτι δάφνα κ’ επήγαινε στα συγγενικά σπίτια να καλαγγιάση το οτσάκι. Έπρεπε να πάη πρώτη ν’ ανοίξη αυτή την πόρτα. Πήγαινε ίσια στο τζάκι, έρριχνε τη δάφνα μέσ’ στη φωτιά και καούντανε κ’ έλεγε: «Και του χρόνου, καλές δουλειές»...
*Η κ. Αικατερίνη Πολυμέρου-Καμηλάκη είναι τ. Διευθύντρια του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών
Πηγή: kathimerini.gr
Πηγή: kathimerini.gr
Απόσπασμα από το "Δένδρα με ψυχή, ιερά, προστατευόμενα…" της Αικατερίνη Πολυμέρου-Καμηλάκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου