Η ειρωνεία είναι ότι μόλις λίγες εβδομάδες πριν από την επίθεση αυτή, η Colonial είχε δημοσιεύσει αγγελία για την πρόσληψη ειδικού κυβερνοασφάλειας.
Σε δηλώσεις του στη WSJ, ο Τζόζεφ Μπλάντ, διευθύνων σύμβουλος της Colonial Pipeline που προμηθεύει περίπου το 45% των καυσίμων για την Ανατολική Ακτή, ανέφερε ότι ενέκρινε την πληρωμή λύτρων ύψους 4,4 εκατ. δολαρίων, επειδή κανένας δεν γνώριζε με ακρίβεια σε τί βαθμό οι χάκερς είχαν παραβιάσει τα συστήματα της εταιρείας ή πόσο καιρό θα χρειαζόταν για να επιστρέψει σε λειτουργία ο αγωγός. «Ξέρω ότι αυτή είναι μια εξαιρετικά αμφιλεγόμενη απόφαση», είπε ο κ. Μπλάντ στα πρώτα δημόσια σχόλιά του μετά την κυβερνοεπίθεση στις αρχές Μαϊου. «Δεν το έκανα ελαφρά τη καρδία. Θα παραδεχτώ ότι δεν πήρα εύκολα την απόφαση, βλέποντας τα χρήματα να πηγαίνουν σε αυτού του είδους τους ανθρώπους».
Σε κάθε περίπτωση, μία σειρά από κυβερνοεπιθέσεις τον τελευταίο χρόνο φέρνουν το επιχειρείν μπροστά σε μία νέα πραγματικότητα. «Είναι ένας πόλεμος για τα ταλέντα. Υπάρχει έλλειψη στην προσφορά και αυξημένη ζήτηση», εξηγεί στο CNN ο Μπράιαν Όρμι, διευθυντής της GuidePoint Security.
Η αλήθεια είναι ότι η έλλειψη ειδικών στον τομέα της κυβερνοασφάλειας αποτελεί μία τάση που μετρά τουλάχιστον μία δεκαετία ζωής. Στις ΗΠΑ, υπάρχουν σήμερα 879.000 επαγγελματίες της κυβερνοασφάλειας στην αγορά εργασίας και άλλες 359.000 κενές θέσεις στον χώρο αυτό, όπως δείχνει μελέτη του 2020 της (ISC)2. Παγκοσμίως, το έλλειμμα είναι ακόμα μεγαλύτερο, με τις κενές θέσεις να υπολογίζονται στα 3,12 εκατομμύρια.
Οι εταιρείες χρειάζονται από χαμηλού επιπέδου αναλυτές ασφαλείας, που παρακολουθούν την κίνηση στις ιστοσελίδες για να εντοπίσουν τυχόν κακόβουλες κινήσεις μέσα στο σύστημα, έως υψηλόβαθμα στελέχη, που θα συμβουλεύουν τους CEOs και τα διοικητικά συμβούλια για τον κίνδυνο –οικονομικό και στο επίπεδο της φήμης- που μπορεί να προκύψει από κυβερνοεπιθέσεις.
Πηγή: moneyreview.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου