Πολλές εξετάσεις και μετρήσεις μπορούν να σας βοηθήσουν στη διαχείριση της υγείας σας συνολικά. Σε ό,τι αφορά όμως την υγεία της καρδιάς, θα χρειαστεί να επικεντρωθείτε στις τρεις σημαντικότερες: αρτηριακή πίεση, χοληστερόλη και σάκχαρο αίματος.
«Αυτές προβλέπουν καλύτερα τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, συμπεριλαμβανομένης της καρδιακής προσβολής και του αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου», δηλώνει ο δρ Howard LeWine, αρχισυντάκτης των Ανδρολογικών Θεμάτων Υγείας του Χάρβαρντ.
Παρόλο που υπάρχουν κατευθυντήριες οδηγίες για το τι θεωρείται υγιές όσον αφορά τους τρεις αυτούς δείκτες, οι ιδανικές τιμές μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με την κατάσταση της υγείας σας και άλλους παράγοντες κινδύνου. «Ο γιατρός σας θα σας πει ποιες είναι οι τιμές και το εύρος τιμών στο οποίο πρέπει να στοχεύετε και ποιοι είναι οι καλύτεροι τρόποι για να τα επιτύχετε», αναφέρει ο δρ LeWine.
Ας δούμε τι είναι αυτοί οι τρεις δείκτες, γιατί είναι σημαντικοί και πώς πρέπει να τους μετράτε.
1. Αρτηριακή πίεση
Η μέτρηση της αρτηριακής πίεσης έχει δύο συνιστώσες: τη συστολική αρτηριακή πίεση και τη διαστολική αρτηριακή πίεση. Η συστολική (η μεγάλη) αντιπροσωπεύει την πίεση των αιμοφόρων αγγείων όταν η καρδιά συστέλλεται για να προωθήσει το αίμα. Η διαστολική πίεση (η μικρή) είναι η πίεση των αγγείων ανάμεσα στους χτύπους της καρδιάς.
Παρόλο που και οι δύο αριθμοί είναι βασικοί για τη διάγνωση και την αντιμετώπιση της υψηλής αρτηριακής πίεσης, οι γιατροί εστιάζονται περισσότερο στη συστολική πίεση. «Οι περισσότερες μελέτες δείχνουν ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και καρδιοπάθειας σχετίζεται περισσότερο με την υψηλή συστολική πίεση παρά με την υψηλή διαστολική πίεση», δηλώνει ο δρ LeWine. «Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα άτομα άνω των 50 ετών». Η αρτηριακή πίεση μετριέται σε χιλιοστόμετρα στήλης υδραργύρου (mmHg). Οι τιμές ταξινομούνται ως εξής:
-φυσιολογική αρτηριακή πίεση: κάτω από 120/80 mmHg
-αυξημένη αρτηριακή πίεση: 120/80 έως 129/89 mmHg
-υπέρταση Σταδίου 1: 130/80 έως 139/89 mmHg
-υπέρταση Σταδίου 2: 140/90mm Hg και άνω.
Εάν οποιαδήποτε από τις δύο τιμές είναι πάνω από το φυσιολογικό εύρος, η πρώτη σας ενέργεια θα πρέπει να είναι οι αλλαγές στον τρόπο ζωής. Αυτό περιλαμβάνει απώλεια βάρους, εάν χρειάζεται, αύξηση της καθημερινής σωματικής δραστηριότητας, κατανάλωση περισσότερων φρούτων και λαχανικών και περιορισμό της πρόσληψης αλατιού. «Πολλοί άνθρωποι δεν χρειάζεται να έχουν τέλεια αρτηριακή πίεση», δηλώνει ο δρ LeWine. «Εσείς και ο γιατρός σας θα αποφασίσετε για τον προσωπικό σας στόχο, ο οποίος μπορεί να είναι υψηλότερος από τη μαγική τιμή 120/80 mm Hg ή ίσως χαμηλότερος εάν έχετε καρδιοπάθεια ή άλλα καρδιαγγειακά προβλήματα».
Ο δρ LeWine προσθέτει ότι ένα οικιακό πιεσόμετρο είναι ο καλύτερος τρόπος για να ελέγχετε τακτικά την αρτηριακή σας πίεση. Αναζητήστε ένα μοντέλο με αυτόματο φούσκωμα της περιχειρίδας. (Οι συσκευές με περιχειρίδα καρπού ή αισθητήρες δαχτύλων είναι λιγότερο ακριβείς.) Βεβαιωθείτε ότι η περιχειρίδα έχει το κατάλληλο μέγεθος, γιατί οι πολύ μικρές περιχειρίδες μπορεί να οδηγήσουν σε λανθασμένες τιμές (βλ. σελίδα —). Ο δρ LeWine προτείνει να λαμβάνετε μετρήσεις δύο φορές την ημέρα –πρωί και βράδυ– για αρκετές ημέρες, έτσι ώστε να έχετε ένα αρχικό εύρος αναφοράς. (Η αρτηριακή πίεση θα είναι συνήθως χαμηλότερη το πρωί που ξυπνάτε και θα αυξάνεται αργά το απόγευμα και το βράδυ.) Στη συνέχεια, μπορείτε να λαμβάνετε μετρήσεις μία φορά την ημέρα ή κάθε δύο ημέρες για τις επόμενες δύο εβδομάδες. Μακροπρόθεσμα, ελέγξτε την αρτηριακή σας πίεση δύο ή τρεις φορές την εβδομάδα ή όποτε πιστεύετε ότι μπορεί να είναι υψηλή (για παράδειγμα, εάν αισθάνεστε στρεσαρισμένος) ή πολύ χαμηλή (όταν αισθάνεστε κόπωση).
«Θα πρέπει να ενημερώνετε τον γιατρό σας για τυχόν αλλαγές που ξεφεύγουν από το ιδανικό για εσάς εύρος και διαρκούν περισσότερο από λίγες ημέρες», συνιστά ο δρ LeWine.
2. Χοληστερόλη
Η χοληστερόλη είναι μια λιπαρή ουσία που υπάρχει φυσιολογικά στο σώμα. Στο αίμα κυκλοφορούν διάφορες μορφές χοληστερόλης και άλλων λιπών (λιπιδίων). Μια τυπική εξέταση των λιπιδίων αίματος μετράει την LDL-χοληστερόλη (λιποπρωτεΐνη χαμηλής πυκνότητας), την HDL-χοληστερόλη (λιποπρωτεΐνη υψηλής πυκνότητας), την ολική χοληστερόλη (LDL και HDL) και τα τριγλυκερίδια.
«Οι γιατροί εστιάζονται κυρίως στην “κακή” LDL χοληστερόλη, επειδή συνδέεται στενά με την ποσότητα της αθηρωματικής πλάκας στο εσωτερικό των αρτηριών, η οποία αυξάνει τον κίνδυνο για καρδιακή προσβολή και αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο», αναφέρει ο δρ LeWine.
Ο στόχος σας για το επίπεδο της LDL εξαρτάται από το προφίλ παραγόντων κινδύνου που έχετε. Γενικά, όσο χαμηλότερη είναι η τιμή τόσο καλύτερα. Αν έχετε ήδη καρδιαγγειακή νόσο ή υψηλό κίνδυνο να την αναπτύξετε, θα πρέπει να έχετε ως στόχο μια τιμή LDL κάτω από 70 χιλιοστόγραμμα ανά δεκατόλιτρο (mg/dL).
Η επίτευξη ενός επιπέδου κάτω από 100 mg/dL με αλλαγές στον τρόπο ζωής είναι ένας εύλογος στόχος για άτομα μέσου κινδύνου. Εσείς και ο γιατρός σας μπορείτε να αποφασίσετε αν χρειάζεται φαρμακοθεραπεία με στατίνη για να μειώσετε την LDL. Ωστόσο, αν δεν έχετε καρδιαγγειακή νόσο και δεν έχετε παράγοντες κινδύνου γι’ αυτήν, ένα επίπεδο LDL 100 έως 130 mg/dL μπορεί να είναι αποδεκτό. Τα επίπεδα άνω των 130 mg/dL συνήθως απαιτούν φαρμακοθεραπεία όταν οι αλλαγές στον τρόπο ζωής δεν επαρκούν.
Η εξέταση λιπιδίων αίματος αποκαλύπτει επίσης το επίπεδο των τριγλυκεριδίων. Τα τριγλυκερίδια είναι ένας τύπος λιπιδίων στο αίμα τον οποίο ο οργανισμός χρησιμοποιεί για παραγωγή ενέργειας. Ο συνδυασμός υψηλού επιπέδου τριγλυκεριδίων με χαμηλή HDL ή υψηλή LDL επίσης μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για καρδιακή προσβολή και αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο.
Γενικά, ένα επίπεδο τριγλυκεριδίων κάτω από 150 mg/dL είναι ένας καλός στόχος. Όταν το επίπεδο είναι μεταξύ 150 και 500 mg/dL, η συνήθης τακτική για τη μείωσή του είναι ο περιορισμός της κατανάλωσης αλκοόλ, η απώλεια βάρους και η μείωση των υδατανθράκων. Αν έχετε αυξημένο επίπεδο LDL και τριγλυκεριδίων, μια στατίνη μπορεί να μειώσει και τα δύο. Υπάρχουν και άλλα φάρμακα που στοχεύουν τα υψηλά τριγλυκερίδια.
3. Σάκχαρο αίματος
Η παρακολούθηση του μέσου επιπέδου σακχάρου στο αίμα, ακόμη και αν δεν έχετε διαβήτη, μπορεί επίσης να βοηθήσει στην αξιολόγηση της υγείας της καρδιάς σας. Μια εξέταση αίματος για την αιμοσφαιρίνη A1c μετράει το μέσο επίπεδο σακχάρου (γλυκόζης) στο αίμα κατά τους τελευταίους τρεις μήνες. Η εξέταση μπορεί να γίνει οποιαδήποτε στιγμή στη διάρκεια της ημέρας και δεν απαιτεί νηστεία.
Τα αποτελέσματα μπορούν να προσδιορίσουν αν έχετε προδιαβητική κατάσταση ή μη διαγνωσμένο διαβήτη τύπου 2 – οποιοδήποτε από αυτά τα δύο αυξάνει πολύ τον κίνδυνο για καρδιαγγειακή νόσο. «Αν εμπίπτετε σε μία από αυτές τις κατηγορίες, είναι πιθανό να χρειάζεστε χαμηλότερο στόχο τόσο για την αρτηριακή πίεση όσο και για την LDL χοληστερόλη», αναφέρει ο δρ LeWine.
Μια φυσιολογική τιμή A1c είναι κάτω από 5,7%. Μια τιμή 5,7 έως 6,4% υποδηλώνει προδιαβήτη και μια τιμή 6,5% και άνω δηλώνει διαβήτη. Αν τα αποτελέσματά σας είναι φυσιολογικά και το βάρος σας παραμένει σταθερό, πιθανότατα δεν θα χρειαστείτε επανάληψη της εξέτασης για τα επόμενα δύο με τρία χρόνια.
Αν έχετε προδιαβήτη, ο γιατρός σας θα σας συστήσει να δοκιμάσετε πιο εντατικές αλλαγές στον τρόπο ζωής και να επαναλάβετε την εξέταση μετά από έξι μήνες έως ένα έτος. «Πολλοί ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας με προδιαβήτη δεν εμφανίζουν εξέλιξη σε πλήρη διαβήτη εάν διατηρήσουν υγιές βάρος, ασκούνται τακτικά και ακολουθούν υγιεινή διατροφή», δηλώνει ο δρ LeWine. «Ωστόσο, ο προδιαβήτης υπαγορεύει την ανάγκη να δώσετε μεγαλύτερη προσοχή σε όλους τους άλλους καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου».
Πηγή: kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου