6 Απριλίου 2021

ΤτΕ: Στο 4,2% η ανάπτυξη το 2021

Από την πανδημία και την αβεβαιότητα στην επανεκκίνηση της οικονομίας

Ρυθμό ανάπτυξης 4,2% της 
ελληνικής οικονομίας προβλέπει για φέτος η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) σύμφωνα με όσα δήλωσε ο διοικητής της, Γιάννης Στουρνάρας, στην ετήσια γενική συνέλευση. Η εκτιμηση αυτή εμπεριέχει αβεβαιότητα που συνδέεται κατά κύριο λόγο με τις εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας.

Ειδικότερα, στην «Έκθεση του Διοικητή της ΤτΕ για το έτος 2020» αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής:

«Το 2021 σηματοδοτεί την αρχή του τέλους της πανδημίας COVID-19 και τη σταδιακή μετάβαση σε μια νέα πραγματικότητα. Η έναρξη του μαζικού εμβολιασμού υπήρξε ορόσημο στην παγκόσμια προσπάθεια να τεθεί υπό έλεγχο η διασπορά της νόσου και να επιλυθεί η υγειονομική κρίση. Η επιτάχυνση των εμβολιασμών αποτελεί κρίσιμη παράμετρο για την προοδευτική εξασθένηση της πανδημίας και την επαναδραστηριοποίηση των οικονομιών. Μέχρι τότε, η πανδημία συνεχίζει να θέτει, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, πολύ σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία και την εκκίνηση της ανάκαμψης. (…)

Εκτιμάται ωστόσο ότι η ανάκαμψη της οικονομίας της ζώνης του ευρώ θα ξεκινήσει αργότερα μέσα στο τρέχον έτος, και συγκεκριμένα από το β΄ τρίμηνο του 2021, θα ισχυροποιηθεί από το δεύτερο εξάμηνο και θα συνεχιστεί το 2022. Σύμφωνα με το βασικό σενάριο των πρόσφατων μακροοικονομικών προβολών της ΕΚΤ (Μάρτιος 2021), προβλέπεται ότι η οικονομία της ζώνης του ευρώ, μετά από συρρίκνωση 6,6% το 2020, θα μεγεθυνθεί με ρυθμό 4,0% και 4,1% το 2021 και το 2022 αντίστοιχα. Η εκτίμηση αυτή τελεί υπό τέσσερις σημαντικές προϋποθέσεις: α) την επιτάχυνση των εθνικών εμβολιασμών, β) τη συνακόλουθη άρση των περιορισμών και των απαγορεύσεων, γ) τη διατήρηση της επεκτατικής κατεύθυνσης των εθνικών δημοσιονομικών πολιτικών και δ) τη διασφάλιση ευνοϊκών χρηματοπιστωτικών συνθηκών, καθώς και την έγκαιρη ενεργοποίηση των πόρων του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης NGEU. (…)

Η ελληνική οικονομία, ως οικονομία κυρίως υπηρεσιών με μεγάλη συμμετοχή του τουρισμού και του λιανικού εμπορίου, επλήγη βαρύτερα σε σχέση με άλλες χώρες της ΕΕ από τους κραδασμούς στην εξωτερική και εγχώρια ζήτηση. Το 2020 η ύφεση ανήλθε σε 8,2%. Εντούτοις, παρά τις βαρύτατες απώλειες, έδειξε αξιοσημείωτη αντοχή και ικανότητα λειτουργικής προσαρμογής στις νέες συνθήκες. (…)

Προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για το 2021. Η ανάκαμψη της ζήτησης προβλέπεται να κερδίσει έδαφος αργότερα μέσα στο έτος και συγκεκριμένα από το β΄ τρίμηνο και να οδηγήσει σε θετικό και ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος, ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ το 2021 θα είναι 4,2%. Η πρόβλεψη αυτή εμπεριέχει αβεβαιότητα εξαιτίας των κινδύνων που συνδέονται με την εξέλιξη των επιδημιολογικών δεδομένων και τη δυνατότητα άμεσης άρσης πολλών περιοριστικών και απαγορευτικών μέτρων, αλλά και με τα ιδιαίτερα δομικά χαρακτηριστικά της οικονομίας.

Η ταχύτητα με την οποία θα ανακάμψει η ελληνική οικονομία εξαρτάται από τρεις βασικούς παράγοντες: Πρώτον, την επιτάχυνση των εμβολιασμών όχι μόνο σε εθνικό, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Δεύτερον, τη διατήρηση σε εφαρμογή, όσο διαρκεί η πανδημία και μέχρι να εδραιωθεί η ανάκαμψη, των δημοσιονομικών παρεμβάσεων και των έκτακτων μέτρων. Τρίτον, την ταχύτητα ενεργοποίησης του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Τραπεζικό σύστημα. Οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα σημείωσαν αύξηση κατά 20,6 δισεκ. ευρώ το 2020, ως αποτέλεσμα της συσσώρευσης ρευστότητας, αλλά και της αναβολής πραγματοποίησης δαπανών τόσο για λόγους πρόνοιας όσο και αναγκαστικά εξαιτίας των μέτρων περιορισμού.

Οι συνέπειες της πανδημίας στον τραπεζικό τομέα αναμένεται να ενταθούν το 2021. Η επίπτωση αφορά κυρίως τη δημιουργία νέων ΜΕΔ, καθώς και την αναμενόμενη επιδείνωση του λόγου των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων προς το σύνολο των εποπτικών κεφαλαίων. Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει προβλέψει ότι το 2021 θα δημιουργηθούν νέα ΜΕΔ ύψους 8-10 δισεκ. ευρώ. (…)

Μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Τα ΜΕΔ ανήλθαν στο τέλος Δεκεμβρίου του 2020 σε 47,4 δισεκ. ευρώ, μειωμένα κατά περίπου 21 δισεκ. ευρώ συγκριτικά με το τέλος Δεκεμβρίου του 2019. Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων παραμένει υψηλός, 30,2%, έναντι μέσου όρου μόλις 2,6% στην ΕΕ.

Με την ολοκλήρωση του προγράμματος “Ηρακλής” εντός του 2021, εκτιμάται ότι ο λόγος ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων θα υποχωρήσει περίπου στο 25% και ο μέσος δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας χαμηλότερα από τα σημερινά επίπεδα, με ταυτόχρονη αύξηση του ποσοστού των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων στα συνολικά εποπτικά κεφάλαια. Σε αυτούς τους δείκτες δεν περιλαμβάνονται τα νέα ΜΕΔ που αναμένεται να προστεθούν στον υφιστάμενο όγκο.

Συνεπώς, είναι απαραίτητο να αναληφθούν πρόσθετες ενέργειες οι οποίες θα διευκολύνουν την εμπροσθοβαρή αναγνώριση των ζημιών λόγω αυξημένου πιστωτικού κινδύνου εξαιτίας της πανδημίας και την εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών μαζί με την αντιμετώπιση του προβλήματος των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων. Για το σκοπό αυτό, συμπληρωματικά με το υπό εξέλιξη πρόγραμμα “Ηρακλής”, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει προτείνει προς την κυβέρνηση τη σύσταση εταιρίας διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού (Asset Management Company – AMC). Η πρόταση της Τράπεζας της Ελλάδος επιλύει ταυτόχρονα και το πρόβλημα των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων. Η κυβέρνηση εξετάζει τη σκοπιμότητα της ίδρυσης εταιρίας διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού, όπως έχει προτείνει η Τράπεζα της Ελλάδος, και παράλληλα έχει αιτηθεί από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής την επέκταση του προγράμματος “Ηρακλής”. (...)
»

Σχετικός σύνδεσμος: Έκθεση του Διοικητή για το έτος 2020

Πηγή: bankofgreece.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου