Από την Deutsche Welle:
«Μου αρέσει η δουλειά του σερβιτόρου...» Μία τόσο απλοϊκή φράση παίρνει μυθικές διαστάσεις, όταν την εκστομίζει ο Γιόσκα Φίσερ. Και δικαίως, διότι φορτίζεται με πολιτικούς συμβολισμούς, ίσως και με ψυχαναλυτικές ερμηνείες για τον επαναστατημένο έφηβο που αποφοίτησε με άριστα από το «πανεπιστήμιο της ζωής», με άλλα λόγια ήταν ...οδηγός ταξί. Αφομοίωσε όμως με ιδιαίτερη επιμέλεια μαρξιστικές και ριζοσπαστικές θεωρίες, για να δικαιώσει τις διδαχές του Αντόνιο Γκράμσι και να ακολουθήσει μόνος και ενίοτε λοιδορούμενος την «μεγάλη πορεία προς τους θεσμούς».
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο Γιόζεφ Μάρτιν Φίσερ γεννήθηκε το 1948 σε μία φτωχή οικογένεια. Οι γονείς του ανήκαν στη γερμανική μειονότητα της Ουγγαρίας και εκδιώχθηκαν μετά τον πόλεμο, για να βρουν προσωρινό καταφύγιο σε ένα χωριό της νότιας Γερμανίας. Ο πατέρας του ήταν κρεοπώλης και πέθανε νωρίς. Ο νεαρός Γιόσκα παράτησε το σχολείο μετά την πρώτη γυμνασίου. Δοκίμασε διάφορες δουλειές ως βιομηχανικός εργάτης, πωλητής, φωτογράφος και οδηγός ταξί. «Η άδεια ταξί ήταν το μόνο σοβαρό επαγγελματικό προσόν που διαθέτει» θα λένε αργότερα, με εμφανή χαιρεκακία, οι πολιτικοί του αντίπαλοι.
Ο έφηβος Γιόσκα Φίσερ κοινωνικοποιείται πολιτικά στο φοιτητικό κίνημα του '68, στο πλευρό του Ντανιέλ Κόν Μπεντίτ, στις παρυφές της «Σχολής της Φρανκφούρτης». Δίνει το παρών στο αμφιθέατρο όταν διδάσκουν ο Αντόρνο και ο Χάμπερμας, εντάσσεται στην οργάνωση «Επαναστατικός Αγώνας», βγαίνει στους δρόμους. Σε μία διαδήλωση κατά του πολέμου στο Βιετνάμ θα συλληφθεί, θα καταδικαστεί σε ολιγοήμερη φυλάκιση και θα γνωρίσει από πρώτο χέρι τις περιβόητες φυλακές υψίστης ασφαλείας στο Στάμχαϊμ της Στουτγάρδης.
«Δεν μου είναι άγνωστο ένα στοιχείο προσωπικής ριζοσπαστικοποίησης, πάντα είχα ένα πρόβλημα απέναντι στην αυθεντία της εξουσίας», θα πει, πολύ αργότερα ο ίδιος. Να μία σύντομη, αλλά τόσο περιεκτική φράση, για την οποία θα τον θυμόμαστε. Ο Φίσερ είναι χαρισματικός, έχει πολιτικό ένστικτο, αλλά δεν είναι διανοούμενος. Δεν θα αφήσει πίσω του εκτενή βιβλιογραφία. Θα μείνει όμως στην ιστορία για λίγες και συγκεκριμένες φράσεις, μεστές περιεχομένου, όπως αυτή: «Πάντα είχα ένα πρόβλημα με την αυθεντία της εξουσίας».
Ο υπουργός με τα αθλητικά παπούτσια
Έχει ο καιρός γυρίσματα, όμως. Το 1982 ο Γιόσκα Φίσερ προσχωρεί στο ανερχόμενο Κόμμα των Πρασίνων και αναδεικνύεται σε μία από τις ηγετικές φυσιογνωμίες του. Οι εκλογές του 1983 επισφραγίζουν την παντοδυναμία της Κεντροδεξιάς υπό τον Χέλμουτ Κολ, αλλά αποτελούν ορόσημο και για τους Πράσινους που μπαίνουν για πρώτη φορά στην Ομοσπονδιακή Βουλή, για να σοκάρουν το πολιτικό κατεστημένο της Βόννης με την συμπεριφορά τους και τον ενδυματολογικό κώδικα της εποχής. Ξεχειλωμένα πλεκτά πουλόβερ και δερμάτινα μπουφάν κάνουν την εμφάνισή τους στην Ολομέλεια, δίπλα στα σκούρα κουστούμια της Χριστιανοδημοκρατίας.
Το 1984 προκαλείται ένταση στη Βουλή, όταν ο προεδρεύων, ο Βαυαρός συντηρητικός Ρίχαρντ Στούκλεν, αφαιρεί τον λόγο από την «πράσινη» βουλευτή Κρίστα Νίκελς, ο Γιόσκα Φίσερ βάζει τις φωνές, ο Στούκλεν αρχικά τον ανακαλεί στην τάξη και αργότερα τον αποβάλλει, διακόπτοντας τη συνεδρίαση. Ο Φίσερ γίνεται έξω φρενών: «Με όλον τον σεβασμό, είστε κ...παιδο κύριε πρόεδρε», φωνάζει. Το σχόλιο δεν αναγράφεται στα πρακτικά, καθώς η συνεδρίαση έχει διακοπεί, αλλά περνάει στην ιστορία. Μία ακόμη σύντομη και περιεκτική φράση με υπογραφή Γιόσκα Φίσερ.
Όμως η «μεγάλη πορεία προς τους θεσμούς» συνεχίζεται. To 1985 ο Γιόσκα Φίσερ γίνεται ο πρώτος «Πράσινος» που αναλαμβάνει υπουργικό αξίωμα, όχι βέβαια στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Χέλμουτ Κολ, αλλά στην τοπική κυβέρνηση της Έσσης υπό τον σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργό Χόλγκερ Μπέρνερ. Στην ορκομωσία εμφανίζεται με άσπρα αθλητικά μποτάκια. Αργότερα η εφημερίδα Süddeutsche Zeitung θα τον αποκαλέσει «τον τελευταίο rock'n'roller της γερμανικής πολιτικής».
Μάγειρας ή σερβιτόρος;
Στις εκλογές του 1998 o σοσιαλδημοκράτης Γκέρχαρντ Σρέντερ εκθρονίζει τον «καγκελάριο της Επανένωσης» Χέλμουτ Κολ, αλλά δεν μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση χωρίς τους Πράσινους. O Γιόσκα Φίσερ γίνεται αντικαγκελάριος και υπουργός Εξωτερικών. Το παρελθόν του προβληματίζει τους Αμερικανούς, οι οποίοι ακόμη δεν γνωρίζουν πόσο επιδέξιος είναι ο Φίσερ σε αυτό που οι Αγγλοσάξονες αποκαλούν reeinventing yourself: Να επινοείς εκ νέου τον εαυτό σου, όταν το απαιτούν οι περιστάσεις. Στην πρώτη του επίσκεψη στον Λευκό Οίκο ο νέος υπουργός Εξωτερικών εμφανίζεται με κουστούμι, γραβάτα, γιλέκο και άψογα υποδήματα.
Είναι η εποχή που ο καγκελάριος Σρέντερ οδηγείται σε ανοιχτή σύγκρουση με τον υπουργό Οικονομικών Όσκαρ Λαφονταίν, ο οποίος αργότερα θα αποχωρήσει με πάταγο. Κάποιοι αναρωτιούνται, μήπως αρχίζει να αυτονομείται και ο υπουργός Εξωτερικών. Αλλά ο Γιόσκα Φίσερ τηρεί τους κανόνες του παιχνιδιού. Άλλωστε από το 1997, σε συνέντευξή του στο περιοδικό Stern, o Γκέρχαρντ Σρέντερ έχει βάλει τα όριά του, λέγοντας ότι, όταν σε μία κυβέρνηση συνασπισμού συμμετέχουν ένας μεγάλος και ένας μικρός κυβερνητικός εταίρος, τότε «ο μεγάλος είναι ο μάγειρας και ο μικρός είναι ο σερβιτόρος».
Μετά από χρόνια η δημοσιογράφος Μαριέτα Σλόμκα θα ρωτήσει τον Γιόσκα Φίσερ, εάν ποτέ ενοχλήθηκε από τη σύγκριση μάγειρα και σερβιτόρου. Η απάντηση ήταν μία ακόμη «ατάκα Φίσερ», από αυτές που θα μείνουν στην ιστορία: «Μου αρέσει η δουλειά του σερβιτόρου. Άλλωστε εκείνος είναι που εισπράττει τα λεφτά στο τέλος».
«We are not convinced»
Η μεγάλη πολιτική δοκιμασία έρχεται το 1999, όταν ο πόλεμος στο Κόσοβο μαίνεται, το ΝΑΤΟ ετοιμάζεται να εξαπολύσει αεροπορική επιχείρηση εναντίον της πρώην Γιουγκοσλαβίας και ο Γιόσκα Φίσερ καλείται να πείσει το κόμμα του να στηρίξει την επιχείρηση Allied Force. Για τους ακραιφνείς «Πράσινους» που προέρχονται από το ειρηνευτικό κίνημα της δεκαετίας του '70 ήταν ένα «προπατορικό αμάρτημα» που όχι μόνο αλλοιώνει τον χαρακτήρα του κόμματος, αλλά και αμφισβητεί την ίδια την ύπαρξή του. Κάποιοι θυμίζουν τους γερμανικούς βομβαρδισμούς στο Βελιγράδι κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Φίσερ αντιστρέφει το επιχείρημα. Ακριβώς το βεβαρυμένο παρελθόν της Γερμανίας, υποστηρίζει, είναι εκείνο που της επιβάλλει να μην αδιαφορεί όταν άλλοι διαπράττουν γενοκτονίες και εγκλήματα πολέμου.
«Όχι άλλο Άουσβιτς, όχι άλλη γενοκτονία» βροντοφωνάζει ο Γιόσκα Φίσερ στο δραματικό συνέδριο των Πρασίνων. Άλλη μία φράση, που θα τον συνοδεύει για πάντα. Ένας από τους συνέδρους θα του πετάξει μια σακούλα κόκκινη μπογιά, που του προκαλεί ρήξη τυμπάνου. Η εικόνα κάνει τον γύρο του κόσμου. Αλλά επί της ουσίας ο Γιόσκα Φίσερ θα βγει νικητής από τον κομματικό εμφύλιο.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Σρέντερ και ο «Πράσινος» Φίσερ εγκρίνουν οποιονδήποτε πόλεμο. Το 2003 αρνούνται να στηρίξουν την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ, παρά τις επίμονες πιέσεις του Αμερικανού προέδρου Τζωρτζ Μπους και του υπουργού Άμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ, παρά τις δήθεν εμπιστευτικές πληροφορίες για «πυρηνικά όπλα» του Σαντάμ Χουσείν (που αργότερα διαψεύστηκαν). Είναι η πρώτη φορά που μία μεταπολεμική γερμανική κυβέρνηση αμφισβητεί ανοιχτά μία στρατηγική επιλογή των ΗΠΑ.
Τον Φεβρουάριο του 2003 ο Ράμσφελντ καταβάλλει μία τελευταία προσπάθεια να μεταπείσει το Βερολίνο. Μιλώντας στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου επαναλαμβάνει όλα τα επιχειρήματα του Λευκού Οίκου και ξακαθαρίζει ότι «τα διπλωματικά μέσα έχουν εξαντληθεί». Βουλευτές της χριστιανοδημοκρατικής αντιπολίτευσης διαβεβαιώνουν ότι, εάν το κόμμα τους κυβερνούσε, θα στήριζαν την πολεμική επιχείρηση στο Ιράκ. Ο Γιόσκα Φίσερ παρακολουθεί τη συζήτηση με προσοχή και απαντά, για μία ακόμη φορά, σύντομα και περιεκτικά: «Excuse me, I am not convinced» («Συγγνώμη, αλλά δεν έχω πειστεί»).
Η εποχή της ευδαιμονίας
Μετά την αποχώρησή του από την ενεργό πολιτική, το 2009, ο άλλοτε επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας δοκιμάζει την τύχη του ως σύμβουλος επιχειρήσεων και δημοσίων σχέσεων. Από κοινού με τον πρώην εκπρόσωπο τύπου των Πρασίνων, Ντίτμαρ Χούμπερ, ιδρύουν την εταιρεία JF & C. Ένας από τους πελάτες τους είναι και το Χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης. Το 2009 ο Γιόσκα Φίσερ θα διατελέσει σύμβουλος του ενεργειακού κολοσσού RWE στην προσπάθειά του να προωθήσει τον αγωγό φυσικού πετρελαίου Nabucco. Έτσι ο «σερβιτόρος» θα γίνει, κατά διαβολική σύμπτωση, ανταγωνιστής του «μάγειρα» Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο οποίος την ίδια περίοδο εργαζόταν για τη ρωσική Gazprom.
Γιάννης Παπαδημητρίου
Πηγή: Ο επαναστάτης που έγινε ...σύμβουλος επιχειρήσεων – DW
«Μου αρέσει η δουλειά του σερβιτόρου...» Μία τόσο απλοϊκή φράση παίρνει μυθικές διαστάσεις, όταν την εκστομίζει ο Γιόσκα Φίσερ. Και δικαίως, διότι φορτίζεται με πολιτικούς συμβολισμούς, ίσως και με ψυχαναλυτικές ερμηνείες για τον επαναστατημένο έφηβο που αποφοίτησε με άριστα από το «πανεπιστήμιο της ζωής», με άλλα λόγια ήταν ...οδηγός ταξί. Αφομοίωσε όμως με ιδιαίτερη επιμέλεια μαρξιστικές και ριζοσπαστικές θεωρίες, για να δικαιώσει τις διδαχές του Αντόνιο Γκράμσι και να ακολουθήσει μόνος και ενίοτε λοιδορούμενος την «μεγάλη πορεία προς τους θεσμούς».
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο Γιόζεφ Μάρτιν Φίσερ γεννήθηκε το 1948 σε μία φτωχή οικογένεια. Οι γονείς του ανήκαν στη γερμανική μειονότητα της Ουγγαρίας και εκδιώχθηκαν μετά τον πόλεμο, για να βρουν προσωρινό καταφύγιο σε ένα χωριό της νότιας Γερμανίας. Ο πατέρας του ήταν κρεοπώλης και πέθανε νωρίς. Ο νεαρός Γιόσκα παράτησε το σχολείο μετά την πρώτη γυμνασίου. Δοκίμασε διάφορες δουλειές ως βιομηχανικός εργάτης, πωλητής, φωτογράφος και οδηγός ταξί. «Η άδεια ταξί ήταν το μόνο σοβαρό επαγγελματικό προσόν που διαθέτει» θα λένε αργότερα, με εμφανή χαιρεκακία, οι πολιτικοί του αντίπαλοι.
Ο έφηβος Γιόσκα Φίσερ κοινωνικοποιείται πολιτικά στο φοιτητικό κίνημα του '68, στο πλευρό του Ντανιέλ Κόν Μπεντίτ, στις παρυφές της «Σχολής της Φρανκφούρτης». Δίνει το παρών στο αμφιθέατρο όταν διδάσκουν ο Αντόρνο και ο Χάμπερμας, εντάσσεται στην οργάνωση «Επαναστατικός Αγώνας», βγαίνει στους δρόμους. Σε μία διαδήλωση κατά του πολέμου στο Βιετνάμ θα συλληφθεί, θα καταδικαστεί σε ολιγοήμερη φυλάκιση και θα γνωρίσει από πρώτο χέρι τις περιβόητες φυλακές υψίστης ασφαλείας στο Στάμχαϊμ της Στουτγάρδης.
«Δεν μου είναι άγνωστο ένα στοιχείο προσωπικής ριζοσπαστικοποίησης, πάντα είχα ένα πρόβλημα απέναντι στην αυθεντία της εξουσίας», θα πει, πολύ αργότερα ο ίδιος. Να μία σύντομη, αλλά τόσο περιεκτική φράση, για την οποία θα τον θυμόμαστε. Ο Φίσερ είναι χαρισματικός, έχει πολιτικό ένστικτο, αλλά δεν είναι διανοούμενος. Δεν θα αφήσει πίσω του εκτενή βιβλιογραφία. Θα μείνει όμως στην ιστορία για λίγες και συγκεκριμένες φράσεις, μεστές περιεχομένου, όπως αυτή: «Πάντα είχα ένα πρόβλημα με την αυθεντία της εξουσίας».
Ο υπουργός με τα αθλητικά παπούτσια
Έχει ο καιρός γυρίσματα, όμως. Το 1982 ο Γιόσκα Φίσερ προσχωρεί στο ανερχόμενο Κόμμα των Πρασίνων και αναδεικνύεται σε μία από τις ηγετικές φυσιογνωμίες του. Οι εκλογές του 1983 επισφραγίζουν την παντοδυναμία της Κεντροδεξιάς υπό τον Χέλμουτ Κολ, αλλά αποτελούν ορόσημο και για τους Πράσινους που μπαίνουν για πρώτη φορά στην Ομοσπονδιακή Βουλή, για να σοκάρουν το πολιτικό κατεστημένο της Βόννης με την συμπεριφορά τους και τον ενδυματολογικό κώδικα της εποχής. Ξεχειλωμένα πλεκτά πουλόβερ και δερμάτινα μπουφάν κάνουν την εμφάνισή τους στην Ολομέλεια, δίπλα στα σκούρα κουστούμια της Χριστιανοδημοκρατίας.
Όμως η «μεγάλη πορεία προς τους θεσμούς» συνεχίζεται. To 1985 ο Γιόσκα Φίσερ γίνεται ο πρώτος «Πράσινος» που αναλαμβάνει υπουργικό αξίωμα, όχι βέβαια στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Χέλμουτ Κολ, αλλά στην τοπική κυβέρνηση της Έσσης υπό τον σοσιαλδημοκράτη πρωθυπουργό Χόλγκερ Μπέρνερ. Στην ορκομωσία εμφανίζεται με άσπρα αθλητικά μποτάκια. Αργότερα η εφημερίδα Süddeutsche Zeitung θα τον αποκαλέσει «τον τελευταίο rock'n'roller της γερμανικής πολιτικής».
Μάγειρας ή σερβιτόρος;
Στις εκλογές του 1998 o σοσιαλδημοκράτης Γκέρχαρντ Σρέντερ εκθρονίζει τον «καγκελάριο της Επανένωσης» Χέλμουτ Κολ, αλλά δεν μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση χωρίς τους Πράσινους. O Γιόσκα Φίσερ γίνεται αντικαγκελάριος και υπουργός Εξωτερικών. Το παρελθόν του προβληματίζει τους Αμερικανούς, οι οποίοι ακόμη δεν γνωρίζουν πόσο επιδέξιος είναι ο Φίσερ σε αυτό που οι Αγγλοσάξονες αποκαλούν reeinventing yourself: Να επινοείς εκ νέου τον εαυτό σου, όταν το απαιτούν οι περιστάσεις. Στην πρώτη του επίσκεψη στον Λευκό Οίκο ο νέος υπουργός Εξωτερικών εμφανίζεται με κουστούμι, γραβάτα, γιλέκο και άψογα υποδήματα.
Είναι η εποχή που ο καγκελάριος Σρέντερ οδηγείται σε ανοιχτή σύγκρουση με τον υπουργό Οικονομικών Όσκαρ Λαφονταίν, ο οποίος αργότερα θα αποχωρήσει με πάταγο. Κάποιοι αναρωτιούνται, μήπως αρχίζει να αυτονομείται και ο υπουργός Εξωτερικών. Αλλά ο Γιόσκα Φίσερ τηρεί τους κανόνες του παιχνιδιού. Άλλωστε από το 1997, σε συνέντευξή του στο περιοδικό Stern, o Γκέρχαρντ Σρέντερ έχει βάλει τα όριά του, λέγοντας ότι, όταν σε μία κυβέρνηση συνασπισμού συμμετέχουν ένας μεγάλος και ένας μικρός κυβερνητικός εταίρος, τότε «ο μεγάλος είναι ο μάγειρας και ο μικρός είναι ο σερβιτόρος».
Μετά από χρόνια η δημοσιογράφος Μαριέτα Σλόμκα θα ρωτήσει τον Γιόσκα Φίσερ, εάν ποτέ ενοχλήθηκε από τη σύγκριση μάγειρα και σερβιτόρου. Η απάντηση ήταν μία ακόμη «ατάκα Φίσερ», από αυτές που θα μείνουν στην ιστορία: «Μου αρέσει η δουλειά του σερβιτόρου. Άλλωστε εκείνος είναι που εισπράττει τα λεφτά στο τέλος».
«We are not convinced»
Η μεγάλη πολιτική δοκιμασία έρχεται το 1999, όταν ο πόλεμος στο Κόσοβο μαίνεται, το ΝΑΤΟ ετοιμάζεται να εξαπολύσει αεροπορική επιχείρηση εναντίον της πρώην Γιουγκοσλαβίας και ο Γιόσκα Φίσερ καλείται να πείσει το κόμμα του να στηρίξει την επιχείρηση Allied Force. Για τους ακραιφνείς «Πράσινους» που προέρχονται από το ειρηνευτικό κίνημα της δεκαετίας του '70 ήταν ένα «προπατορικό αμάρτημα» που όχι μόνο αλλοιώνει τον χαρακτήρα του κόμματος, αλλά και αμφισβητεί την ίδια την ύπαρξή του. Κάποιοι θυμίζουν τους γερμανικούς βομβαρδισμούς στο Βελιγράδι κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Φίσερ αντιστρέφει το επιχείρημα. Ακριβώς το βεβαρυμένο παρελθόν της Γερμανίας, υποστηρίζει, είναι εκείνο που της επιβάλλει να μην αδιαφορεί όταν άλλοι διαπράττουν γενοκτονίες και εγκλήματα πολέμου.
«Όχι άλλο Άουσβιτς, όχι άλλη γενοκτονία» βροντοφωνάζει ο Γιόσκα Φίσερ στο δραματικό συνέδριο των Πρασίνων. Άλλη μία φράση, που θα τον συνοδεύει για πάντα. Ένας από τους συνέδρους θα του πετάξει μια σακούλα κόκκινη μπογιά, που του προκαλεί ρήξη τυμπάνου. Η εικόνα κάνει τον γύρο του κόσμου. Αλλά επί της ουσίας ο Γιόσκα Φίσερ θα βγει νικητής από τον κομματικό εμφύλιο.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος Σρέντερ και ο «Πράσινος» Φίσερ εγκρίνουν οποιονδήποτε πόλεμο. Το 2003 αρνούνται να στηρίξουν την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ, παρά τις επίμονες πιέσεις του Αμερικανού προέδρου Τζωρτζ Μπους και του υπουργού Άμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ, παρά τις δήθεν εμπιστευτικές πληροφορίες για «πυρηνικά όπλα» του Σαντάμ Χουσείν (που αργότερα διαψεύστηκαν). Είναι η πρώτη φορά που μία μεταπολεμική γερμανική κυβέρνηση αμφισβητεί ανοιχτά μία στρατηγική επιλογή των ΗΠΑ.
Τον Φεβρουάριο του 2003 ο Ράμσφελντ καταβάλλει μία τελευταία προσπάθεια να μεταπείσει το Βερολίνο. Μιλώντας στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου επαναλαμβάνει όλα τα επιχειρήματα του Λευκού Οίκου και ξακαθαρίζει ότι «τα διπλωματικά μέσα έχουν εξαντληθεί». Βουλευτές της χριστιανοδημοκρατικής αντιπολίτευσης διαβεβαιώνουν ότι, εάν το κόμμα τους κυβερνούσε, θα στήριζαν την πολεμική επιχείρηση στο Ιράκ. Ο Γιόσκα Φίσερ παρακολουθεί τη συζήτηση με προσοχή και απαντά, για μία ακόμη φορά, σύντομα και περιεκτικά: «Excuse me, I am not convinced» («Συγγνώμη, αλλά δεν έχω πειστεί»).
Η εποχή της ευδαιμονίας
Μετά την αποχώρησή του από την ενεργό πολιτική, το 2009, ο άλλοτε επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας δοκιμάζει την τύχη του ως σύμβουλος επιχειρήσεων και δημοσίων σχέσεων. Από κοινού με τον πρώην εκπρόσωπο τύπου των Πρασίνων, Ντίτμαρ Χούμπερ, ιδρύουν την εταιρεία JF & C. Ένας από τους πελάτες τους είναι και το Χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης. Το 2009 ο Γιόσκα Φίσερ θα διατελέσει σύμβουλος του ενεργειακού κολοσσού RWE στην προσπάθειά του να προωθήσει τον αγωγό φυσικού πετρελαίου Nabucco. Έτσι ο «σερβιτόρος» θα γίνει, κατά διαβολική σύμπτωση, ανταγωνιστής του «μάγειρα» Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο οποίος την ίδια περίοδο εργαζόταν για τη ρωσική Gazprom.
Γιάννης Παπαδημητρίου
Πηγή: Ο επαναστάτης που έγινε ...σύμβουλος επιχειρήσεων – DW
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου