Γράφουν οι Wendy Edelberg και Ben Harris*
Για χρόνια ακούμε προειδοποιήσεις για το πώς μια δημοσιονομική κρίση "ζυμώνεται" στις ΗΠΑ επειδή το χρέος δεν είναι βιώσιμο - και οι χρηματοπιστωτικές αγορές στο τέλος θα το φωνάξουν. Ωστόσο, αρκετά συχνά, υπήρχε μια ασάφεια στη λογική αυτή και ο κίνδυνος ήταν υποθετικός.
Μαντέψτε τι; Η πραγματική πηγή του κινδύνου έγινε πιο ξεκάθαρη από την κυβέρνηση Τραμπ. Δεν είναι η συνεχής αύξηση του δανεισμού. Ο πραγματικός κίνδυνος είναι οι πολιτικοί μας ηγέτες να κάνουν κάτι απίστευτα ανεύθυνο που θα αποσταθεροποιήσει τις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Ο πρόεδρος Τραμπ προκάλεσε δημοσιονομικό χάος με εξαιρετική ταχύτητα. Μόλις την πρώτη εβδομάδα στην εξουσία, η κυβέρνησή του απείλησε να παρακρατήσει πληρωμές τρισεκατομμυρίων δολαρίων για δαπάνες που θεσπίστηκαν από το Κογκρέσο. Λίγες ημέρες αργότερα, φάνηκε να κάνει στροφή 180 μοιρών. Στη συνέχεια, επέτρεψε σε στελέχη του νεοσύστατου Τμήματος Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας (DOGE) να αποκτήσουν πρόσβαση σε κρίσιμα συστήματα πληρωμών του Υπουργείου Οικονομικών, οδηγώντας σε παραίτηση έναν ανώτερο αξιωματούχο με δεκαετίες δημόσιας υπηρεσίας. Νέες απειλές για παρακράτηση ομοσπονδιακών πληρωμών γίνονται πλέον καθημερινά. Τουλάχιστον μια υπηρεσία, ο Οργανισμός Διεθνούς Ανάπτυξης, ενδεχομένως να μην λειτουργεί πλέον.
Όσοι έχουν περάσει χρόνια εξετάζοντας τον ορίζοντα για κινδύνους θα πρέπει τώρα να στρέψουν το βλέμμα τους στις αυθαιρεσίες του προέδρου. Όταν ο Τραμπ ισχυρίζεται ότι μπορεί να διαλέξει και να επιλέξει ποιες πληρωμές θα πραγματοποιήσει, χωρίς να λογαριάζει τους νόμους που θεσπίζονται από το Κογκρέσο, δεν είναι αδύνατο να φανταστεί κανείς τον πρόεδρο να δηλώνει ότι μπορεί επίσης να διαλέξει και να επιλέξει ποιοι από τους κατόχους χρέους των ΗΠΑ θα πρέπει να πληρωθούν.
Στην πρώτη του θητεία, ανώτεροι αξιωματούχοι της κυβέρνησης του φέρεται να είχαν εξετάσει την ιδέα της ακύρωσης ορισμένων πληρωμών σε αμερικανικά ομόλογα που κατείχε η Κίνα ως αντίποινα για τον υποτιθέμενο ρόλο της στην πανδημία. Τώρα, με το DOGE να επιδιώκει να εμπλακεί στα συστήματα πληρωμών του Υπουργείου Οικονομικών, ο πρόεδρος μπορεί σύντομα να έχει τα μέσα να παρακρατήσει πληρωμές ανάλογα με τα καπρίτσια του. "Κοιτάζουμε ακόμη και τα ομόλογα", είπε δυσοίωνα μιλώντας σε δημοσιογράφους στο περιθώριο μιας συζήτησης για τα σχέδια του στη διαχείριση του συστήματος πληρωμών. "Μπορεί πολλά από αυτά τα πράγματα να μην μετράνε".
Γιατί αυτή είναι μια πιθανή κρίση στα σκαριά; Η αγορά των 28 τρισ. δολ. στα ομόλογα - μακράν η πιο σημαντική αγορά στον κόσμο - εξαρτάται πρώτα και κύρια από την εμπιστοσύνη. Με αυτό εννοούμε την εμπιστοσύνη ότι το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ θα πληρώσει έγκαιρα τους τόκους και το κεφάλαιο και ότι οι Αμερικανοί πολιτικοί δεν θα οδηγήσουν την οικονομία να πέσει από τον γκρεμό. Λόγω αυτής της εμπιστοσύνης, τα ομόλογα αντιμετωπίζονται ως περιουσιακά στοιχεία χωρίς κινδύνους. Χρησιμεύουν ως σημείο αναφοράς στα επιτόκια όλων των δανείων, όπως τα στεγαστικά και τα επιχειρηματικά, αλλά και στον δανεισμό άλλων κυβερνήσεων. Αυτή η εμπιστοσύνη είναι ο λόγος για τον οποίο οι Αμερικανοί συνταξιούχοι και τα συνταξιοδοτικά ταμεία από το εξωτερικό τοποθετούν τα χρήματά τους σε κρατικά ομόλογα όταν δεν θέλουν να ρισκάρουν. Είναι το θεμέλιο της αμερικανικής οικονομίας.
Φανταστείτε τον Τραμπ να απειλεί πως θα παρακρατήσει πληρωμές χρέους προς την Κίνα, αναγκάζοντας τους Κινέζους να πουλήσουν ένα χαρτοφυλάκιο αμερικανικού χρέους αξίας σχεδόν 1 τρισ. δολ. Το ξεπούλημα πιθανότατα θα προκαλούσε παγκόσμιους κλυδωνισμούς. Θα τελείωνε όμως εκεί; Και άλλοι ξένοι επενδυτές - οι οποίοι κατέχουν συνολικά σχεδόν το ένα τρίτο των ομολόγων των ΗΠΑ - θα ανησυχούσαν ότι μπορεί να είναι οι επόμενοι;
Οι πολιτικές γκάφες ήταν πάντα ο πιο ανησυχητικός δυνητικός καταλύτης για μια δημοσιονομική κρίση στις ΗΠΑ. Δεν αγνοούμε το οικονομικό κόστος από το έλλειμμα που έχει σκαρφαλώσει πλέον κοντά στα 2 τρισ. δολ. και είναι πιθανό να συνεχίσει να αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου. Καθώς ο ομοσπονδιακός δανεισμός διογκώνεται, ανταγωνίζεται τις ιδιωτικές επενδύσεις για τις αποταμιεύσεις των πολιτών. Για να δελεάσουν τους επενδυτές να δανείζουν ολοένα και μεγαλύτερα ποσά στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, τα επιτόκια του Υπουργείου Οικονομικών θα πρέπει να αυξηθούν. Αυτό οδηγεί σε άνοδο τα επιτόκια σε ολόκληρη την οικονομία, πράγμα που σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να πληρώνουν υψηλότερα επιτόκια όταν δανείζονται. Ως αποτέλεσμα γίνονται λιγότερες ιδιωτικές επενδύσεις και τελικά υπάρχει λιγότερος πλούτος για τις μελλοντικές γενιές. Αυτά τα αποτελέσματα είναι δυσμενή, αλλά έρχονται αργά και είναι προβλέψιμα...
Τι θα συμβεί αν οι επενδυτές καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι υπάρχει κίνδυνος χρεοκοπίας στη μεγαλύτερη και πιο ρευστή αγορά στον κόσμο; Ο Ernie Tedeschi στο Yale Budget Lab, ένα μη κομματικό ερευνητικό κέντρο πολιτικής, έχει προειδοποιήσει ότι τα επιτόκια θα αυξηθούν αν οι επενδυτές αρχίσουν να ενσωματώνουν στην αγορά τον κίνδυνο χρεοκοπίας, κάτι που θα επιβραδύνει την οικονομική ανάπτυξη των ΗΠΑ, ακόμη και αν ο χρηματοοικονομικός τομέας παραμείνει υγιής.
Ωστόσο, ο χρηματοοικονομικός τομέας πιθανότατα δεν θα παρέμενε υγιής. Μια απότομη και διαρκής αύξηση των επιτοκίων του Υπουργείου Οικονομικών κατά -ας υποθέσουμε- τρεις ή τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες, πιθανότατα θα πυροδοτούσε μια κρίση. Θυμηθείτε, η απόδοση ενός ομολόγου κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση της τιμής του. Αν οι επενδυτές ανησυχούν για τον κίνδυνο αθέτησης των κρατικών ομολόγων θα τα τιμολογήσουν χαμηλότερα. Για να διατηρηθεί η ζήτηση μεταξύ των πιθανών αγοραστών, η τιμή των ομολόγων θα έπεφτε και έτσι το επιτόκιο αναγκαστικά θα πρέπει να αυξηθεί. Κάθε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα, επενδυτής και νοικοκυριό με τα ομόλογα αυτά στην κατοχή του θα γνώριζε τεράστιες ζημίες...
Ο κ. Τραμπ φέρνει χάος στον έναν οικονομικό τομέα μετά τον άλλο. Είναι βέβαιο ότι θα ακολουθήσουν και νέες διαταραχές. Αν και δεν μπορούμε να προβλέψουμε τι πρόκειται να συμβεί, γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι ο κίνδυνος μιας δημοσιονομικής κρίσης είναι υψηλότερος απ' ό,τι ήταν πριν από μόλις τέσσερις εβδομάδες.
------------------------------------------
*Η Wendy Edelberg είναι διευθύντρια του Hamilton Project στο Brookings Institution και ήταν επικεφαλής οικονομολόγος του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου. Ο Ben Harris είναι αντιπρόεδρος και διευθυντής οικονομικών σπουδών στο Brookings και ήταν βοηθός γραμματέας για την οικονομική πολιτική στο Υπουργείο Οικονομικών της κυβέρνησης Μπάιντεν.
Πηγή: capital.gr
*Η Wendy Edelberg είναι διευθύντρια του Hamilton Project στο Brookings Institution και ήταν επικεφαλής οικονομολόγος του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κογκρέσου. Ο Ben Harris είναι αντιπρόεδρος και διευθυντής οικονομικών σπουδών στο Brookings και ήταν βοηθός γραμματέας για την οικονομική πολιτική στο Υπουργείο Οικονομικών της κυβέρνησης Μπάιντεν.
Πηγή: capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου