Στη σκιά των αναταράξεων στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, οι ελληνικές τράπεζες ανακοίνωσαν αποτελέσματα που καταδεικνύουν ότι έχει κλείσει οριστικά το κεφάλαιο των ζημιών από τη διαχείριση των κόκκινων δανείων και εστιάζουν στην ποιοτική βελτίωση της κερδοφορίας τους.
Η αναταραχή στις παγκόσμιες αγορές δημιουργεί προβληματισμό, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν έχει θορυβήσει τα επιτελεία των τραπεζών, που διαβεβαιώνουν ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν είναι απλώς στο καλύτερο σημείο της τελευταίας δεκαετίας, αλλά όπως σημειώνουν χαρακτηριστικά «στέκεται» σήμερα πολύ καλύτερα από ό,τι ακόμη και πριν από 25 χρόνια. Τα μεγέθη που δημοσιοποίησαν πιστοποιούν αυτή τη διαπίστωση και ενδεικτικό της απόστασης που έχει διανυθεί είναι ότι πριν από την ελληνική δημοσιονομική κρίση τα κεφάλαια που είχαν οι ελληνικές τράπεζες ήταν σε μονοψήφιο ποσοστό 8%-9%, τη στιγμή που σήμερα οι αντίστοιχοι δείκτες διαμορφώνονται κοντά στο 15%. Οι κεφαλαιακοί δείκτες ενισχύονται σε ποσοστό που φθάνει στο 20% εάν συνυπολογιστούν και τα κεφάλαια για τις Ελάχιστες Απαιτήσεις Ιδίων Κεφαλαίων και Επιλέξιμων Υποχρεώσεων, που πίσω από το ακρωνύμιο MREL συνιστούν ακόμη μία διασφάλιση για την κεφαλαιακή θωράκιση των τραπεζών, έτσι ώστε να αντιμετωπίσουν έκτακτες καταστάσεις.
Ο δείκτης δάνεια προς καταθέσεις από 110%-120%, που ήταν το 2008, διαμορφώνεται σήμερα μεταξύ 60% και 70% και δημιουργεί επαρκή ρευστότητα για την απρόσκοπτη χρηματοδότηση της υγιούς οικονομίας. Με βάση τα στοιχεία του 2022, οι νέες εκταμιεύσεις ξεπέρασαν τα 30 δισ. ευρώ και η καθαρή πιστωτική επέκταση ανήλθε στα 8,5 δισ. ευρώ, παρά το γεγονός ότι η δυναμική των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης δεν έχει αποτυπωθεί ακόμη πλήρως στις νέες χρηματοδοτήσεις. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τραπεζών, η θετική πιστωτική επέκταση θα συνεχιστεί και το τρέχον έτος.
Ο Διοικητής της ΤτΕ και τρεις Διευθ. Σύμβουλοι τραπεζών γράφουν, μεταξύ άλλων, στην «Καθημερινή»:
Γιάννης Στουρνάρας, Διοικητής Τράπεζας της Ελλάδος
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι σε καλύτερη θέση από ποτέ, τόσο από πλευράς ρευστότητας όσο και από πλευράς κεφαλαιακής επάρκειας. Οι ελληνικές τράπεζες έχουν κάνει σημαντική πρόοδο στα κόκκινα δάνεια, μειώνοντας τον δείκτη με εξυπηρετούμενων δανείων σε μονοψήφιο ποσοστό και αν και απέχουν ακόμη από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης –και άρα πρέπει να συνεχίσουν την προσπάθειά τους– η διαδρομή που έχουν διανύσει από τα υψηλά επίπεδα του 2015, είναι ουσιώδης.
Σημαντική είναι επίσης και η πρόοδος που έχει γίνει στην κεφαλαιακή επάρκεια του τραπεζικού συστήματος, η οποία είναι ικανοποιητική σε σχέση με τα μέσα επίπεδα της Ευρωζώνης. Από πλευράς εποπτείας επισημαίνουμε σταθερά ότι θα πρέπει παράλληλα να βελτιώσουν και την ποιότητα του κεφαλαίου τους, μειώνοντας το ποσοστό των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων (DTC), κάτι που μπορεί να γίνει βελτιώνοντας την κερδοφορία τους, σταθερά και σε διατηρήσιμο επίπεδο. Πρόοδος θα πρέπει να υπάρξει ακόμη στην περαιτέρω ψηφιοποίηση του τραπεζικού συστήματος, μέσω επενδύσεων στην τεχνολογία...
Βασικός πυλώνας είναι η οριστικοποίηση του ευρωπαϊκού συστήματος εγγύησης καταθέσεων, θέμα στον οποίο υπάρχει εδώ και καιρό σοβαρή καθυστέρηση...Κρίσιμο επίσης θέμα για την ενίσχυση της σταθεροποίησης του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος είναι να προχωρήσουμε στην ομογενοποίηση του συστήματος διαχείρισης κρίσεων (banking crisis framework)...
Παύλος Μυλωνάς, Διευθύνων Σύμβουλος Εθνικής Τράπεζας
Οι ελληνικές τράπεζες είναι σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, καλά θωρακισμένες και εκτιμώ ότι δεν διατρέχουν κανέναν κίνδυνο, ως αποτέλεσμα των κραδασμών που προκάλεσαν η κατάρρευση της Silicon Valley Bank και τα προβλήματα που διατρέχουν την Credit Suisse. Οι δύο αυτές τράπεζες, που δημιούργησαν ανησυχίες και αναταράξεις την περασμένη εβδομάδα στις αγορές, έχουν πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά υψηλού κινδύνου, τα οποία κλόνισαν την εμπιστοσύνη των καταθετών τους.
Πιο συγκεκριμένα, η SVB είχε μεγάλη εξάρτηση από μόνο έναν, και σχετικά ευάλωτο, κλάδο, αυτόν των startups εταιρειών. Επίσης, είχε μεγάλη έκθεση σε ομόλογα, για τα οποία δεν είχε αγοράσει επιτοκιακή αντιστάθμιση, ενώ παράλληλα, επιλέγοντας να αποφύγει αυστηρότερη εποπτεία, δεν είχε πρόσβαση στα προγράμματα ρευστότητας της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ. Από την άλλη, τα προβλήματα στην Credit Suisse απορρέουν από πολυετείς αστοχίες στην υλοποίηση του επιχειρηματικού της πλάνου, σε συνδυασμό με αρκετά παραδείγματα κακής εφαρμογής διαχείρισης κινδύνων (π.χ. Archegos και Greensill Capital)...
Χρήστος Μεγάλου, Διευθύνων Σύμβουλος Τράπεζας Πειραιώς
Η κατάρρευση της αμερικανικής Silicon Valley Bank, εξαιτίας κυρίως σοβαρών λαθών στη διαχείριση κινδύνων, και η κατακρήμνιση της μετοχής της ελβετικής Credit Suisse προκάλεσαν την αναταραχή στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, καθώς επενδυτές και καταθέτες ανέσυραν μνήμες από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.
Ομως, γίνεται πλέον αντιληπτό πως τα δύο αυτά συμβάντα δεν θα έχουν ευρύτερες συνέπειες. Και αυτό, διότι όχι μόνο τα αίτια που τα προκάλεσαν είναι διαφορετικά και δεν έχουν δημιουργήσει αλυσιδωτές αντιδράσεις, αλλά κυρίως διότι σήμερα το χρηματοπιστωτικό σύστημα παγκοσμίως διαθέτει βελτιωμένα επίπεδα ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας, και πρωτίστως ισχυρότερο κανονιστικό πλαίσιο λειτουργίας.
Ειδικότερα, οι ευρωπαϊκές συστημικές τράπεζες είναι πλέον κεφαλαιακά ισχυρές και έχουν υψηλούς δείκτες φερεγγυότητας. Διαθέτουν σύγχρονα και αποτελεσματικά συστήματα διαχείρισης κινδύνων και επαρκή ρευστότητα... Οι ελληνικές τράπεζες, που αποτελούν μέρος του συστήματος αυτού, είναι κεφαλαιακά ισχυρές σε επίπεδο από 16,5% και άνω, κερδοφόρες με αποδόσεις κοντά στο 10% και διαθέτουν στιβαρή ρευστότητα. Εχουν εξυγιάνει τα χαρτοφυλάκιά τους από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και έχουν διαφοροποιημένες επενδύσεις και πηγές εσόδων, καθώς και πελατειακή βάση με πολύ χαμηλό βαθμό συγκέντρωσης. Παρ’ όλα αυτά, στην παρούσα συγκυρία, με τις αγορές σε αναταραχή, δεν υπάρχει χώρος για εφησυχασμό...
Βασίλης Ψάλτης, Διευθύνων Σύμβουλος Alpha Bank
To 2022 συνιστά έτος-ορόσημο για την Alpha Bank. Σηματοδοτεί την επιστροφή μας στην υγιή και επαναλαμβανόμενη κερδοφορία και την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης ενός εξαιρετικά απαιτητικού προγράμματος εξυγίανσης, που οδήγησε στον περιορισμό του δείκτη ΜΕΑ στο 7,8%, από 44% τρία χρόνια πριν. Πρόκειται για μια εντυπωσιακή πρόοδο, μέσα σε ένα περιβάλλον διαδοχικών κρίσεων. Πλέον, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία ακόμη αναταραχή, καθώς είναι σαφές ότι τα προβλήματα σε μη συστημικές τράπεζες των ΗΠΑ πυροδοτούν κλίμα ανησυχίας.
Είμαι, πάντως, αισιόδοξος ότι δεν θα υπάρξει διάχυση της κρίσης στην εδώ πλευρά του Ατλαντικού. Οι διακυμάνσεις των τελευταίων ημερών στη χρηματιστηριακή αξία των ευρωπαϊκών τραπεζών οφείλονται, ώς ένα βαθμό, και σε μια συμπεριφορά «αγέλης» (herding behaviour) καθώς προέκυψαν μετά τις ειδήσεις από τις αμερικανικές μη συστημικές τράπεζες και δεν αντανακλούν την ισχύ του ισολογισμού, τα επίπεδα ρευστότητας και τους δείκτες φερεγγυότητας των τραπεζών της Ευρωζώνης...
Ειδικότερα για τις ελληνικές τράπεζες, τα θεμελιώδη μεγέθη είναι ισχυρά και δικαιολογούν πλήρως την εμπιστοσύνη των επενδυτών: έχουν υψηλή κεφαλαιακή επάρκεια, ισχυρή καταθετική βάση, υψηλούς δείκτες ρευστότητας, χαμηλή μόχλευση και διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο περιουσιακών στοιχείων που αποτελείται από δάνεια και ομόλογα υψηλής ποιότητας... Η απάντηση, συνεπώς, στο αντίξοο διεθνές περιβάλλον είναι να επιμείνουμε, κάθε τράπεζα διακριτά αλλά και συνολικά ως σύστημα, στην περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας και της απόδοσης των κεφαλαίων μας...
Πηγή: kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου