Αριστερά: Το παραποτάμιο μέτωπο του Ολυμπιακού Χωριού στο Παρίσι, όπου φιλοξενούνται οι αθλητές. (Φωτογραφία: Mustafa Yalcin/ Getty Images/ Ideal Image)
Κάποια αποσπάσματα από δημοσίευμα στο Περιοδικό «Κ» της Καθημερινής:
Michael Kimmelman – The New York Times Magazine / Γιώργος Τσίρος
Ηταν ένα ηλιόλουστο πρωινό στα μέσα Ιουνίου και το χωριό των αθλητών στο Σεν-Σαν-Ντενί, λίγο έξω από το Παρίσι, ήταν ακόμα στα τελειώματα. Iδρωμένοι εργάτες με προστατευτικά κράνη και κίτρινα γιλέκα επέβλεπαν τον άδειο χώρο. Χτισμένο εν μέσω διαφόρων οικιστικών έργων, το χωριό εκτείνεται σε 520 στρέμματα κατά μήκος του ποταμού. Συστάδες δεκάδων νέων, ξύλινων πολυκατοικιών –οι περισσότερες σε γήινα χρώματα–, ευχάριστων στο βλέμμα αλλά και κάπως μπανάλ, καταλήγουν σε μια δενδρόφυτη προμενάδα στην όχθη του Σηκουάνα. Λίγο πιο πέρα, μέρος του πρώην συγκροτήματος κινηματογραφικών στούντιο του Λικ Μπεσόν, σε ένα παλιό εργοστάσιο ενέργειας που άλλαξε χρήση, έχει μετατραπεί σε τραπεζαρία για τους αθλητές. Δίπλα, ένα άλλο εργοστάσιο ενέργειας που μεταμορφώθηκε εκ βάθρων και πλέον στεγάζει προπονητήριο, θα μετατραπεί σε χώρο γραφείων για 2.500 δημόσιους υπαλλήλους του Υπουργείου Εσωτερικών της Γαλλίας μετά το τέλος των Αγώνων.
Κάθε λίγα χρόνια, όταν πλησιάζουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, μια γνώριμη ιστορία ανακυκλώνεται: για τις πόλεις που τους φιλοξενούν αποτελούν έναν επιταχυντή έργων υποδομής και αστικών αναπλάσεων. Τουλάχιστον θεωρητικά, γιατί περιέργως υπάρχουν ελάχιστες αποδείξεις επ’ αυτού και πολλά παραδείγματα υπέρ του αντιθέτου. Η Αθήνα το 2004 δαπάνησε χρήματα σε εγκαταστάσεις για αθλήματα που λίγοι Έλληνες εξασκούν – πολλές είναι σήμερα «φαντάσματα». Οι Αγώνες της ξεσήκωσαν μεν ένα κύμα εθνικής υπερηφάνειας και ευφορίας, αλλά θεωρούνται και ένας από τους παράγοντες συσσώρευσης χρεών που τελικά οδήγησε στην οικονομική κατάρρευση της χώρας, η οποία προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις σε όλη την Ευρώπη. Το Ρίο διοργάνωσε ένα γιγαντιαίο πάρτι το 2016 και στη συνέχεια αναγκάστηκε να πουλήσει το Ολυμπιακό Χωριό του κοψοχρονιά.
Είναι τόσο αβέβαιη η έκβαση κάθε διοργάνωσης για την πόλη φιλοξενίας, που κάποιοι ειδικοί υποστηρίζουν ότι η Νέα Υόρκη στην πραγματικότητα κέρδισε τον διαγωνισμό για τους Ολυμπιακούς του 2012 επειδή έχασε από το Λονδίνο...
Σε άλλες εποχές –πριν το κόστος διοργάνωσης φτάσει το μέγεθος του ΑΕΠ ορισμένων μεσαίων χωρών και το όνειρο της προώθησης της παγκόσμιας αρμονίας μέσω του αθλητισμού θρυμματιστεί από μια σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων (Μόναχο το 1972), σκανδάλων ντόπινγκ (σε κάθε Αγώνες), μποϊκοτάζ (Μόσχα το 1980, Λος Άντζελες το 1984) και βομβιστικών επιθέσεων (Ατλάντα το 1996)– πόλεις όπως η Ρώμη (1960) και το Τόκιο (1964) αξιοποίησαν τους Ολυμπιακούς ως ευκαιρία για την προβολή των νέων οικονομιών και κοινωνιών τους. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950 και στις αρχές του ’60, η Ιαπωνία μεταμόρφωσε το Τόκιο σε μια μοντέρνα πρωτεύουσα, επιστρατεύοντας πρωτοπόρους αρχιτέκτονες, όπως ο Κένζο Τάνγκε και ο Γιοσινόμπου Ασιχάρα, για να σχεδιάσουν Ολυμπιακά μνημεία που αντιπροσώπευαν την αιχμή της τεχνολογίας και του ντιζάιν της αναγεννημένης χώρας.
Αλλά ήταν η Βαρκελώνη, το 1992, αυτή που εδραίωσε την αντίληψη ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες μπορούν να επιταχύνουν την ολική αστική ανανέωση... Μετά το 1992, οι υποστηρικτές των Ολυμπιακών Αγώνων άρχισαν να στηρίζονται όλο και περισσότερο στο επιχείρημα περί αστικής κληρονομιάς, προβάλλοντας το «παράδειγμα της Βαρκελώνης». Πόλη σε παρακμή κατά τα μέσα του περασμένου αιώνα, η Βαρκελώνη έλαμψε ως άλλη Σταχτοπούτα στους Αγώνες του ’92, αγνώριστη και πανέμορφη. Η βιομηχανική της σκουριά είχε καθαριστεί. Είχε πλέον υπέροχες νέες παραλίες, ένα εκτεταμένο δίκτυο συγκοινωνιών, σύγχρονες υποδομές τηλεπικοινωνιών, μοντέρνα μουσεία, δημόσιες πλατείες γεμάτες τέχνη και ένα μοδάτο, ανοιχτό αστικό κέντρο με άμεση πρόσβαση στη θάλασσα...
Το Παρίσι ευελπιστεί ότι η στοχευμένη του προσέγγιση –το να διοχετεύσει περίπου 1,5 δισ. ευρώ του Ολυμπιακού προϋπολογισμού στο Σεν-Σαν-Ντενί– θα δώσει ώθηση στην αστική αναγέννηση μιας από τις φτωχότερες περιοχές της Γαλλίας. Το Σεν-Σαν-Ντενί είναι μια πυκνοδομημένη περιοχή περίπου 40 μικρών δήμων στα βορειοανατολικά περίχωρα των Παρισίων, φυσικά αποκομμένων από μια περιφερειακή λεωφόρο. Τα τελευταία χρόνια, τμήματα του Σεν-Σαν-Ντενί, όπως η πόλη του Σεντ-Ουέν, που περιλαμβάνει ένα κομμάτι του Ολυμπιακού Χωριού, έχουν αρχίσει να εξευγενίζονται. Ωστόσο, η περιοχή παραμένει κυρίως συνώνυμη της ανεργίας, της παραβατικότητας και της μετανάστευσης και υπάρχει μια μακρά προϊστορία αποτυχημένων κυβερνητικών προγραμμάτων για τη διάσωσή της από τη φτώχεια και την απομόνωση, που χρονολογείται από τη δεκαετία του 1970...
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Λονδίνου το 2012 σχεδιάστηκαν με παρόμοια λογική, με στόχο την αναζωογόνηση αρκετών υποβαθμισμένων συνοικιών στην ανατολική πλευρά της πόλης. Και από διάφορες απόψεις, το σχέδιο πέτυχε. Το πρώην χωριό των αθλητών στεγάζει σήμερα ένα μείγμα επιδοτούμενων και μη ενοικιαστών, σε διαμερίσματα και μονοκατοικίες. Υπάρχει ένα καταπράσινο δημόσιο πάρκο, το κολυμβητήριο σε σχήμα δελφινιού της Ζάχα Χαντίντ, ένα ελκυστικό ποδηλατοδρόμιο και άλλοι αθλητικοί χώροι που χρησιμοποιούνται εντατικά, καθώς και ένα από τα πιο πολυσύχναστα εμπορικά κέντρα της Ευρώπης...
Δεν είναι όλα ρόδινα βεβαίως. Από τότε που τελείωσαν οι Αγώνες, μια ανάπτυξη τύπου Άγριας Δύσης διαδόθηκε στην περιοχή, τροφοδοτούμενη από αυξημένες αξίες ακινήτων, άπληστους τοπικούς άρχοντες και εξευγενισμό.
«Το να ξαναφτιάχνεις μια πόλη», σύμφωνα με τον Τζουλς Μπόικοφ, πρώην ποδοσφαιριστή και νυν ακαδημαϊκό με ειδίκευση στους Ολυμπιακούς Αγώνες, συχνά υποκρύπτει την «απομάκρυνση των “ανεπιθύμητων”, κάτι που πολύ συχνά διαγράφουν οι άνθρωποι από τη μνήμη τους όταν μιλούν για κληρονομιά»...
Όσο πλησιάζουν οι Αγώνες, τα ποσοστά αποδοχής τους μεταξύ των Παριζιάνων φθίνουν, ενώ και η κοινή γνώμη στο Λος Άντζελες, το οποίο θα φιλοξενήσει τους Ολυμπιακούς του 2028, αμφιταλαντεύεται. (...)
Πηγή: kathimerini.gr/k
Michael Kimmelman – The New York Times Magazine / Γιώργος Τσίρος
Ηταν ένα ηλιόλουστο πρωινό στα μέσα Ιουνίου και το χωριό των αθλητών στο Σεν-Σαν-Ντενί, λίγο έξω από το Παρίσι, ήταν ακόμα στα τελειώματα. Iδρωμένοι εργάτες με προστατευτικά κράνη και κίτρινα γιλέκα επέβλεπαν τον άδειο χώρο. Χτισμένο εν μέσω διαφόρων οικιστικών έργων, το χωριό εκτείνεται σε 520 στρέμματα κατά μήκος του ποταμού. Συστάδες δεκάδων νέων, ξύλινων πολυκατοικιών –οι περισσότερες σε γήινα χρώματα–, ευχάριστων στο βλέμμα αλλά και κάπως μπανάλ, καταλήγουν σε μια δενδρόφυτη προμενάδα στην όχθη του Σηκουάνα. Λίγο πιο πέρα, μέρος του πρώην συγκροτήματος κινηματογραφικών στούντιο του Λικ Μπεσόν, σε ένα παλιό εργοστάσιο ενέργειας που άλλαξε χρήση, έχει μετατραπεί σε τραπεζαρία για τους αθλητές. Δίπλα, ένα άλλο εργοστάσιο ενέργειας που μεταμορφώθηκε εκ βάθρων και πλέον στεγάζει προπονητήριο, θα μετατραπεί σε χώρο γραφείων για 2.500 δημόσιους υπαλλήλους του Υπουργείου Εσωτερικών της Γαλλίας μετά το τέλος των Αγώνων.
Κάθε λίγα χρόνια, όταν πλησιάζουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, μια γνώριμη ιστορία ανακυκλώνεται: για τις πόλεις που τους φιλοξενούν αποτελούν έναν επιταχυντή έργων υποδομής και αστικών αναπλάσεων. Τουλάχιστον θεωρητικά, γιατί περιέργως υπάρχουν ελάχιστες αποδείξεις επ’ αυτού και πολλά παραδείγματα υπέρ του αντιθέτου. Η Αθήνα το 2004 δαπάνησε χρήματα σε εγκαταστάσεις για αθλήματα που λίγοι Έλληνες εξασκούν – πολλές είναι σήμερα «φαντάσματα». Οι Αγώνες της ξεσήκωσαν μεν ένα κύμα εθνικής υπερηφάνειας και ευφορίας, αλλά θεωρούνται και ένας από τους παράγοντες συσσώρευσης χρεών που τελικά οδήγησε στην οικονομική κατάρρευση της χώρας, η οποία προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις σε όλη την Ευρώπη. Το Ρίο διοργάνωσε ένα γιγαντιαίο πάρτι το 2016 και στη συνέχεια αναγκάστηκε να πουλήσει το Ολυμπιακό Χωριό του κοψοχρονιά.
Είναι τόσο αβέβαιη η έκβαση κάθε διοργάνωσης για την πόλη φιλοξενίας, που κάποιοι ειδικοί υποστηρίζουν ότι η Νέα Υόρκη στην πραγματικότητα κέρδισε τον διαγωνισμό για τους Ολυμπιακούς του 2012 επειδή έχασε από το Λονδίνο...
Σε άλλες εποχές –πριν το κόστος διοργάνωσης φτάσει το μέγεθος του ΑΕΠ ορισμένων μεσαίων χωρών και το όνειρο της προώθησης της παγκόσμιας αρμονίας μέσω του αθλητισμού θρυμματιστεί από μια σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων (Μόναχο το 1972), σκανδάλων ντόπινγκ (σε κάθε Αγώνες), μποϊκοτάζ (Μόσχα το 1980, Λος Άντζελες το 1984) και βομβιστικών επιθέσεων (Ατλάντα το 1996)– πόλεις όπως η Ρώμη (1960) και το Τόκιο (1964) αξιοποίησαν τους Ολυμπιακούς ως ευκαιρία για την προβολή των νέων οικονομιών και κοινωνιών τους. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950 και στις αρχές του ’60, η Ιαπωνία μεταμόρφωσε το Τόκιο σε μια μοντέρνα πρωτεύουσα, επιστρατεύοντας πρωτοπόρους αρχιτέκτονες, όπως ο Κένζο Τάνγκε και ο Γιοσινόμπου Ασιχάρα, για να σχεδιάσουν Ολυμπιακά μνημεία που αντιπροσώπευαν την αιχμή της τεχνολογίας και του ντιζάιν της αναγεννημένης χώρας.
Η Βαρκελώνη έγινε… κούκλα το 1992, αλλά 30 χρόνια μετά υφίσταται τις παρενέργειες της τουριστι-κής επιτυχίας της, καθώς οι μόνιμοι κάτοικοι δυσφορούν. (Φωτογραφία: Paco Freire/SOPA/ Getty Images/ Ideal Image)
Το Παρίσι ευελπιστεί ότι η στοχευμένη του προσέγγιση –το να διοχετεύσει περίπου 1,5 δισ. ευρώ του Ολυμπιακού προϋπολογισμού στο Σεν-Σαν-Ντενί– θα δώσει ώθηση στην αστική αναγέννηση μιας από τις φτωχότερες περιοχές της Γαλλίας. Το Σεν-Σαν-Ντενί είναι μια πυκνοδομημένη περιοχή περίπου 40 μικρών δήμων στα βορειοανατολικά περίχωρα των Παρισίων, φυσικά αποκομμένων από μια περιφερειακή λεωφόρο. Τα τελευταία χρόνια, τμήματα του Σεν-Σαν-Ντενί, όπως η πόλη του Σεντ-Ουέν, που περιλαμβάνει ένα κομμάτι του Ολυμπιακού Χωριού, έχουν αρχίσει να εξευγενίζονται. Ωστόσο, η περιοχή παραμένει κυρίως συνώνυμη της ανεργίας, της παραβατικότητας και της μετανάστευσης και υπάρχει μια μακρά προϊστορία αποτυχημένων κυβερνητικών προγραμμάτων για τη διάσωσή της από τη φτώχεια και την απομόνωση, που χρονολογείται από τη δεκαετία του 1970...
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Λονδίνου το 2012 σχεδιάστηκαν με παρόμοια λογική, με στόχο την αναζωογόνηση αρκετών υποβαθμισμένων συνοικιών στην ανατολική πλευρά της πόλης. Και από διάφορες απόψεις, το σχέδιο πέτυχε. Το πρώην χωριό των αθλητών στεγάζει σήμερα ένα μείγμα επιδοτούμενων και μη ενοικιαστών, σε διαμερίσματα και μονοκατοικίες. Υπάρχει ένα καταπράσινο δημόσιο πάρκο, το κολυμβητήριο σε σχήμα δελφινιού της Ζάχα Χαντίντ, ένα ελκυστικό ποδηλατοδρόμιο και άλλοι αθλητικοί χώροι που χρησιμοποιούνται εντατικά, καθώς και ένα από τα πιο πολυσύχναστα εμπορικά κέντρα της Ευρώπης...
Δεν είναι όλα ρόδινα βεβαίως. Από τότε που τελείωσαν οι Αγώνες, μια ανάπτυξη τύπου Άγριας Δύσης διαδόθηκε στην περιοχή, τροφοδοτούμενη από αυξημένες αξίες ακινήτων, άπληστους τοπικούς άρχοντες και εξευγενισμό.
Ο πύργος ArcelorMittal Orbit στο Λονδίνο θεωρείται ένα από τα πιο αχρείαστα και άσχημα κληροδοτήματα Ολυμπιακών Αγώνων εδώ και δεκαετίες. (Φωτογραφία: Mustafa Yalcin/ Getty Images/ Ideal Image)
Ο κριτικός Όλιβερ Γουέινραϊτ, γράφοντας στην εφημερίδα The Guardian, παρομοίασε αυτό το όργιο κερδοσκοπίας ακινήτων με μια τύπου «σαν να μην υπάρχει αύριο» βουλιμική φρενίτιδα. Απρόσωποι γυάλινοι πύργοι που υπόσχονται «πολυτελή διαβίωση» υψώνονται πάνω από ένα συνονθύλευμα οικοδομικών έργων, διαχωρισμένων από αυτοκινητόδρομους, με τον ορίζοντα να διακόπτεται από τον γιγαντιαίο, στρεβλό πύργο Orbit, που παραγγέλθηκε για τους Αγώνες από τον τότε δήμαρχο του Λονδίνου, Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος υποσχέθηκε στους Λονδρέζους ένα μνημείο αντάξιο του Πύργου του Άιφελ. Παρέδωσε πιθανώς το χειρότερο δημόσιο γλυπτό του 21ου αιώνα.
Όσο πλησιάζουν οι Αγώνες, τα ποσοστά αποδοχής τους μεταξύ των Παριζιάνων φθίνουν, ενώ και η κοινή γνώμη στο Λος Άντζελες, το οποίο θα φιλοξενήσει τους Ολυμπιακούς του 2028, αμφιταλαντεύεται. (...)
Πηγή: kathimerini.gr/k
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου