Η πρώτη ομάδα υψηλού επιπέδου που απαρνήθηκε τον εθνικό χαρακτήρα της και αφομοίωσε το μοντέλο της νέας εποχής ήταν η Αρσεναλ του Αρσέν Βενγκέρ: υπήρξαν πολλά παιχνίδια της τόσο στην Πρέμιερ Λιγκ όσο και στο Τσάμπιονς Λιγκ χωρίς να είναι δηλωμένος στη 16άδα της ούτε ένας ποδοσφαιριστής με δικαίωμα συμμετοχής στην εθνική Αγγλίας!
Αυτό το πολύχρωμο μωσαϊκό έγινε στην πορεία μια δυσάρεστη συνήθεια. Η πλειονότητα των ομάδων, ειδικά οι πλούσιες που διεκδικούν τα μεγάλα τρόπαια αποκόπηκαν από τις ρίζες τους και έπαψαν να αποτελούν καθρέπτη των πόλεων και των χωρών που εκπροσωπούν. Με παραφουσκωμένα τα πορτοφόλια τους αδιαφορούν για την εγχώρια παραγωγική διαδικασία και τροφοδοτούνται συλλέγοντας τον ποδοσφαιρικό ανθό απ’ όλα τα μέρη της Γης, χωρίς οι περισσότερες να διατηρούν μια υποτυπώδη, έστω, εθνική ταυτότητα.
Πύργος της Βαβέλ στο ελληνικό ποδόσφαιρο
Το φαινόμενο άρχισε να επηρεάζει δραματικά τα τελευταία χρόνια και το ελληνικό ποδόσφαιρο. Ενώ υπήρχε μέχρι πρόσφατα μια καλή αναλογία Ελλήνων και ξένων, οι ομάδες μας θυμίζουν πλέον τον… πύργο της Βαβέλ. Οι γηγενείς παίκτες είναι ισχνή μειονότητα και οι ξένοι κερδίζουν πανηγυρικά τη μερίδα του λέοντος σε συμβόλαια και χρόνο συμμετοχής. Πιο εύκολο είναι να δεις τη σήμερον ημέρα Ελληνες παίκτες στο Τσάμπιονς Λιγκ –κι ας μη μας εκπροσωπεί εκεί καμία ομάδα– παρά σε ένα ντέρμπι της Σούπερ Λιγκ 1!
Η εικόνα στο πρόσφατο (23/10) παιχνίδι Παναθηναϊκού – Αρη (1-0) είναι χαρακτηριστική: ο μόνος Ελληνας στις αρχικές ενδεκάδες ήταν ο Ιωαννίδης κι αυτός από… σπόντα. Για 20 λεπτά υπήρχαν στο γήπεδο 22 ξένοι ποδοσφαιριστές, δύο ξένοι προπονητές και τέσσερις ξένοι διαιτητές! Οι μόνοι Ελληνες ήταν οι… φίλαθλοι στην εξέδρα! (φωτογραφίες)
Στο φετινό Τσάμπιονς Λιγκ έχουμε δει τον Γιακουμάκη να σκοράρει με τη φανέλα της Σέλτικ, με προπονητή τον Αγγελο Ποστέκογλου. Είδαμε τον Τσιμίκα με τη φανέλα της Λίβερπουλ, τον Βλαχοδήμο να υπερασπίζεται την εστία της Μπενφίκα, τον Αλεξανδρόπουλο στη Σπόρτινγκ Λισσαβώνας, τον Αντώνη Παπαδόπουλο να παίρνει χρόνο συμμετοχής με την Ντόρτμουντ. Είδαμε και κάποιους Ελληνες διαιτητές, που ενώ δεν ορίζονται σε ντέρμπι του ελληνικού πρωταθλήματος, διευθύνουν παιχνίδια ευρωπαϊκών διοργανώσεων, με πρόσφατο παράδειγμα τον Σιδηρόπουλο. Κάτι αντίστοιχο ισχύει και με τους ποδοσφαιριστές. Με τη λογική «ουδείς προφήτης στον τόπο του», πολλοί Ελληνες κάνουν καριέρα στο εξωτερικό, χωρίς να είχαν ποτέ ρόλο πρωταγωνιστή στη Σούπερ Λιγκ!
Οι Ελληνες είναι υπό εξαφάνιση στο ελληνικό πρωτάθλημα κι ας κολακεύει την εικόνα τους η στατιστική. Σύμφωνα με το CIES (ποδοσφαιρικό παρατηρητήριο Ελβετίας), η αναλογία στη Σούπερ Λιγκ 1 ήταν την περασμένη χρονιά 60,2% ξένοι και 38,2% Ελληνες ποδοσφαιριστές, αριθμός που δεν λέει όλη την αλήθεια. Οι περισσότεροι γηγενείς συμπληρώνουν απλώς το ρόστερ των ομάδων τους, έχοντας από ελάχιστη έως μηδενική συμμετοχή σε αγώνες. Σύμφωνα με στοιχεία του ΠΣΑΤ, το 2010 η αντίστοιχη αναλογία ήταν 55-45 υπέρ των Ελλήνων, οι οποίοι τότε είχαν σαφώς πιο επιδραστικό ρόλο στο παιχνίδι των ομάδων τους.
Το πιο ακραίο παράδειγμα πύργου της Βαβέλ στο ελληνικό πρωτάθλημα είναι αδιαμφισβήτητα ο Αρης. Ναι μεν εμφανίζει στο ρόστερ του επτά Ελληνες σε ένα σύνολο 29 ποδοσφαιριστών, αλλά στην πραγματικότητα μόνο ο Χρήστος Χατζηιωάννου έχει πάρει λίγα λεπτά συμμετοχής σε δύο παιχνίδια. Οι υπόλοιποι δεν είναι καν στην αποστολή συνήθως. Το εντυπωσιακό δεν είναι μόνο ότι ο Αρης έχει ξεκινήσει και στα 9 παιχνίδια του στη Σούπερ Λιγκ με 11 ξένους, είναι και ότι σχεδόν πάντα κατεβάζει ενδεκάδα με 11 παίκτες από 11 διαφορετικές χώρες, δεν έχει δηλαδή καν μια βάση από την ίδια ποδοσφαιρική σχολή!
Χωρίς υπερβολή, είναι πολύ περισσότεροι οι Ελληνες παίκτες που αγωνίζονται σε ομάδες του εξωτερικού απ’ αυτούς που έχουν ενεργό ρόλο στις δύο επαγγελματικές κατηγορίες στην Ελλάδα κι ας έχει περιοριστεί η παρουσία τους φέτος σε 28 ξένα πρωταθλήματα από 33 πέρυσι, τα 24 εκ των οποίων είναι στην Ευρώπη. Η καριέρα στο εξωτερικό είναι πάντα μια διέξοδος για τους αθλητές...
Αποδυνάμωση του ποδοσφαίρου κάθε χώρας
Το άνοιγμα των συνόρων έχει αποδυναμώσει τον εθνικό χαρακτήρα πολλών πρωταθλημάτων ανά τον κόσμο και όχι μόνο το ελληνικό. Κι αυτό είναι ένα φαινόμενο που απασχολεί ελάχιστα τους υπευθύνους των ομοσπονδιών, τους ιδιοκτήτες των ομάδων, τους προπονητές, τους δημοσιογράφους και τους φιλάθλους.
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης δεν ξενίζει πια, κι ας μην υπάρχει ιδιαίτερη συναισθηματική σύνδεση των «λεγεωνάριων» ποδοσφαιριστών με τις ομάδες και των οπαδών μαζί τους.
Στην πραγματικότητα, όμως, η αλλοίωση της φυσιογνωμίας των πρωταθλημάτων θα επηρεάσει άμεσα την ταυτότητα του ποδοσφαίρου της κάθε χώρας, με ρωγμές όχι μόνο στον «καθρέπτη» των εθνικών ομάδων, αλλά και στην παραγωγική διαδικασία, κόβοντας τον ομφάλιο λώρο που πρέπει να δίνει ζωή στο ποδόσφαιρο με την ανάδειξη της επόμενης γενιάς ταλέντων. (...)
Πηγή: kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου