Ο Νοτιοαφρικανός Παραολυμπιονίκης Όσκαρ Πιστόριους, σε μια από τις πιο δύσκολες συναισθηματικά στιγμές της δίκης του, για τη δολοφονία της Ρίβα Στέενκαμπ, περιέγραψε χθες αναλυτικά όσα συνέβησαν το μοιραίο βράδυ της 14ης Φερβουαρίου του 2013. Ξεσπώντας σε λυγμούς αφότου ολοκλήρωσε την απολογία του ανάγκασε τη δικαστή, Θοκοζίλε Μασίπα, να διακόψει την ακροαματική διαδικασία.
«Πήγα μέχρι το τέλος του διαδρόμου, στην είσοδο του μπάνιου, όπου σταμάτησα να φωνάζω. Ήμουν βέβαιος πως κάποιος είχε μπει από το παράθυρο. Σημάδεψα με το πιστόλι μου και προχώρησα προς το μπάνιο. Το φως ήταν σβηστό, όμως μπορούσα να διακρίνω πως το παράθυρο ήταν ανοιχτό. Άρχισα να φωνάζω στη Ριίβα, ζητώντας της να καλέσει την αστυνομία. Δεν ήμουν βέβαιος που έπρεπε να σημαδέψω. Σημάδευα προς την τουαλέτα, όμως είχα τον νου μου και στη σκάλα, διότι δεν ήξερα εάν κάποιος είχε κρυφτεί εκεί. Έμεινα ακίνητος και συνέχισα να φωνάζω. Τότε άκουσα έναν θόρυβο από την τουαλέτα και ήμουν βέβαιος πως κάποιος θα έβγαινε από εκεί. Πριν καλά-καλά συνειδητοποιήσω τι συνέβαινε, είχα πυροβολήσει τέσσερις φορές προς την πόρτα» είπε ο Νοτιοαφρικανός.
Και συνέχισε: «Δεν σταμάτησα να φωνάζω στη Ρίβα, ώστε να τηλεφωνήσει στην αστυνομία. Ήμουν πολύ φοβισμένος. Δεν ξέρω πόση ώρα έμεινα στο ίδιο σημείο. Συνέχισα να φωνάζω στη Ριίβα. Κάποια στιγμή αποφάσισα να επιστρέψω στο δωμάτιο. Δεν μπορούσα να φανταστώ πως θα μπορούσε να βρίσκεται στην τουαλέτα η Ριίβα. Εξακολουθούσα να θεωρώ πως ήταν εισβολείς».
Έπειτα ο Πιστόριους περιέγραψε τις επόμενες κινήσεις του: «Έφτασα στο δωμάτιο και προσπάθησα να ανέβω στο κρεβάτι μιλώντας παράλληλα στη Ριίβα. Δεν μου απαντούσε. Γύρισα προς το μέρος που κοιμόταν, άπλωσα το χέρι μου, όμως δεν ήταν εκεί. Πίστεψα πως είχε ακούσει τις παροτρύνσεις μου και είχε κατέβει στο ισόγειο. Δεν θυμάμαι τι της έλεγα, όμως της μιλούσα. Εκείνη τη στιγμή άρχισα να συνειδητοποιώ πως στο μπάνιο ίσως ήταν η Ρίβα. Δεν ήθελα να το πιστέψω. Πήδηξα στην άλλη πλευρά του κρεβατιού για να δω μήπως κρυβόταν πίσω από τις κουρτίνες».
«Ξαναπήγα προς το μπάνιο και προσπάθησα να ανοίξω την πόρτα, αλλά ήταν κλειδωμένη. Ξαναγύρισα στο δωμάτιο, άνοιξα τη μπαλκονόπορτα κι άρχισα να φωνάζω για βοήθεια. Φόρεσα τα προσθετικά πόδια μου και ξαναέτρεξα προς το μπάνιο. Προσπάθησα να κλοτσήσω την πόρτα, όμως δεν άνοιγε. Πανικοβλήθηκα. Επέστρεψα στο δωμάτιο και πήρα το μπαστούνι του κρίκετ. Φώναζα όλη την ώρα. Δεν θυμάμαι να έχω ξαναφωνάξει και κλάψει τόσο πολύ στη ζωή μου. Ζητούσα από τον Θεό να με βοηθήσει. Ξαναπήγα στο μπάνιο, άφησα το όπλο μου στο χαλί, το φως ήταν αναμμένο, όμως δεν θυμάμαι να το άναψα εγώ. Άρχισα να χτυπώ την πόρτα με δύναμη».
«Τη χτύπησα τρεις φορές. Το πρώτο χτύπημα ήταν στο πλαίσιο, το δεύτερο ήταν στο κέντρο και δημιούργησε μια μικρή οπή. Προσπάθησα να ανοίξω την πόρτα από μέσα, όμως ήταν κλειδωμένη. Από την οπή είδα πως τα κλειδιά ήταν στο πάτωμα. Πήρα τα κλειδιά, ξεκλείδωσα και είδα τη Ρίβα πεσμένη εκεί. Έμεινα από πάνω της κι έκλαιγα. Δεν θυμάμαι πόση ώρα έμεινα εκεί. Άλλα έκλαιγα συνέχεια».
Σε εκείνο το σημείο ο Πιστόριους ξέσπασε σε λυγμούς, υποχρεώνοντας τη δικαστή να διακόψει τη διαδικασία.
«Πήγα μέχρι το τέλος του διαδρόμου, στην είσοδο του μπάνιου, όπου σταμάτησα να φωνάζω. Ήμουν βέβαιος πως κάποιος είχε μπει από το παράθυρο. Σημάδεψα με το πιστόλι μου και προχώρησα προς το μπάνιο. Το φως ήταν σβηστό, όμως μπορούσα να διακρίνω πως το παράθυρο ήταν ανοιχτό. Άρχισα να φωνάζω στη Ριίβα, ζητώντας της να καλέσει την αστυνομία. Δεν ήμουν βέβαιος που έπρεπε να σημαδέψω. Σημάδευα προς την τουαλέτα, όμως είχα τον νου μου και στη σκάλα, διότι δεν ήξερα εάν κάποιος είχε κρυφτεί εκεί. Έμεινα ακίνητος και συνέχισα να φωνάζω. Τότε άκουσα έναν θόρυβο από την τουαλέτα και ήμουν βέβαιος πως κάποιος θα έβγαινε από εκεί. Πριν καλά-καλά συνειδητοποιήσω τι συνέβαινε, είχα πυροβολήσει τέσσερις φορές προς την πόρτα» είπε ο Νοτιοαφρικανός.
Και συνέχισε: «Δεν σταμάτησα να φωνάζω στη Ρίβα, ώστε να τηλεφωνήσει στην αστυνομία. Ήμουν πολύ φοβισμένος. Δεν ξέρω πόση ώρα έμεινα στο ίδιο σημείο. Συνέχισα να φωνάζω στη Ριίβα. Κάποια στιγμή αποφάσισα να επιστρέψω στο δωμάτιο. Δεν μπορούσα να φανταστώ πως θα μπορούσε να βρίσκεται στην τουαλέτα η Ριίβα. Εξακολουθούσα να θεωρώ πως ήταν εισβολείς».
Έπειτα ο Πιστόριους περιέγραψε τις επόμενες κινήσεις του: «Έφτασα στο δωμάτιο και προσπάθησα να ανέβω στο κρεβάτι μιλώντας παράλληλα στη Ριίβα. Δεν μου απαντούσε. Γύρισα προς το μέρος που κοιμόταν, άπλωσα το χέρι μου, όμως δεν ήταν εκεί. Πίστεψα πως είχε ακούσει τις παροτρύνσεις μου και είχε κατέβει στο ισόγειο. Δεν θυμάμαι τι της έλεγα, όμως της μιλούσα. Εκείνη τη στιγμή άρχισα να συνειδητοποιώ πως στο μπάνιο ίσως ήταν η Ρίβα. Δεν ήθελα να το πιστέψω. Πήδηξα στην άλλη πλευρά του κρεβατιού για να δω μήπως κρυβόταν πίσω από τις κουρτίνες».
«Ξαναπήγα προς το μπάνιο και προσπάθησα να ανοίξω την πόρτα, αλλά ήταν κλειδωμένη. Ξαναγύρισα στο δωμάτιο, άνοιξα τη μπαλκονόπορτα κι άρχισα να φωνάζω για βοήθεια. Φόρεσα τα προσθετικά πόδια μου και ξαναέτρεξα προς το μπάνιο. Προσπάθησα να κλοτσήσω την πόρτα, όμως δεν άνοιγε. Πανικοβλήθηκα. Επέστρεψα στο δωμάτιο και πήρα το μπαστούνι του κρίκετ. Φώναζα όλη την ώρα. Δεν θυμάμαι να έχω ξαναφωνάξει και κλάψει τόσο πολύ στη ζωή μου. Ζητούσα από τον Θεό να με βοηθήσει. Ξαναπήγα στο μπάνιο, άφησα το όπλο μου στο χαλί, το φως ήταν αναμμένο, όμως δεν θυμάμαι να το άναψα εγώ. Άρχισα να χτυπώ την πόρτα με δύναμη».
«Τη χτύπησα τρεις φορές. Το πρώτο χτύπημα ήταν στο πλαίσιο, το δεύτερο ήταν στο κέντρο και δημιούργησε μια μικρή οπή. Προσπάθησα να ανοίξω την πόρτα από μέσα, όμως ήταν κλειδωμένη. Από την οπή είδα πως τα κλειδιά ήταν στο πάτωμα. Πήρα τα κλειδιά, ξεκλείδωσα και είδα τη Ρίβα πεσμένη εκεί. Έμεινα από πάνω της κι έκλαιγα. Δεν θυμάμαι πόση ώρα έμεινα εκεί. Άλλα έκλαιγα συνέχεια».
Σε εκείνο το σημείο ο Πιστόριους ξέσπασε σε λυγμούς, υποχρεώνοντας τη δικαστή να διακόψει τη διαδικασία.
Πηγές: www.tovima.gr και www.tanea.gr 09.04.2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου