Πριν από 85 χρόνια οι ναζί έκαψαν στη Γερμανία όσα βιβλία θεωρούσαν «μη γερμανικά». Βιβλία λογοτεχνίας, ποίησης, φιλοσοφίας αλλά και επιστημονικά συγγράματα από Εβραίους, αριστερούς ή απλά διαφωνούντες, κάηκαν στην πυρά. Από τη Deutsche Welle:
«Αυτό ήταν απλώς ένα πρελούδιο. Εκεί που ο άνθρωπος καίει βιβλία, μπορεί να κάψει και στο τέλος ανθρώπους». Αυτό είχε γράψει προφητικά ο ποιητής Χάινριχ Χάινε, εκατό χρόνια πριν γίνει πραγματικότητα από το ναζιστικό καθεστώς. Το κάψιμο των βιβλίων από τους ναζί στις 10 Μαΐου 1933, λίγο μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, ήταν απλώς ο προάγγελος δραματικών διώξεων εκατοντάδων συγγραφέων που άλλοι εξ αυτών εξορίστηκαν κι άλλοι έχασαν τη ζωή τους. Η προετοιμασία της καύσης των βιβλίων έγινε από το Υπουργείο Προπαγάνδας του Τρίτου Ράιχ υπό τον Γιόζεφ Γκέμπελς με τη συνεργασία δυο φοιτητικών ενώσεων. «Το κράτος κατακτήθηκε, τα πανεπιστήμια όχι ακόμη». Με αυτή τη φράση οι εθνικοσιαλιστές την άνοιξη του 1933 ξεκίνησαν τη μάχη ενάντια στον κόσμο του πνεύματος. Ενδιαφέρον είναι ότι βρήκαν πρόθυμους συνεργούς από τον χώρο των πανεπιστημίων. Και όχι μόνο.
Οι απαγορευμένοι συγγραφείς και η σύμπραξη των βιβλιοπωλών
Όπως ανέφερε σε συνέντευξή του στη Deutsche Welle o Aλεξάντερ Σκίπις, επικεφαλής του Συνδέσμου Γερμανών Εμπόρων Βιβλίων, εκείνη την εποχή ο ίδιος σύνδεσμος βιβλιοπωλών δεν είχε αντιταχθεί στον παραλογισμό των ναζί. Aντίθετα είχε συμμετάσχει ενεργά στο κάψιμο των βιβλίων. Όπως λέει χαρακτηριστικά, ο σύνδεσμος είχε συντάξει μάλιστα λίστες με βιβλία, τις οποίες χρησιμοποίησαν οι ναζί. Επίσης, σημειώνει ο Σπίπις, είχαν δώσει εντολή στα γερμανικά βιβλιοπωλεία να αποσύρουν από τη διανομή ορισμένα «επικίνδυνα» βιβλία κι έτσι με τον τρόπο αυτό υποστήριζαν το καθεστώς. «Επειδή ήλπιζαν ότι θα αποκόμιζαν οικονομικά οφέλη από το καθεστώς. Αυτό που έκαναν στην πράξη είναι να το υποστηρίζουν απροκάλυπτα», λέει ο ίδιος χαρακτηριστικά.
Οι επίμαχες λίστες περιείχαν συγγραφείς που χαρακτηρίζονταν από «αντιγερμανικό πνεύμα». Κυρίως Εβραίοι αλλά και αριστεροί ή αντιφρονούντες, ειρηνιστές, φιλελεύθεροι ή απλώς συγγραφείς με κριτική ματιά. Μεταξύ των βιβλίων που κάηκαν ήταν βιβλία των Μπέρτολντ Μπρεχτ, Χάινριχ Μαν, Άλφρεντ Ντέμπλιν, Έριχ Κέστνερ αλλά και επιστημονικά συγγράμματα του Άλμπερτ Αϊνστάιν και του Ζίγκμουντ Φρόιντ. Αλλά υπήρχαν επίσης και ξένοι συγγραφείς που ενοχλούσαν, όπως ο Έρνεστ Χέμινγουέι ή ο Αντρέ Ζιντ.
Η μανία του Γκέμπελς
Η μεγάλη καύση βιβλίων πραγματοποιήθηκε το βράδυ της 10ης Μαΐου 1933 στην Όπερνπλατς του Βερολίνου, τη σημερινή Μπέμπελπλατς. Κάηκαν πάνω από 20.000 βιβλία. Συμμετείχαν πάνω από 5.000 φοιτητές κρατώντας δάδες, ενώ οι πολίτες που είχαν συγκεντρωθεί για να δουν το θέαμα ήταν δεκάδες χιλιάδες. «Η εποχή της ακραίας Εβραϊκής διανόησης έχει έρθει το τέλος της» έλεγε εκείνο το βράδυ ο Γκέμπελς, παρακινώντας τους φοιτητές να κάψουν με τις δάδες τους τα βιβλία για να αποκαταστήσουν οι ίδιοι το πραγματικό «γερμανικό πνεύμα».
Η θλιβερή αυτή νύχτα όμως στο Βερολίνο δεν ήταν η μοναδική. Ήδη εβδομάδες πριν και μετά τη 10η Μαΐου αντίστοιχες καύσεις βιβλίων έλαβαν χώρα σε πολλές άλλες γερμανικές πόλεις, κυρίως πόλεις με πανεπιστήμια. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση του Φράιμπουργκ, όπου ο τότε πρύτανης του πανεπιστημίου, ο κορυφαίος Γερμανός φιλόσοφος Μάρτιν Χάιντεγκερ, όχι μόνο δεν εναντιώθηκε αλλά συμμετείχε σε αντίστοιχες πράξεις.
Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι η επιλογή για τα βιβλία που ρίχθηκαν στην πυρά είχε μερικές εκπλήξεις. Για παράδειγμα το 1933 δεν είχαν απαγορευθεί ακόμη τα βιβλία του Τόμας Μαν, κάτι που έγινε όμως αργότερα. Ενδιαφέρον επίσης έχει ότι ο συγγραφέας Έριχ Κέστνερ ήταν παρών στην καύση των δικών του βιβλίων. Τον αναγνώρισαν αμέσως μέσα στο πλήθος στο Βερολίνο εκείνο το βράδυ, ωστόσο όμως δεν συνελήφθη. Παρέμεινε στη Γερμανία και απλώς άλλαξε πόλη. Πολλοί άλλοι όμως συγγραφείς απαγορευμένων βιβλίων που παρέμειναν στη Γερμανία δεν είχαν την ίδια τύχη. Πολλοί είτε πέθαναν στη φυλακή είτε εκτελέστηκαν όπως Καρλ φον Οσιέτσκι και ο Έριχ Μίζαμ.
Κρίστοφ Χάσελμπαχ / Δήμητρα Κυρανούδη
Πηγή: Deutsche Welle
«Αυτό ήταν απλώς ένα πρελούδιο. Εκεί που ο άνθρωπος καίει βιβλία, μπορεί να κάψει και στο τέλος ανθρώπους». Αυτό είχε γράψει προφητικά ο ποιητής Χάινριχ Χάινε, εκατό χρόνια πριν γίνει πραγματικότητα από το ναζιστικό καθεστώς. Το κάψιμο των βιβλίων από τους ναζί στις 10 Μαΐου 1933, λίγο μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, ήταν απλώς ο προάγγελος δραματικών διώξεων εκατοντάδων συγγραφέων που άλλοι εξ αυτών εξορίστηκαν κι άλλοι έχασαν τη ζωή τους. Η προετοιμασία της καύσης των βιβλίων έγινε από το Υπουργείο Προπαγάνδας του Τρίτου Ράιχ υπό τον Γιόζεφ Γκέμπελς με τη συνεργασία δυο φοιτητικών ενώσεων. «Το κράτος κατακτήθηκε, τα πανεπιστήμια όχι ακόμη». Με αυτή τη φράση οι εθνικοσιαλιστές την άνοιξη του 1933 ξεκίνησαν τη μάχη ενάντια στον κόσμο του πνεύματος. Ενδιαφέρον είναι ότι βρήκαν πρόθυμους συνεργούς από τον χώρο των πανεπιστημίων. Και όχι μόνο.
10 Μαΐου 1933. Η νύχτα που οι ναζί έκαψαν 20.000 βιβλία
Όπως ανέφερε σε συνέντευξή του στη Deutsche Welle o Aλεξάντερ Σκίπις, επικεφαλής του Συνδέσμου Γερμανών Εμπόρων Βιβλίων, εκείνη την εποχή ο ίδιος σύνδεσμος βιβλιοπωλών δεν είχε αντιταχθεί στον παραλογισμό των ναζί. Aντίθετα είχε συμμετάσχει ενεργά στο κάψιμο των βιβλίων. Όπως λέει χαρακτηριστικά, ο σύνδεσμος είχε συντάξει μάλιστα λίστες με βιβλία, τις οποίες χρησιμοποίησαν οι ναζί. Επίσης, σημειώνει ο Σπίπις, είχαν δώσει εντολή στα γερμανικά βιβλιοπωλεία να αποσύρουν από τη διανομή ορισμένα «επικίνδυνα» βιβλία κι έτσι με τον τρόπο αυτό υποστήριζαν το καθεστώς. «Επειδή ήλπιζαν ότι θα αποκόμιζαν οικονομικά οφέλη από το καθεστώς. Αυτό που έκαναν στην πράξη είναι να το υποστηρίζουν απροκάλυπτα», λέει ο ίδιος χαρακτηριστικά.
Οι επίμαχες λίστες περιείχαν συγγραφείς που χαρακτηρίζονταν από «αντιγερμανικό πνεύμα». Κυρίως Εβραίοι αλλά και αριστεροί ή αντιφρονούντες, ειρηνιστές, φιλελεύθεροι ή απλώς συγγραφείς με κριτική ματιά. Μεταξύ των βιβλίων που κάηκαν ήταν βιβλία των Μπέρτολντ Μπρεχτ, Χάινριχ Μαν, Άλφρεντ Ντέμπλιν, Έριχ Κέστνερ αλλά και επιστημονικά συγγράμματα του Άλμπερτ Αϊνστάιν και του Ζίγκμουντ Φρόιντ. Αλλά υπήρχαν επίσης και ξένοι συγγραφείς που ενοχλούσαν, όπως ο Έρνεστ Χέμινγουέι ή ο Αντρέ Ζιντ.
Η σχέση του Μάρτιν Χάιντεγκερ με το εθνικοσιαλιστικό καθεστώς διχάζει μέχρι σήμερα
Η μεγάλη καύση βιβλίων πραγματοποιήθηκε το βράδυ της 10ης Μαΐου 1933 στην Όπερνπλατς του Βερολίνου, τη σημερινή Μπέμπελπλατς. Κάηκαν πάνω από 20.000 βιβλία. Συμμετείχαν πάνω από 5.000 φοιτητές κρατώντας δάδες, ενώ οι πολίτες που είχαν συγκεντρωθεί για να δουν το θέαμα ήταν δεκάδες χιλιάδες. «Η εποχή της ακραίας Εβραϊκής διανόησης έχει έρθει το τέλος της» έλεγε εκείνο το βράδυ ο Γκέμπελς, παρακινώντας τους φοιτητές να κάψουν με τις δάδες τους τα βιβλία για να αποκαταστήσουν οι ίδιοι το πραγματικό «γερμανικό πνεύμα».
Η θλιβερή αυτή νύχτα όμως στο Βερολίνο δεν ήταν η μοναδική. Ήδη εβδομάδες πριν και μετά τη 10η Μαΐου αντίστοιχες καύσεις βιβλίων έλαβαν χώρα σε πολλές άλλες γερμανικές πόλεις, κυρίως πόλεις με πανεπιστήμια. Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση του Φράιμπουργκ, όπου ο τότε πρύτανης του πανεπιστημίου, ο κορυφαίος Γερμανός φιλόσοφος Μάρτιν Χάιντεγκερ, όχι μόνο δεν εναντιώθηκε αλλά συμμετείχε σε αντίστοιχες πράξεις.
Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι η επιλογή για τα βιβλία που ρίχθηκαν στην πυρά είχε μερικές εκπλήξεις. Για παράδειγμα το 1933 δεν είχαν απαγορευθεί ακόμη τα βιβλία του Τόμας Μαν, κάτι που έγινε όμως αργότερα. Ενδιαφέρον επίσης έχει ότι ο συγγραφέας Έριχ Κέστνερ ήταν παρών στην καύση των δικών του βιβλίων. Τον αναγνώρισαν αμέσως μέσα στο πλήθος στο Βερολίνο εκείνο το βράδυ, ωστόσο όμως δεν συνελήφθη. Παρέμεινε στη Γερμανία και απλώς άλλαξε πόλη. Πολλοί άλλοι όμως συγγραφείς απαγορευμένων βιβλίων που παρέμειναν στη Γερμανία δεν είχαν την ίδια τύχη. Πολλοί είτε πέθαναν στη φυλακή είτε εκτελέστηκαν όπως Καρλ φον Οσιέτσκι και ο Έριχ Μίζαμ.
Κρίστοφ Χάσελμπαχ / Δήμητρα Κυρανούδη
Πηγή: Deutsche Welle
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου