Το μικρό καράβι, το οποίο κουβαλούσε μια ομάδα από περίπου είκοσι Βρετανούς τουρίστες και μαθητές, έγερνε μπροστά στον άνεμο μέσα στα ταραγμένα νερά. Ο Τζέραλντ, ο δάσκαλος και οδηγός μας, μάς διηγούταν ταυτόχρονα δυο ιστορίες και αυτές γίνονταν κάπου-κάπου συγκεχυμένες. Καθώς φεύγαμε από την προκυμαία της ωραίας πόλης, άρχισε η τοπογραφία να ξετυλίγεται σε όλες τις κατευθύνσεις. Πίσω από την πόλη, τοποθετημένη στην άκρη του κόλπου, διαφαινόταν πλέον κι ένα κωνικό όρος. Το νησί, προς το οποίο κατευθυνόμασταν, φαινόταν πλέον ακόμη πιο μεγάλο: με τις πλευρές του απόκρημνες και σκεπασμένες από δάσος. «Η παράδοση της Σπαρτιάτικης φρουράς που βρισκόταν στην Σφακτηρία, ήταν η πρώτη συνθηκολόγηση που έκαναν ποτέ οι Σπαρτιάτες,» δήλωσε ο Τζέραλντ, υψώνοντας τη φωνή του πάνω από τον θόρυβο της μηχανής. «Επρόκειτο για μια συναρπαστική στιγμή για τους Αθηναίους: μια στιγμή που τους έφερε σε αχαρτογράφητα νερά: νερά όπου δυστυχώς παραμόνευαν η Ύβρις και η Νέμεσις». Στα νερά όπου πλέαμε κι εμείς, φαινόταν να παραμόνευε κι εμάς ένας αυξανόμενος κίνδυνος. Κατά τα φαινόμενα κατευθυνόμασταν τώρα προς την ανοιχτή θάλασσα από το νότιο στενό ανάμεσα στη Σφακτηρία και την ξηρά, και τα κύματα αυξάνονταν εντυπωσιακά. «Σε λίγο θα δούμε το μνημείο προς τιμή των Γάλλων ναυτικών που πέθαναν στο Ναυαρίνο», είπε ο Τζέραλντ, με τον αισιόδοξό του τρόπο. Το πλοίο σκαμπανέβαζε στα θυελλώδη κύματα, όσο πλησιάζαμε την σκάλα που είχε λαξευτεί στον πέτρινο γκρεμό της βραχονησίδας που ονομάζεται Τσιχλί-Μπαμπά. «Είναι πολύ επικίνδυνο να αποβιβαστούμε σήμερα – σύμφωνα με τον καπετάνιο, αλλά θα κάνουμε ένα μικρό περίπλου της νησίδας και ύστερα θα επιστρέψουμε για να βρούμε το αγγλικό μνημείο».
Ήμασταν στα μέσα του Απρίλη του 1984. Ήμουνα δεκάξι χρονών. Επρόκειτο για την πρώτη εβδομάδα μιας εκδρομής τριών εβδομάδων στην Ελλάδα και κάναμε μια περιήγηση της Πελοποννήσου. Ήταν η ορθόδοξη Σαρακοστή και αναμενόταν να περάσουμε την Μεγάλη Εβδομάδα στην Αίγινα και την εβδομάδα του Πάσχα στη Σίφνο. Δεν είχα ξαναπάει στην Ελλάδα, αλλά εδώ και τρία χρόνια μάθαινα την αρχαία γλώσσα. Πρωί-πρωί της μέρας εκείνης, είχαμε επισκεφτεί το μυκηναϊκά απομεινάρια του Ανακτόρου του Νέστορα στο Επάνω Εγκλιανό. Τώρα μαθαίναμε για τα γεγονότα του Πελοποννησιακού Πολέμου το 425πΧ (την άλωση της Σφακτηρίας από τους Αθηναίους) και την Ναυμαχία του Ναυαρίνου στις 20 Οκτώβρη του 1827μΧ.
Η ναυμαχία του Ναυαρίνου (1827). Ελαιογραφία του Γκαρνερέ. Από τη Βικιπαίδεια
Όσο μπαίναμε και πάλι στον κόλπο, μας εξήγησε ο Τζέραλντ τη διαρρύθμιση του οθωμανικού στόλου (στην μορφή ενός πετάλου) και την τακτική και τεχνογνωσία των ναυτικών των συμμάχων, όταν ο Κόδρινγκτον, απαντώντας στην πρόκληση από τον στόλο του Ιμπραήμ-Πασά, εξαπέλυσε μια καταστρεπτική και καθοριστική αντεπίθεση. Από το αγγλικό μνημείο, στο Χελωνάκι, βλέπαμε, στο βόρειο τέλος του κόλπου, την επίπεδο λιμνοθάλασσα και το φραγκικό κάστρο του 13ου αιώνα στο Παλιό Ναυαρίνο. Σε αυτή την μικρή γωνία της Πελοποννήσου φαινόταν ότι κάθε εποχή της ευρωπαϊκής ιστορίας είχε αφήσει το δικό της αποτύπωμα. Η ομηρική μυθολογία, η αρχαία και μεσαιωνική ιστορία, οι θρυλικές μορφές από την εποχή των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών και της ελληνικής επανάστασης, τα φαντάσματα και τα βήματα του παρελθόντος – όλ’ αυτά είχαν μαζευτεί σε αυτό το συμπυκνωμένο περιβάλλον, σ’ αυτό το τοπίο εκθαμβωτικής φυσικής εμορφιάς.
Οι πρώτες εντυπώσεις είναι καθοριστικές. Οι πρώτες μου εντυπώσεις της Ελλάδας άλλαξαν την πορεία της ζωής μου. Σε αυτό δεν είμαι μοναδικός. Ερωτεύτηκε και ο Λόρδος Βύρωνας – πράγμα κάπως πιο σημαντικό για την πορεία της ελληνικής ιστορίας! – κατά την διάρκεια της πρώτης του εκδρομής στην Ελλάδα το 1809. Πραγματικά ερωτεύτηκε πολλαπλά· ερωτεύτηκε, με τρόπο που έμεινε γνωστός παντού, την Τερέζα Μακρή, την «Κόρη των Αθηνών», αλλά ερωτεύτηκε – ακόμα πιο επίμονα – και την Ελλάδα την ίδια: τα τοπία της, το μυθικό της παρελθόν, τον λαό της και τα έθιμά του. Και προ παντός ερωτεύτηκε την ιδέα της Ελλάδας: μιας Ελλάδας της ριζοσπαστικής ελευθερίας, απελευθερωμένης από τις οθωμανικές χειροπέδες. Σαγηνεύτηκε από την Ελλάδα (παρέθεσα παρακάτω μια αγαπημένη μου στροφή από "Το προσκύνημα" του Τσιλντ Αρόλδου), αλλά φαίνεται ότι για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα δεν πίστευε πως οι Έλληνες θα εξεγείρονταν πραγματικά για να απαιτήσουν την ελευθερία τους. Ήταν ο φίλος του, ο ποιητής Πέρσι Σέλλεϋ, που τον δίδαξε φιλελληνικό πολιτικό ακτιβισμό ενός πιο δυναμικού είδους. Η ριζοσπαστικότητα και ο ιδεαλισμός του Σέλλεϋ ξεσήκωσε τον Βύρωνα και τον ενέπνευσε στην τελευταία του μεγάλη πρωτοβουλία, το 1823: την περιπέτεια που κατέληξε στον θάνατο του Βύρωνα στο Μεσολόγγι στις 19 Απρίλη του 1824 και στην απελευθέρωση ενός μεγάλου κύματος φιλελληνικού συναισθήματος παντού στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι πρώτες εντυπώσεις είναι καθοριστικές. Οι πρώτες μου εντυπώσεις της Ελλάδας άλλαξαν την πορεία της ζωής μου. Σε αυτό δεν είμαι μοναδικός. Ερωτεύτηκε και ο Λόρδος Βύρωνας – πράγμα κάπως πιο σημαντικό για την πορεία της ελληνικής ιστορίας! – κατά την διάρκεια της πρώτης του εκδρομής στην Ελλάδα το 1809. Πραγματικά ερωτεύτηκε πολλαπλά· ερωτεύτηκε, με τρόπο που έμεινε γνωστός παντού, την Τερέζα Μακρή, την «Κόρη των Αθηνών», αλλά ερωτεύτηκε – ακόμα πιο επίμονα – και την Ελλάδα την ίδια: τα τοπία της, το μυθικό της παρελθόν, τον λαό της και τα έθιμά του. Και προ παντός ερωτεύτηκε την ιδέα της Ελλάδας: μιας Ελλάδας της ριζοσπαστικής ελευθερίας, απελευθερωμένης από τις οθωμανικές χειροπέδες. Σαγηνεύτηκε από την Ελλάδα (παρέθεσα παρακάτω μια αγαπημένη μου στροφή από "Το προσκύνημα" του Τσιλντ Αρόλδου), αλλά φαίνεται ότι για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα δεν πίστευε πως οι Έλληνες θα εξεγείρονταν πραγματικά για να απαιτήσουν την ελευθερία τους. Ήταν ο φίλος του, ο ποιητής Πέρσι Σέλλεϋ, που τον δίδαξε φιλελληνικό πολιτικό ακτιβισμό ενός πιο δυναμικού είδους. Η ριζοσπαστικότητα και ο ιδεαλισμός του Σέλλεϋ ξεσήκωσε τον Βύρωνα και τον ενέπνευσε στην τελευταία του μεγάλη πρωτοβουλία, το 1823: την περιπέτεια που κατέληξε στον θάνατο του Βύρωνα στο Μεσολόγγι στις 19 Απρίλη του 1824 και στην απελευθέρωση ενός μεγάλου κύματος φιλελληνικού συναισθήματος παντού στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η υποδοχή του Λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι. Του Θεόδωρου Βρυζάκη. Από τη Βικιπαίδεια
Οπότε, σήμερα, μια ημέρα που μνημονεύει την επέτειο των 200 ετών από την έναρξη του αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας, σκέφτομαι όχι μόνο τους ήρωες της επανάστασης – όπως τον Μακρυγιάννη, τον Κολοκοτρώνη, τον Καραϊσκάκη, τη Μπουμπουλίνα, το Μιαούλη, το Μαυροκορδάτο, τον Καποδίστρια, το Βύρωνα, τον Άστιγκα, το Τζώρτζ – και τους «ανώνυμους» Έλληνες που πάλεψαν και επέμεναν, αλλά και τους σημερινούς Έλληνες: τους πολλούς Έλληνες φίλους και γνωστούς μου, τους απόδημους Έλληνες που συναντάω στο Λονδίνο, τους πολύ περισσότερους Έλληνες που δεν γνώρισα ακόμη στην πατρίδα τους: στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη κι αλλού. Σε όλους σας λέω το εξής: αυτή η ημέρα είναι δίκη σας ημέρα, εννοείται ότι μετά από 200 χρόνια, αυτά που πέτυχαν οι πρόγονοί σας είναι δικό σας επίτευγμα. Όσο βαρύ κι αν φαίνεται να είναι το φορτίο του παρελθόντος, το αξίζετε και σας ταιριάζει. Εμείς που αγαπάμε την Ελλάδα, μοιραζόμαστε την χαρά σας και αισθανόμαστε αγαλλίαση για την ένδοξή σας ελευθερία. Σας στέλνω τα θερμότερά μου συγχαρητήρια και την αγάπη μου. Χρόνια πολλά! Ζήτω η Ελλάς!
Ζήτω η λευτεριά των Ελλήνων! Τζων. Εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, 2021
Childe Harold’s Pilgrimage, Canto II.88
Where’er we tread ‘tis haunted, holy ground;
No earth of thine is lost in vulgar mould,
But one vast realm of wonder spreads around,
And all the Muse’s tales seem truly old,
Till the sense aches with gazing to behold
The scenes our earliest dreams have dwelt upon:
Each hill and dale, each deepening glen and wold
Defies the power which crush’d thy temples gone:
Age shakes Athena’s tower, but spares gray Marathon.
Προσκύνημα τοῦ Τσὶλνδ Ἁρόλδου, μέρος ΙΙ.88 – για την Ελλάδα
Εἰς οἱονδήποτε μέρος καὶ ἂν διευθύνωμεν τὰ βήματά μας, πατοῦμεν γῆν ἱερᾶν·
οὐδὲν μέρος τοῦ ἐδάφους σου καθιερώθη εἰς χυδαῖα μνημεῖα,
ἀλλ᾽ὅλη ἡ χώρα σου εἶναι εὐρὺ θέατρον θαυμάτων·
ὅλα τὰ πλάσματα τῆς μούσης φαίνονται ὡς τόσαι ἀλήθειαι,
οἱ δὲ ὀφθαλμοί μας ἀποκάμνουσι θαυμάζοντες
τοὺς τόπους τούτους εἰς τοὺς ὁποίους μετεφερόμεθα τόσον συχνάκις
ὑπὸ τῶν ὀνείρων τῆς νεανικῆς ἡλικίας μας·
τὰ ὄρη καὶ αἱ κοιλάδες σου, οἱ λόφοι καὶ αἱ πεδιάδες σου,
ἀνθίστανται εἰς τὴν καταστρεπτικὴν δύναμιν τοῦ χρόνου,
ὁ ὁποῖος κατηρείπωσε τοὺς ναούς σου.
Οἱ αἰῶνες ἐκλόνησαν τὰς μεγαλοπρεπεῖς οἰκοδομὰς τῶν Ἀθηνῶν,
ἀλλ᾽ἐσεβάσθησαν τὸ πεδίον τοῦ Μαραθῶνος.
Πηγή: kathimerini.gr
Δείτε και αυτά: SZ: «Είμαστε όλοι Έλληνες»
Die Welt: Από την Ελλάδα ξεπήδησε μια νέα εποχή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου