Από τη Deutsche Welle:
"Κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου" χαρακτηρίζει ο καγκελάριος της Γερμανίας, Όλαφ Σολτς, την ρωσική επίθεση στην Ουκρανία. "Έχουμε ξυπνήσει σε έναν διαφορετικό κόσμο", διαπιστώνει η υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ. Όσο για τον Ύπατο Εκπρόσωπο της Εξωτερικής Πολιτικής της ΕΕ, Ζοζέπ Μπορέλ, κάνει λόγο για την "πιο σκοτεινή ώρα της Ευρώπης μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου". Ακόμη και αυτές οι τόσο χαρακτηριστικές δηλώσεις πολιτικών μάλλον αδυνατούν να εκφράσουν την αγωνία για την "επόμενη μέρα". Την ίδια μέρα ο αντιστράτηγος του γερμανικού στρατού Άλφονς Μάις γράφει στο LinkedIn: "Μετά από 41 χρόνια υπηρεσίας εν ειρήνη, ποτέ δεν πίστευα ότι θα ξαναζούσα έναν πόλεμο..."
Διαψεύδονται οι ελπίδες του 1990
Η αποχή από τη χρήση βίας, το απαράβατο των συνόρων και το δικαίωμα αυτοδιάθεσης αποτελούσαν κύρια στοιχεία της μεταπολεμικής τάξης πραγμάτων ή τουλάχιστον έτσι πιστεύαμε. Μπορεί στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου να βιώσαμε τη συνεχή αντιπαράθεση ανάμεσα σε δύο αντίπαλα ιδεολογικά στρατόπεδα - από τη μία πλευρά το ΝΑΤΟ και από την άλλη πλευρά το Σύμφωνο της Βαρσοβίας υπό την ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης - ωστόσο πολλοί ήλπιζαν ότι η αντιπαράθεση θα εκλείψει με την κατάρρευση του κομμουνισμού το 1989/90 και την επακόλουθη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.
Δεν έλειψαν οι εμπόλεμες συγκρούσεις στην Ευρώπη, όπως εκείνες που δρομολόγησαν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας στη δεκαετία του '90. Αλλά ακόμη και αυτές οι συγκρούσεις επισκιάζονται από μία τόσο μαζική επιθετική ενέργεια μίας υπερδύναμης, όπως αυτή που παρακολουθούμε σήμερα. "Βλέπαμε ότι έρχεται αυτή η επίθεση, αλλά δεν καταφέραμε να την αποτρέψουμε με τα επιχειρήματά μας" τονίζει ο αντιστράτηγος Μάις. "Δεν καταφέραμε να συνειδητοποιήσουμε τις συνέπειες από την προσάρτηση της Κριμαίας και να τις ενσωματώσουμε στην πολιτική μας".
Κίνδυνος για τις χώρες της Βαλτικής
Εύλογα διερωτώνται τώρα οι ανατολικοευρωπαϊκές χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, εάν θα είναι οι επόμενοι στόχοι. Αυτό ισχύει κυρίως για τις χώρες της Βαλτικής, δηλαδή την Εσθονία, τη Λετονία και τη Λιθουανία. Παλαιότερα ανήκαν στη Σοβιετική Ένωση, ενώ σήμερα διατηρούν κοινά σύνορα με τη Ρωσία ή με τη Λευκορωσία και επιπλέον στο έδαφός τους ζουν πολυάριθμες ρωσικές μειονότητες. "Οι κυρώσεις δεν θα σταματήσουν τον επιτιθέμενο, μόνο στο πεδίο της μάχης μπορείς να σταματήσεις έναν εγκληματία πολέμου", γράφει στο Twitter η πρώην πρόεδρος της Λιθουανίας Ντάλια Γκριμπαουσκάιτε.
Ήδη το 2016 δυτικοί αναλυτές εξέφραζαν αμφιβολίες για το αν το ΝΑΤΟ θα μπορούσε πράγματι να υπερασπιστεί τις χώρες της Βαλτικής σε μια ώρα ανάγκης. Έρευνα του αμερικανικού think tank RAND ανέφερε ότι η Ρωσία θα μπορούσε εύκολα να απομονώσει τις τρεις αυτές χώρες, δακόπτοντας τον ανεφοδιασμό του ΝΑΤΟ. "Το πυροβολικό του ΝΑΤΟ δεν θα είχε καν τη δυνατότητα οπισθοχώρησης, θα συντριβόταν επι τόπου", ανέφερε η συγκεκριμένη μελέτη.
"Κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου" χαρακτηρίζει ο καγκελάριος της Γερμανίας, Όλαφ Σολτς, την ρωσική επίθεση στην Ουκρανία. "Έχουμε ξυπνήσει σε έναν διαφορετικό κόσμο", διαπιστώνει η υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ. Όσο για τον Ύπατο Εκπρόσωπο της Εξωτερικής Πολιτικής της ΕΕ, Ζοζέπ Μπορέλ, κάνει λόγο για την "πιο σκοτεινή ώρα της Ευρώπης μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου". Ακόμη και αυτές οι τόσο χαρακτηριστικές δηλώσεις πολιτικών μάλλον αδυνατούν να εκφράσουν την αγωνία για την "επόμενη μέρα". Την ίδια μέρα ο αντιστράτηγος του γερμανικού στρατού Άλφονς Μάις γράφει στο LinkedIn: "Μετά από 41 χρόνια υπηρεσίας εν ειρήνη, ποτέ δεν πίστευα ότι θα ξαναζούσα έναν πόλεμο..."
Διαψεύδονται οι ελπίδες του 1990
Η αποχή από τη χρήση βίας, το απαράβατο των συνόρων και το δικαίωμα αυτοδιάθεσης αποτελούσαν κύρια στοιχεία της μεταπολεμικής τάξης πραγμάτων ή τουλάχιστον έτσι πιστεύαμε. Μπορεί στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου να βιώσαμε τη συνεχή αντιπαράθεση ανάμεσα σε δύο αντίπαλα ιδεολογικά στρατόπεδα - από τη μία πλευρά το ΝΑΤΟ και από την άλλη πλευρά το Σύμφωνο της Βαρσοβίας υπό την ηγεσία της Σοβιετικής Ένωσης - ωστόσο πολλοί ήλπιζαν ότι η αντιπαράθεση θα εκλείψει με την κατάρρευση του κομμουνισμού το 1989/90 και την επακόλουθη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.
Δεν έλειψαν οι εμπόλεμες συγκρούσεις στην Ευρώπη, όπως εκείνες που δρομολόγησαν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας στη δεκαετία του '90. Αλλά ακόμη και αυτές οι συγκρούσεις επισκιάζονται από μία τόσο μαζική επιθετική ενέργεια μίας υπερδύναμης, όπως αυτή που παρακολουθούμε σήμερα. "Βλέπαμε ότι έρχεται αυτή η επίθεση, αλλά δεν καταφέραμε να την αποτρέψουμε με τα επιχειρήματά μας" τονίζει ο αντιστράτηγος Μάις. "Δεν καταφέραμε να συνειδητοποιήσουμε τις συνέπειες από την προσάρτηση της Κριμαίας και να τις ενσωματώσουμε στην πολιτική μας".
Κίνδυνος για τις χώρες της Βαλτικής
Εύλογα διερωτώνται τώρα οι ανατολικοευρωπαϊκές χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, εάν θα είναι οι επόμενοι στόχοι. Αυτό ισχύει κυρίως για τις χώρες της Βαλτικής, δηλαδή την Εσθονία, τη Λετονία και τη Λιθουανία. Παλαιότερα ανήκαν στη Σοβιετική Ένωση, ενώ σήμερα διατηρούν κοινά σύνορα με τη Ρωσία ή με τη Λευκορωσία και επιπλέον στο έδαφός τους ζουν πολυάριθμες ρωσικές μειονότητες. "Οι κυρώσεις δεν θα σταματήσουν τον επιτιθέμενο, μόνο στο πεδίο της μάχης μπορείς να σταματήσεις έναν εγκληματία πολέμου", γράφει στο Twitter η πρώην πρόεδρος της Λιθουανίας Ντάλια Γκριμπαουσκάιτε.
Ήδη το 2016 δυτικοί αναλυτές εξέφραζαν αμφιβολίες για το αν το ΝΑΤΟ θα μπορούσε πράγματι να υπερασπιστεί τις χώρες της Βαλτικής σε μια ώρα ανάγκης. Έρευνα του αμερικανικού think tank RAND ανέφερε ότι η Ρωσία θα μπορούσε εύκολα να απομονώσει τις τρεις αυτές χώρες, δακόπτοντας τον ανεφοδιασμό του ΝΑΤΟ. "Το πυροβολικό του ΝΑΤΟ δεν θα είχε καν τη δυνατότητα οπισθοχώρησης, θα συντριβόταν επι τόπου", ανέφερε η συγκεκριμένη μελέτη.
Μετά τον βομβαρδισμό του Κιέβου
Πολλές αλλαγές συνόρων φαίνονται πλέον πιθανές. Αν τις ανεχθεί η διεθνής κοινότητα, θα μπορούσε να ανοίξει το "κουτί της πανδώρας" για εδαφικές διεκδικήσεις ανά τον κόσμο. Για παράδειγμα η Κίνα διεκδικεί την Ταϊβάν, ενώ η Σερβία, που διατηρεί καλές σχέσεις με το Κρεμλίνο, θα μπορούσε να προσαρτήσει τη Δημοκρατία των Σερβοβοσνίων, επεκτείνοντας τα εδάφη της εις βάρος της σημερινής Βοσνίας και Ερζεγοβίνης.
Ιδιαίτερα όμως για τη Γερμανία, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία φαίνεται να ανατρέπει όλα όσα πρεσβεύει η πολιτική ηγεσία της χώρας τις τελευταίες δεκαετίες. Υπό το βάρος της ιστορικής ευθύνης, ιδιαίτερα μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η Γερμανία είχε πάντα ταχθεί υπέρ της διαπραγμάτευσης, της προσέγγισης, της αλληλοκατανόησης. "Τώρα ήρθε η ώρα να ξυπνήσει η Γερμανία" προειδοποιεί ο ουκρανός πρεσβευτής στο Βερολίνο Αντρέι Μέλνικ. Όσο για τον επικεφαλής της χριστιανοδημοκρατικής αντιπολίτευσης, Φρίντριχ Μερτς, δηλώνει ότι στο παρελθόν "μάλλον είμαστε υπερβολικά καλόπιστοι όλοι - και δεν εξαιρώ τον εαυτό μου". Ακόμη πιο σαφής στις δηλώσεις της ήταν η πρώην υπουργός Άμυνας Άνεγκρετ Κραμπ-Κάρενμπαουερ: "Είμαι τόσο εξοργισμένη, γιατί χρεωνόμαστε μία ιστορική αποτυχία", γράφει στο Twitter η πολιτικός των χριστιανοδημοκρατών και επισημαίνει ότι μετά την προσάρτηση της Κριμαίας η Δύση ουσιαστικά δεν προνόησε να ενισχύσει τις δυνατότηες αποτροπής που διαθέτει. Καγκελάριοι όπως ο Χέλμουτ Σμιτ ή ο Χέλμουτ Κολ γνώριζαν επίσης ότι η διπλωματία έχει προτεραιότητα, επισημαινει η Κραμπ-Κάρενμπαουερ, αλλά παράλληλα ότι "πρέπει να είσαι στρατιωτικά τόσο ισχυρός, ώστε η μη διαπραγμάτευση να μην αποτελεί επιλογή για την άλλη πλευρά".
Μοναδική εγγύηση ασφάλειας οι ΗΠΑ
Η ρωσική εισβολή ίσως αναγκάσει και την Ουάσιγκτον να αναθεωρήσε την πολιτική της. Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ανέφερε ότι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους "θα δράσουν ενωμένοι και αποφασισμένοι". Κάθε έλλο παρά αυτονόητη ήταν αυτή η ενότητα τα προηγούμενα χρόνια και ιδιαίτερα κατά τη θητεία του προκατόχου του, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος μάλιστα είχε αμφισβητήσει το νόημα ύπαρξης του ΝΑΤΟ. Αλλά και πριν από τον Τραμπ οι ΗΠΑ είχαν δώσει την εντύπωση ότι απομακρύνονται από την Ευρώπη, από την οποία άλλωστε περιμένουν να αναλάβει μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης για την ασφάλειά της. Το ύφος του Μπάιντεν δείχνει συμφιλίωση και επαναπροσέγγιση, ωστόσο οι ΗΠΑ εξακολουθούν να τηρούν κάποιες αποστάσεις.
"Ενάντια στα ίδια τους τα σχέδια οι ΗΠΑ αναδεικνύονται και πάλι σε εγγυήτρια δύναμη για την ασφάλεια της Ευρώπης", επισημαίνει ο Γιοχάνες Βάρβικ (φωτο αριστερά), καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο πανεπιστήμιο της Χάλε, στην Deutsche Welle. "Τώρα πρέπει να επιστρέψουμε στην παλαιά πολιτική περιορισμού της ρωσικής επιρροής. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ενισχύσουμε την ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ και να δείξουμε στον Πούτιν τα όριά του".
Τι συμβαίνει όμως με τις υπόλοιπες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ουκρανία και Γεωργία, που μέχρι σήμερα ματαίως αναζητούν αμυντική προστασία υπό την "ομπρέλα" του ΝΑΤΟ; "Για ένα μέρος της Ευρώπης, καταρρέει η τάξη πράγμάτων που είχε δημιουργηθεί το 1990", λέει ο Ράφαελ Λος, ερευνητής του think tank European Council on Foreign Relations, στην Deutsche Welle. "Μπορεί να βρεθούμε σε μία κατάσταση, στην οποία η υπεράσπιση των χωρών που ήδη ανήκουν στο κλειστό κλαμπ θα έχει προτεραιότητα απέναντι στην προσπάθεια για ένταξη των χωρών που δεν ανήκουν σε αυτό. Όλα αυτά οδηγούν σε μία κατακερματισμένη Ευρώπη".
Συνοπτικά θα λέγαμε ότι η 24η Φεβρουαρίου θα μείνει στην ιστορία ως μία μέρα, στην οποία καταρρέουν πολλές ψευδαισθήσεις, στη Γερμανία ίσως πιο έντονα απότι σε άλλες χώρες. "Η αλλαγή συνόρων με στρατιωτική βία θα πρέπει να παραμείνει η απόλυτη εξαίρεση" προειδοποιεί ο πολιτικός επιστήμων Γιοχάνες Βάρβικ. "Σε διαφορετική περίπτωση ανοίγει ο ασκός του Αιόλου και προετοιμάζεται το έδαφος για έναν παγκόσμιο πόλεμο".
Κρίστοφ Χάσελμπαχ
Πηγή: Deutsche Welle
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου