Οι τιμές έχουν πάρει την ανιούσα, καθώς η παγκόσμια οικονομία μπαίνει σε φάση ανάκαμψης μετά την πανδημία. Η εντυπωσιακή αύξηση της ζήτησης για αγαθά σε όλον τον κόσμο οδηγεί σε αύξηση των τιμών παραγωγού, η οποία μετά από λίγο αντανακλάται στις τελικές τιμές. Οι εφοδιαστικές αλυσίδες δεν λειτουργούν απρόσκοπτα. Ακόμη και η μεταφορά των προϊόντων καθυστερεί, καθώς καταγράφονται ελλείψεις παντού: σε πλοία, σε οδηγούς φορτηγών, σε κοντέινερ.
Αλλά η πιο ανησυχητική εξέλιξη, που λειτουργεί πολλαπλασιαστικά για την άνοδο των τιμών, είναι οι συνεχείς αυξήσεις στην ενέργεια, ιδιαίτερα στο φυσικό αέριο. Από το 2020 οι τιμές για συμβόλαια φυσικού αερίου στις αγορές παραγώγων έχουν αυξηθεί σημαντικά. Σε μία από αυτές, την ολλανδική Title Transfer Facility (TTF), η κιλοβατώρα τιμάται πλέον 65 ευρώ, έναντι μόλις 17 ευρώ τον Ιανουάριο του 2021. Πρόκειται για μία αύξηση-ρεκόρ της τάξης του 320%, ενώ κατά μέσο όρο η ετήσια μεταβολή δεν ξεπερνά τα 15-20 ευρώ. Στις spot αγορές πάλι, όπου διενεργούνται οι βραχυπρόθεσμες συναλλαγές, η τιμή του φυσικού αερίου έχει διπλασιαστεί από τον Ιανουάριο μέχρι τον Αύγουστο του 2020.
Η βιομηχανία «διψάει» για ενέργεια
«Ποτέ άλλοτε δεν έχουμε δει τόσο αυξημένες τιμές για το φυσικό αέριο», επισημαίνει ο Φάμπιαν Χάνεκε, στέλεχος της εταιρείας συμβούλων Energy Brainpool, στην οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt. Καταναλωτικές οργανώσεις υπολογίζουν τις αυξήσεις για τη θέμανση του χειμώνα στα νοικοκυριά σε 150 με 200 ευρώ, κατά μέσο όρο. Ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα θα έχουν οι βιομηχανικοί πελάτες που έχουν επιλέξει φυσικό αέριο. Μόνο η χημική βιομηχανία απορροφά το 1/3 της παγκόσμιας κατανάλωσης. Αυξημένη είναι η ζήτηση και στη χαλυβουργία. «Ο καταναλωτής θα πρέπει να γνωρίζει ότι η θέρμανση με πετρέλαιο ή φυσικό αέριο στη Γερμανία θα ακριβύνει ακόμη περισσότερο», προειδοποιεί ο Τόρστεν Στοκ, αναλυτής σε θέματα ενέργειας στην ιστοσελίδα Verivox. «Στα επόμενα χρόνια η φορολόγηση για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στα ορυκτά καύσιμα αναμένεται να υπερδιπλαστιαστεί και οι πάροχοι θα μετακυλίσουν την αύξηση στους πελάτες τους».
Στη συνεχή αύξηση της τιμής συμβάλλει και η αυξημένη ζήτηση στην Ασία, καθώς ανακάμπτει η οικονομία της Κίνας και άλλων χωρών της περιοχής. Όλο και περισσότερα αμερικανικά πλοία που μεταφέρουν υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) κατευθύνονται προς τη Σανγκάη ή το Τόκιο, καθώς οι Ασιάτες πληρώνουν περισσότερα από τους Ευρωπαίους για να εξασφαλίσουν το «freedom gas», όπως το αποκαλούσε ο Ντόναλντ Τραμπ.
Αλλά και η Ρωσία του Βλάντιμιρ Πούτιν επωφελείται από τη συνεχή αύξηση στις τιμές και μάλιστα περισσότερο από κάθε άλλη χώρα.Ο βουλευτής των Γερμανών Πρασίνων Όλιβερ Κρίσερ υποστηρίζει ότι η Μόσχα εξάγει φέτος ποσότητα κατά 20% μικρότερη σε σχέση με το 2019, άρα μάλλον «προκαλεί μία τεχνητή μείωση της προσφοράς» προς τη Γερμανία, για παράδειγμα, ενώ την ίδια στιγμή αυξάνονται σε επίπεδα-ρεκόρ οι ρωσικές εξαγωγές προς την Τουρκία και την Κίνα. «Αποδίδουμε τουλάχιστον το ήμισυ της αύξησης στην Gazprom και τον Βλάντιμιρ Πούτιν», ισχυρίζεται ο Κρίσερ. «Πρόκειται για τακτικό ελιγμό, προκειμένου να εξασφαλίσει άδεια λειτουργίας για τον αγωγό Nord Stream 2».
Μειωμένα τα αποθέματα φυσικού αερίου
Ένα επιπλέον επιβαρυντικό στοιχείο είναι τα μειωμένα αποθέματα φυσικού αερίου στη Δύση, που την καθιστούν πιο ευάλωτη σε εκβιαστικές ενέργειες. Στην αρχή του χειμώνα η ενεργειακή επάρκεια θεωρείται ικανοποιητική, εφόσον τα αποθέματα αυτά είναι ήδη πλήρη. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει φέτος. Ιδιαίτερα οι αποθηκευτικοί χώροι στη Γερμανία που ελέγχει η Gazprom, λέει ο Κρίσερ, είναι σχεδόν άδειοι και δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι αυτό θα αλλάξει σύντομα. «Γύρω στον Φεβρουάριο, όταν θα κορυφωθεί ο χειμώνας και δεν θα έχει τεθεί ακόμη σε λειτουργία ο αγωγός Nordstream 2, μπορεί να παρουσιαστούν οι πρώτες ελλείψεις στην αγορά», εκτιμά ο Κρίσερ.
Διαφορετική άποψη για τον ρόλο της Μόσχας εκφράζει η Κίρστεν Βέστφαλ, συνεργάτις του Ιδρύματος Επιστήμης και Πολιτικής (SWP): «Η κατάσταση είναι πράγματι κρίσιμη, αλλά δεν θα απέδιδα στη Μόσχα την ευθύνη γι αυτό. Στην πραγματικότητα η αγορά λειτουργεί λίγο πολύ όπως πάντα ήθελε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή». Σύμφωνα με επίκαιρα στοιχεία της Gas Infrasturcture Europe (GIE) οι αποθηκευτικοί χώροι φυσικού αερίου στην Ευρώπη είναι γεμάτοι κατά 71%, ενώ στη Γερμανία το αντίστοιχο ποσοστό περιορίζεται στο 64%. Εάν οι Ευρωπαίοι θελήσουν να αποκαταστήσουν το (συνηθισμένο για την εποχή) ποσοστό του 90%, θα πρέπει να προχωρήσουν σε βραχυπρόθεσμες αγορές, σε υψηλότερες τιμές. Αλλά με αυτόν τον τρόπο θα συντηρούσαν τον φαύλο κύκλο των αυξήσεων...
Τόμας Κόλμαν
Πηγή: Deutsche Welle
Σχετικές αναρτήσεις:
Φέρει η ενεργειακή κρίση ρωσική υπογραφή;
Γιατί εκτινάχθηκε το κόστος της ενέργειας
-Advertisement-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου