Από πήραν το όνομά τους τα Σπάτα; Γιατί ονομάζονται Κιούρκα οι Αφίδνες, τι σημαίνει Μαλακάσα και τι Λιόσια
Η ιστορία πολλές φορές εκπλήσσει. Ειδικά η ιστορία της γλώσσας, από που προέρχονται τα ονόματά μας, πώς «βαφτίστηκαν» οι περιοχές που ζούμε, τι ακριβώς σημαίνει η ονομασία μιας συνοικίας. Η Τουρκοκρατία ασφαλώς επηρέασε τις ονομασίες ενώ η παρουσία Αρβανιτών, ειδικά στην Αττική, συνέβαλε στην ονομασία κάποιων περιοχών με λέξεις που έχουν αρβανίτικη ρίζα.
{Αυτό το Σάββατο με ΤΑ ΝΕΑ, μια μεγάλη εκδοτική προσφορά: «Τοπωνύμια της Αθήνας, του Πειραιά και των περιχώρων» – Μία πρωτότυπη έκδοση με την καταγραφή, το ιστορικό, την προέλευση και την ερμηνεία των ονομάτων εκατοντάδων περιοχών από την αρχαιότητα έως σήμερα}
Πολλοί ιστορικοί έχουν ασχοληθεί με τα τοπωνύμια και πως αυτά διατηρήθηκαν ή άλλαξαν μέσα στο χρόνο. Σε μια ανάρτηση που είχε κάνει πριν από μερικούς μήνες το protothema.gr, αναφέρονται ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για τις ονομασίες στην Αττική.
Αναλυτικά, από το in.gr:
Βόρεια – Δυτική Αττική
Στο 1382, ο Καταλανός ιππότης Ραμόν ντε Βιλανόβα εγκατέστησε τους (Αρβανίτες) Λιόσηδες κι ένα μέρος από τους Μαλακασαίους και τους Μαζαρακαίους στη βόρεια και τη δυτική πλευρά της Αττικής, για να την προστατεύσουν από τις εχθρικές επιδρομές.
Τα Άνω Λιόσια, πήραν το όνομά τους από το επώνυμο Λιώσα (s) (αλβανικά Loshi). Όσο για το τι σημαίνει το Loshi; Προέρχεται από την αρβανίτικη λέξη ljioshe, ljosh-I, “ομαλή τοποθεσία σε βουνά με άφθονο χορτάρι βοσκής, βοσκοτόπι”). Οι Έλληνες συγγραφείς του Μεσαίωνα, αποδίδουν το επώνυμο Loshi, ως Λεώσας.
Ως το 1994, το Ίλιον της Αττικής ονομαζόταν Νέα Λιόσια. Λιοσάτι ονομαζόταν ως το 1927 ο Κοκκινόβραχος των Αφιδνών. Το τοπωνύμιο προέρχεται από τη λέξη Loshati, «οι απόγονοι του Loshi».
Η Μαλακάσα πήρε το όνομά της από τον Αρβανίτη φύλαρχο Malakasi (απ’ όπου και το ελληνικό επώνυμο Μαλακάσης). Μια άλλη εκδοχή, «θέλει» το τοπωνύμιο Μαλακάσα να προέρχεται από το αλβανικό τοπωνύμιο Mallakaster, Mallakastra, του οποίου το β’ συνθετικό είναι το λατινικό castrum, – a.
Οι Αφίδνες της Αττικής, ως το 1912 ονομάζονταν Κιούρκα. Η λέξη Κιούρκα, προέρχεται από το αλβανικό επώνυμο Qurk < ελλ. Κυριακός. Κατά τον Γ. Οικονόμου, (Athenische Mitteilungen 35, 320), τα Κιούρκα πήραν το όνομά τους από τον αρχαίο αττικό Δήμο Κερκείς. Μεταξύ των αρχηγών των Αρβανιτών που εγκαταστάθηκαν στα Μεσόγεια της Αττικής το 1388, αναφέρεται κι ένας Κιούρκας. Η αλβανική λέξη qurku, πληθ. qurqe, σημαίνει «γούνα, δέρμα, δερμάτινο παλτό» και προέρχεται από την τούρκικη λέξη Kurk = γούνα.
Το τοπωνύμιο Καπανδρίτι, προέρχεται από το μεσαιωνικό επώνυμο Καπανδρίτης < αλβαν. Επών. Kapandrit (= του παπά Αντρέα) < του Παπαντρέα. Όπως γράφει ο Χ. Π. Συμεωνίδης, το αλβανικό Kapandrit βασίζεται στον τύπο Παπαντρίκος. Το Καπανδρίτης, φέρεται να είναι ελληνική δημιουργία παρά το γεγονός ότι το Kapandrit μαρτυρείται μόνο ως επώνυμο αλβανόφωνων. Εξελίχθηκε σε Καπανδρίτι από το «του Καπανδρίτη (το κτήμα)».
Η Ροδόπολη της Αττικής, ως το 1981 ονομαζόταν Μπάλα. Η λέξη Μπάλα, ως τοπωνύμιο, προέρχεται από το νεότερο αλβανικό επώνυμο Bale, Bala.
Ο Άγιος Στέφανος της Αττικής, ήταν γνωστός παλαιότερα ως Νέο Μπογιάτι, ενώ η Άνοιξη ως Παλαιό Μπογιάτι, ως το 1954. Μπογιάτι < Μπουγιάτη < αλβανικό τοπωνύμιο Bujati «οι απόγονοι της οικογένειας Bua ή Buja». Από τον 14 αιώνα, όπως έχουμε αναφέρει, υπάρχουν μαρτυρίες για τον Αλβανό φύλαρχο Γκίνο Σπάτα Μπούα.
Τα Βίλια, πήραν το όνομά τους είτε από την αλβανική λέξη viljia = vile – α (< λατινικό villa), «εξοχικό σπίτι, έπαυλη, κωμόπολη» ή από τη λέξη βίγλα, σκοπιά» < λατινικό vigilia, που πέρασε και στα αλβανικά ως vigle – a. Αν και λόγω της θέσης της κωμόπολης, δικαιολογείται και η δεύτερη ετυμολογία, ο Χ.Π. Συμεωνίδης, θεωρεί το τοπωνύμιο αλβανικό.
Η Βαρυ(μ)πόμπη, πήρε το όνομά της από το ελληνικό επώνυμο και οικωνύμιο Varibopi < σλαβικό προσωπωνύμιο Varibob «μάγειρας φασολιών ή οσπρίων».
Το Πολυδένδρι της Αττικής, ως το 1928, λεγόταν Μάζι. Το όνομα αυτό προέρχεται κατά τον Αλέξανδρο Ηρ. Γέροντα, από την φάρα, την οικογένεια των Αρβανιτών. Ο Π. Φουρίκης, γράφει ότι η λέξη maz – i, δηλώνει έκταση γης ανάμεσα σε βουνά που είναι πρόσφορη για καλλιέργεια, ενώ ο Κ.Οικονόμου, το ερμηνεύει από το αλβανικό mazi- α, «καλλιεργημένος αγρός έτοιμος για σπορά».
Η ιστορία πολλές φορές εκπλήσσει. Ειδικά η ιστορία της γλώσσας, από που προέρχονται τα ονόματά μας, πώς «βαφτίστηκαν» οι περιοχές που ζούμε, τι ακριβώς σημαίνει η ονομασία μιας συνοικίας. Η Τουρκοκρατία ασφαλώς επηρέασε τις ονομασίες ενώ η παρουσία Αρβανιτών, ειδικά στην Αττική, συνέβαλε στην ονομασία κάποιων περιοχών με λέξεις που έχουν αρβανίτικη ρίζα.
{Αυτό το Σάββατο με ΤΑ ΝΕΑ, μια μεγάλη εκδοτική προσφορά: «Τοπωνύμια της Αθήνας, του Πειραιά και των περιχώρων» – Μία πρωτότυπη έκδοση με την καταγραφή, το ιστορικό, την προέλευση και την ερμηνεία των ονομάτων εκατοντάδων περιοχών από την αρχαιότητα έως σήμερα}
Πολλοί ιστορικοί έχουν ασχοληθεί με τα τοπωνύμια και πως αυτά διατηρήθηκαν ή άλλαξαν μέσα στο χρόνο. Σε μια ανάρτηση που είχε κάνει πριν από μερικούς μήνες το protothema.gr, αναφέρονται ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για τις ονομασίες στην Αττική.
Αναλυτικά, από το in.gr:
Βόρεια – Δυτική Αττική
Στο 1382, ο Καταλανός ιππότης Ραμόν ντε Βιλανόβα εγκατέστησε τους (Αρβανίτες) Λιόσηδες κι ένα μέρος από τους Μαλακασαίους και τους Μαζαρακαίους στη βόρεια και τη δυτική πλευρά της Αττικής, για να την προστατεύσουν από τις εχθρικές επιδρομές.
Τα Άνω Λιόσια, πήραν το όνομά τους από το επώνυμο Λιώσα (s) (αλβανικά Loshi). Όσο για το τι σημαίνει το Loshi; Προέρχεται από την αρβανίτικη λέξη ljioshe, ljosh-I, “ομαλή τοποθεσία σε βουνά με άφθονο χορτάρι βοσκής, βοσκοτόπι”). Οι Έλληνες συγγραφείς του Μεσαίωνα, αποδίδουν το επώνυμο Loshi, ως Λεώσας.
Ως το 1994, το Ίλιον της Αττικής ονομαζόταν Νέα Λιόσια. Λιοσάτι ονομαζόταν ως το 1927 ο Κοκκινόβραχος των Αφιδνών. Το τοπωνύμιο προέρχεται από τη λέξη Loshati, «οι απόγονοι του Loshi».
Η Μαλακάσα πήρε το όνομά της από τον Αρβανίτη φύλαρχο Malakasi (απ’ όπου και το ελληνικό επώνυμο Μαλακάσης). Μια άλλη εκδοχή, «θέλει» το τοπωνύμιο Μαλακάσα να προέρχεται από το αλβανικό τοπωνύμιο Mallakaster, Mallakastra, του οποίου το β’ συνθετικό είναι το λατινικό castrum, – a.
Οι Αφίδνες της Αττικής, ως το 1912 ονομάζονταν Κιούρκα. Η λέξη Κιούρκα, προέρχεται από το αλβανικό επώνυμο Qurk < ελλ. Κυριακός. Κατά τον Γ. Οικονόμου, (Athenische Mitteilungen 35, 320), τα Κιούρκα πήραν το όνομά τους από τον αρχαίο αττικό Δήμο Κερκείς. Μεταξύ των αρχηγών των Αρβανιτών που εγκαταστάθηκαν στα Μεσόγεια της Αττικής το 1388, αναφέρεται κι ένας Κιούρκας. Η αλβανική λέξη qurku, πληθ. qurqe, σημαίνει «γούνα, δέρμα, δερμάτινο παλτό» και προέρχεται από την τούρκικη λέξη Kurk = γούνα.
Το τοπωνύμιο Καπανδρίτι, προέρχεται από το μεσαιωνικό επώνυμο Καπανδρίτης < αλβαν. Επών. Kapandrit (= του παπά Αντρέα) < του Παπαντρέα. Όπως γράφει ο Χ. Π. Συμεωνίδης, το αλβανικό Kapandrit βασίζεται στον τύπο Παπαντρίκος. Το Καπανδρίτης, φέρεται να είναι ελληνική δημιουργία παρά το γεγονός ότι το Kapandrit μαρτυρείται μόνο ως επώνυμο αλβανόφωνων. Εξελίχθηκε σε Καπανδρίτι από το «του Καπανδρίτη (το κτήμα)».
Η Ροδόπολη της Αττικής, ως το 1981 ονομαζόταν Μπάλα. Η λέξη Μπάλα, ως τοπωνύμιο, προέρχεται από το νεότερο αλβανικό επώνυμο Bale, Bala.
Ο Άγιος Στέφανος της Αττικής, ήταν γνωστός παλαιότερα ως Νέο Μπογιάτι, ενώ η Άνοιξη ως Παλαιό Μπογιάτι, ως το 1954. Μπογιάτι < Μπουγιάτη < αλβανικό τοπωνύμιο Bujati «οι απόγονοι της οικογένειας Bua ή Buja». Από τον 14 αιώνα, όπως έχουμε αναφέρει, υπάρχουν μαρτυρίες για τον Αλβανό φύλαρχο Γκίνο Σπάτα Μπούα.
Τα Βίλια, πήραν το όνομά τους είτε από την αλβανική λέξη viljia = vile – α (< λατινικό villa), «εξοχικό σπίτι, έπαυλη, κωμόπολη» ή από τη λέξη βίγλα, σκοπιά» < λατινικό vigilia, που πέρασε και στα αλβανικά ως vigle – a. Αν και λόγω της θέσης της κωμόπολης, δικαιολογείται και η δεύτερη ετυμολογία, ο Χ.Π. Συμεωνίδης, θεωρεί το τοπωνύμιο αλβανικό.
Η Βαρυ(μ)πόμπη, πήρε το όνομά της από το ελληνικό επώνυμο και οικωνύμιο Varibopi < σλαβικό προσωπωνύμιο Varibob «μάγειρας φασολιών ή οσπρίων».
Το Πολυδένδρι της Αττικής, ως το 1928, λεγόταν Μάζι. Το όνομα αυτό προέρχεται κατά τον Αλέξανδρο Ηρ. Γέροντα, από την φάρα, την οικογένεια των Αρβανιτών. Ο Π. Φουρίκης, γράφει ότι η λέξη maz – i, δηλώνει έκταση γης ανάμεσα σε βουνά που είναι πρόσφορη για καλλιέργεια, ενώ ο Κ.Οικονόμου, το ερμηνεύει από το αλβανικό mazi- α, «καλλιεργημένος αγρός έτοιμος για σπορά».
Τα Μεσόγεια
Η Παιανία, λεγόταν ως το 1915 Λιόπεσι. Ο Αλέξανδρος Ηρ. Γέροντας, γράφει: «Εκ του «Λιόπεσς» = βουστάσιου. Λιόπα δε αλβανιστί λέγεται η αγελάς». Κατά τον Ν. Πολίτη, πιθανότατα το Λιόπεσι πήρε το όνομα αυτό από κάποιον Αρβανίτη, ιδιοκτήτη της περιοχής. Αλλά και ο Χ. Π. Συμεωνίδης γράφει σχετικά: Λιόπεσι: το αλβαν. lopesi (< lope – α «αγελάδα»), «τόπος όπου σταβλίζονται αγελάδες, βουστάσιο». Ο Δ. Καμπούρογλου, το μεταφράζει «βουστάσιο». (Εβδομάς 1887, αρ. 38, 1). Το επώνυμο Lopesi αναφέρεται συχνά σε βενετσιάτικα αρχεία.
Η Αρτέμιδα, ονομαζόταν ως το 1977 Λούτσα. Λούτσα = τέλμα < αλβαν. lluce-α «λάσπη, βόρβορος» το οποίο με τη σειρά του, βασίζεται στο σλαβικό luza= τέλμα.
Το Μαρκόπουλο, είναι τοπωνύμιο προερχόμενο από επώνυμο. Προέρχεται, όπως είναι ευκολονόητο, από το επώνυμο Μαρκόπουλος. Για ένα… άλλο Μαρκόπουλο, το Μαρκόπουλο Ηλείας, υπάρχει αναφορά σε οθωμανικό έγγραφο του 15ου αιώνα ως Markopulu.
Τα Σπάτα, πήραν το όνομά τους από τον φύλαρχο Gjin Bua Shpata, που έδρασε στην Αιτωλία τον 14ο και 15ο αιώνα. Το επώνυμο Spata υπάρχει τόσο στον ελλαδικό όσο και στον ιταλικό χώρο.
Το Κορωπί ή Κοροπί, είναι καθαρά ελληνικό τοπωνύμιο, προέρχεται δε η ονομασία του, είτε από το αρχαίο Κρωπεία = η περιοχή του αρχαίου Δήμου των Κρωπιδών, είτε από τον αρχαίο αττικό Δήμο Κεκροπίς.
Ελληνικότατο είναι και το τοπωνύμιο Κερατέα, από την λέξη «κερατία, κερατέα» (λέξη που υπάρχει από ελληνιστική περίοδο) και σημαίνει «ξυλοκερατιά, χαροπιά». Ανάλογο τοπωνύμιο στην Κρήτη, Κερατέα, μαρτυρείται από το 1577!
Τέλος και η Βάρη, που από κάποιους έχει χαρακτηριστεί ως αρβανίτικο τοπωνύμιο, είναι ελληνικό και δηλώνει ελώδη περιοχή (Σαράντος Καργκάκος). Στον ελλαδικό χώρο, υπάρχουν πολλά χωριά με τα όνομα Βαρκά και Βαρικό (ν). Η Βάρη της Αττικής, βρίσκεται στη θέση του αρχαίου Αναγυρούντα < ανάγυρος < το φυτό βρομόχορτο.
Πηγή: in.gr ,
όπου ως πηγές αναφέρονται: Χαράλαμπος Π. Συμεωνίδης, «ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΟΙΚΩΝΥΜΙΩΝ ΚΕΝΤΡΟ ΜΕΛΕΤΩΝ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΚΥΚΚΟΥ, ΛΕΥΚΩΣΙΑ- ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ , 2010.
Σαράντος Ι. Καργάκος, «ΑΛΒΑΝΟΙ ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ ΕΛΛΗΝΕΣ», 6η έκδοση, εκδόσεις Ι. Σιδέρης 2008
ΚΩΣΤΑΣ Η. ΜΠΙΡΗΣ, «ΑΙ ΤΟΠΩΛΥΜΙΑΙ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΕΡΙΧΩΡΩΝ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ», έκδοση ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ΤΑΜΕΙΟΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΕΩΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΔΕΛΤΙΟΥ, ΑΡ. 17, ΑΘΗΝΑ 2006 ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΗΡ. ΓΕΡΟΝΤΑΣ, «Οι Αρβανίτες της Αττικής», Αθήνα 1984.
Το Μαρκόπουλο, είναι τοπωνύμιο προερχόμενο από επώνυμο. Προέρχεται, όπως είναι ευκολονόητο, από το επώνυμο Μαρκόπουλος. Για ένα… άλλο Μαρκόπουλο, το Μαρκόπουλο Ηλείας, υπάρχει αναφορά σε οθωμανικό έγγραφο του 15ου αιώνα ως Markopulu.
Τα Σπάτα, πήραν το όνομά τους από τον φύλαρχο Gjin Bua Shpata, που έδρασε στην Αιτωλία τον 14ο και 15ο αιώνα. Το επώνυμο Spata υπάρχει τόσο στον ελλαδικό όσο και στον ιταλικό χώρο.
Το Κορωπί ή Κοροπί, είναι καθαρά ελληνικό τοπωνύμιο, προέρχεται δε η ονομασία του, είτε από το αρχαίο Κρωπεία = η περιοχή του αρχαίου Δήμου των Κρωπιδών, είτε από τον αρχαίο αττικό Δήμο Κεκροπίς.
Ελληνικότατο είναι και το τοπωνύμιο Κερατέα, από την λέξη «κερατία, κερατέα» (λέξη που υπάρχει από ελληνιστική περίοδο) και σημαίνει «ξυλοκερατιά, χαροπιά». Ανάλογο τοπωνύμιο στην Κρήτη, Κερατέα, μαρτυρείται από το 1577!
Τέλος και η Βάρη, που από κάποιους έχει χαρακτηριστεί ως αρβανίτικο τοπωνύμιο, είναι ελληνικό και δηλώνει ελώδη περιοχή (Σαράντος Καργκάκος). Στον ελλαδικό χώρο, υπάρχουν πολλά χωριά με τα όνομα Βαρκά και Βαρικό (ν). Η Βάρη της Αττικής, βρίσκεται στη θέση του αρχαίου Αναγυρούντα < ανάγυρος < το φυτό βρομόχορτο.
Πηγή: in.gr ,
όπου ως πηγές αναφέρονται: Χαράλαμπος Π. Συμεωνίδης, «ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΟΙΚΩΝΥΜΙΩΝ ΚΕΝΤΡΟ ΜΕΛΕΤΩΝ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΚΥΚΚΟΥ, ΛΕΥΚΩΣΙΑ- ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ , 2010.
Σαράντος Ι. Καργάκος, «ΑΛΒΑΝΟΙ ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ ΕΛΛΗΝΕΣ», 6η έκδοση, εκδόσεις Ι. Σιδέρης 2008
ΚΩΣΤΑΣ Η. ΜΠΙΡΗΣ, «ΑΙ ΤΟΠΩΛΥΜΙΑΙ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΕΡΙΧΩΡΩΝ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ», έκδοση ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ΤΑΜΕΙΟΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΕΩΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΔΕΛΤΙΟΥ, ΑΡ. 17, ΑΘΗΝΑ 2006 ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΗΡ. ΓΕΡΟΝΤΑΣ, «Οι Αρβανίτες της Αττικής», Αθήνα 1984.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου