Φωτογραφία επάνω αριστερά: Ο πρωθυπουργός Χαναφί και ο υπ. Οικονομικών Χανίφ τον Οκτώβριο στη Μόσχα
Στα επίσημα έγγραφα των Ηνωμένων Εθνών το Αφγανιστάν αναφέρεται ακόμη ως «Ισλαμική Δημοκρατία (Republic) του Αφγανιστάν». Το νέο καθεστώς προτιμά να διακηρύξει το «Ισλαμικό Εμιράτο του Αφγανιστάν», που ακόμη δεν έχει αναγνωριστεί διεθνώς. Είναι η ίδια ονομασία που επικρατούσε στην προηγούμενη περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τους Ταλιμπάν, από το 1996 μέχρι το 2001. Μία ονομασία που αποδεικνύει ότι οι Ταλιμπάν αναγνωρίζουν μόνο μία Θρησκευτική Αρχή ως ύπατη εξουσία.
Ή μήπως όχι; Σύμφωνα με την Κάτια Μίλκε, από το International Center for Conflict Studies της Βόννης (BICC), ο όρος «Εμιράτο» στα Αραβικά αναφέρεται σε μία γεωγραφική επικράτεια υπό την κυριαρχία ενός Εμίρη («Αμίρ»). Μπορεί να είναι θρησκευτικός ηγέτης, αλλά μπορεί και όχι. Θα μπορούσε να είναι επίσης ένας πολέμαρχος, ένας κυβερνήτης ή ένα επιφανές μέλος μίας βασιλικής οικογένειας. «Πρόκειται για μία έννοια με πολλές και διαφορετικές σημασίες, όχι πάντα με θρησκευτικό υπόβαθρο», τονίζει η Κάτια Μίλκε.
Ιδεολογικά κατάλοιπα των Βρετανικών Ινδιών
Ο Μιλάντ Καρίμι, υποδιευθυντής του Κέντρου Ισλαμικών Σπουδών στο πανεπιστήμιο του Μίνστερ, κάνει λόγο για μία συνήθη τακτική των Ταλιμπάν, οι οποίοι, όπως λέει, δίνουν το ιδεολογικό περιεχόμενο που τους εξυπηρετεί σε έννοιες που προϋπήρχαν. Ο Καρίμι εκτιμά ότι η ιδεολογική προέλευση των Ταλιμπάν έχει αναφορές στον αποκαλούμενο δεοβαντισμό, που πρωτοεμφανίστηκε τον 19ο αιώνα στην επικράτεια των Βρετανικών Ινδιών. Οι οπαδοί του έδιναν ιδιαίτερη βαρύτητα στη μόρφωση υπό την έννοια της θρησκευτικής εκπαίδευσης, ισχυριζόμενοι ότι μόνο έτσι οι μουσουλμάνοι θα μπορούσαν να αρθρώσουν κατάλληλη απάντηση στην υπεροχή των αποικιοκρατών.
Ήδη τον περασμένο Μάρτιο ο συνιδριτής των Ταλιμπάν, Αμπντούλ Γκανί Μπαραντάρ, είχε επισκεφθεί τη Μόσχα
Το 1857 οι Ινδοί ξεσηκώθηκαν εναντίον των Βρετανών. Μετά την αιματηρή καταστολή της εξέγερσης, τα δεσμά της αποικιοκρατίας έγιναν ακόμη πιο ασφυκτικά. Κάποιοι από τους μουσουλμάνους Ινδούς θέλησαν να απαντήσουν, προτάσσοντας μία φονταμενταλιστική εκδοχή του Ισλάμ. «Ήταν πεπεισμένοι ότι μόνο ένα ιστορικά ανόθευτο Ισλάμ μπορεί να οδηγήσει στη σωτηρία», λέει ο Καρίμι. «Απέρριψαν κάθε εξωστρέφεια, κάθε απόπειρα διαλόγου με άλλες θρησκείες, εστιάζοντας αποκλειστικά στην ορθή και ανόθευτη διδασκαλία, όπως εκείνοι την αντιλαμβάνονταν. Σε αυτόν τον ιδεολογικό πυρήνα ανέτρεξαν οι Ταλιμπάν για να τον διατηρήσουν μέχρι σήμερα».
Η αντίσταση στη Σοβιετική Ένωση και οι συνέπειες
Η διδασκαλία τους έγινε ακόμη πιο ριζοσπαστική στη δεκαετία του '70, σε μία εποχή που πολλοί θρησκευόμενοι Αφγανοί, ιδιαίτερα από τη φυλή των Παστούν, ξεσηκώθηκαν εναντίον του προέδρου Μωχάμεντ Νταούντ Χαν, ο οποίος τελικά δολοφονήθηκε το 1978. Μετά τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν το 1979, ο πακιστανός δικτάτορας Ζία-Ουλ-Χακ, απολαμβάνοντας τη στήριξη των ΗΠΑ, φρόντισε να διαμοιράσει σε εξτρεμιστικές παραστρατιωτικές ομάδες μεγάλο μέρος των αμερικανικών κονδυλίων για τη χρηματοδότηση της αντίστασης κατά των σοβιετικών στρατευμάτων, θέλοντας να αυξήσει την επιρροή του και στο γειτονικό Αφγανιστάν. Υπό αυτές τις συνθήκες οδηγήθηκε στoν απόλυτο φονταμενταλισμό ένα κομμάτι των οπαδών του δεοβαντισμού, οι οποίοι κυριάρχησαν μεταξύ των αντιστασιακών και αργότερα έγιναν οι πρόδρομοι των Ταλιμπάν.
Ο αρχηγός των Μουτζαχεντίν Αμπντουράμπ Ρασούλ Σαγιάφ στη δεκαετία του '80
«Αυτοί οι άνθρωποι δεν πέρασαν μόνο από ένα σχολείο ή πανεπιστήμιο, αλλά και από το πεδίο της μάχης εναντίον των Σοβιετικών», υπενθυμίζει η Κάτια Μίλκε. Σε αυτή τη συγκυρία και με την υποστήριξη των πακιστανικών μυστικών υπηρεσιών οι Μουτζαχεντίν αποξενώθηκαν από τις παραδόσεις της χώρας τους. Στη συνέχεια, εκτιμά ο δημοσιογράφος Αχμέντ Ρασίντ στο βιβλίο του για τους Ταλιμπάν, οι Μουτζαχεντίν αναλώθηκαν σε εσωτερικές έριδες, αφήνοντας ένα ιδεολογικό κενό, το οποίο έσπευσαν να αξιοποιήσουν οι Ταλιμπάν: «Οι Ταλιμπάν δεν εκπροσωπούσαν κανέναν άλλον, παρά μόνον τον εαυτό τους. Είχαν όμως τη δική τους ιδεολογική βάση, μία ακραία εκδοχή του δεοβαντισμού, τον οποίο εκήρυτταν και οι ακραίοι Πακιστανοί ισλαμιστές στους προσφυγικούς καταυλισμούς των Αφγανών». Παρόμοια είναι η εκτίμηση του Μιλάντ Καρίμι, ο οποίος όμως επισημαίνει και κάτι άλλο: «Υπάρχουν εμφανείς διαφορές μεταξύ των γενεών. Ενώ οι πρώτοι μαχητές Μουτζαχεντίν, που μετανάστευσαν στο Πακιστάν, διατηρούσαν ακόμη δεσμούς με το Αφγανιστάν, την ιστορία του και τη σχετικά ανεκτική θρησκευτική του παράδοση, οι νεότερες γενιές έχασαν αυτή την επαφή και οδηγήθηκαν σε έναν ακόμη πιο έντονο εξτρεμισμό, ο οποίος αποτελεί και το σημερινό ιδεολογικό υπόβαθρο των Ταλιμπάν».
Αβίωτη η κατάσταση για τις γυναίκες
Δεν αποκλείεται να υπάρξουν ιδεολογικές μετατοπίσεις στο μέλλον, εκτιμά η Κάτια Μίλκε. Όπως υποστηρίζει «υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι υποχωρεί η απόλυτα συνεπής ιδεολογική γραμμή. Είναι και ζήτημα συσχετισμού δυνάμεων. Πολλά θα εξαρτηθούν από το ποιες ομάδες των Ταλιμπάν θα επικρατήσουν στο μέλλον, γιατί προς το παρόν το κίνημά τους εμφανίζεται υπερβολικά κατακερματισμένο».
Όπως καταγγέλλουν ανθρωπιστικές οργανώσεις, οι γυναίκες υφίστανται σήμερα τις μεγαλύτερες διακρίσεις στο Αφγανιστάν. Κάποιες γυναίκες λένε στην DW ότι προσπαθούν να διαφύγουν στο γειτονικό Πακιστάν, για να αποφύγουν αναγκαστικούς γάμους με πολέμαρχους των Ταλιμπάν. Ο Μιλάντ Καρίμι σημειώνει ότι «για τους Ταλιμπάν η θέση των γυναικών είναι μέσα σε έναν περιφραγμένο χώρο, δηλαδή στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού, ώστε να αναλαμβάνουν πολύ συγκεκριμένα καθήκοντα: να γεννούν παιδιά, να ασχολούνται με το νοικοκυριό και να ικανοποιούν ανά πάσα στιγμή τις σεξουαλικές επιθυμίες του άνδρα». Ωστόσο, τονίζει ο Καρίμι, «αυτή η αντιμετώπιση των γυναικών δεν συνάδει ούτε με το Ισλάμ, ούτε γενικότερα με την έννοια της θρησκείας».
Κέρστεν Κνιπ
Πηγή: Deutsche Welle
-Advertisement-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου