Το πλαίσιο της κρίσης: Από τη φαινομενική ευημερία στη χρεοκοπία
Ο συγγραφέας ανατρέχει στην περίοδο πριν από την κρίση (2007-2009), όταν η Ελλάδα φάνταζε ευημερούσα, απολαμβάνοντας υψηλή κατανάλωση, συνεχή αύξηση του ΑΕΠ και εμφανή βελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Αυτή η περίοδος, ωστόσο, βασιζόταν σε ασταθή θεμέλια και η ευημερία ήταν επιφανειακή. Οι πολιτικοί απέφευγαν συστηματικά να αντιμετωπίσουν τις χρόνιες παθογένειες του κράτους και της οικονομίας.
Το βιβλίο αναλύει πώς την περίοδο 2007-2009 συσσωρεύθηκαν επικίνδυνες ανισορροπίες: διογκωμένες δημόσιες δαπάνες, τεράστια ‘δίδυμα ελλείμματα’ (δημόσιου τομέα και ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών), υπερβολικός εσωτερικός και, κυρίως, εξωτερικός δανεισμός. Ουσιαστικά, τα “σύννεφα” της κρίσης είχαν ήδη αρχίσει να συσσωρεύονται πάνω από την ελληνική οικονομία, προτού καν εμφανιστεί η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Η παγκόσμια κρίση απλώς έριξε πάνω σε όλες τις προβληματικές περιοχές του κόσμου προβολείς, επιτάχυνε και μεγέθυνε τα προβλήματα, στερώντας από την Ελλάδα την πρόσβαση σε φθηνό δανεισμό. Παράλληλα, η παντελής έλλειψη προετοιμασίας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διαχείριση παρόμοιων κρίσεων επιδείνωσε την κατάσταση. Και εδώ πρέπει να λεχθεί ότι η ελληνική κρίση ήταν διαφορετική και πιο σοβαρή από την κρίση της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Κύπρου. Εκεί ήταν κυρίως κρίση τραπεζών, σε μας ήταν πολλαπλή κρίση: δημοσιονομική, χρηματοδότησης δημόσιου χρέους, ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, θεσμών. Δεν ξεκίνησε στην Ελλάδα ως τραπεζική κρίση, αλλά μεταδόθηκε αναπόφευκτα και στις τράπεζες.
Η ελληνική κρίση, επομένως, δεν προέκυψε ξαφνικά και δεν αφορούσε αποκλειστικά τη δημοσιονομική σφαίρα. Ήταν αποτέλεσμα της συνολικής αποτυχίας του μεταπολιτευτικού μοντέλου ανάπτυξης και κοινωνικής οργάνωσης, που, εκτός των άλλων, δεν είχε δημιουργήσει ούτε ισχυρούς θεσμούς ούτε μια πολιτική κουλτούρα συναινέσεων για την υλοποίηση μεταρρυθμιστικών πολιτικών. Δαπανούσαμε συστηματικά πολύ παραπάνω από ότι παρήγαμε, δίναμε αυξήσεις μισθών και συντάξεων πολύ πάνω από την μεταβολή της παραγωγικότητας, προσλαμβάναμε στο Δημόσιο δεκάδες χιλιάδες υπαλλήλους πάνω από τις πραγματικές ανάγκες μας...
Σημαντικός παράγοντας της κρίσης ήταν και η εγγενής απουσία κουλτούρας συναινέσεων. Η έλλειψη συναίνεσης και ευρείας στήριξης των μεταρρυθμίσεων που κρίνονταν αναγκαίες για την αποκατάσταση της μακροοικονομικής σταθερότητας και δημοσιονομικής βιωσιμότητας, εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τις υπερμεγέθεις ανισορροπίες που συσσωρεύθηκαν έως τα τέλη του 2009. (...)
Ο συγγραφέας ανατρέχει στην περίοδο πριν από την κρίση (2007-2009), όταν η Ελλάδα φάνταζε ευημερούσα, απολαμβάνοντας υψηλή κατανάλωση, συνεχή αύξηση του ΑΕΠ και εμφανή βελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Αυτή η περίοδος, ωστόσο, βασιζόταν σε ασταθή θεμέλια και η ευημερία ήταν επιφανειακή. Οι πολιτικοί απέφευγαν συστηματικά να αντιμετωπίσουν τις χρόνιες παθογένειες του κράτους και της οικονομίας.
Το βιβλίο αναλύει πώς την περίοδο 2007-2009 συσσωρεύθηκαν επικίνδυνες ανισορροπίες: διογκωμένες δημόσιες δαπάνες, τεράστια ‘δίδυμα ελλείμματα’ (δημόσιου τομέα και ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών), υπερβολικός εσωτερικός και, κυρίως, εξωτερικός δανεισμός. Ουσιαστικά, τα “σύννεφα” της κρίσης είχαν ήδη αρχίσει να συσσωρεύονται πάνω από την ελληνική οικονομία, προτού καν εμφανιστεί η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Η παγκόσμια κρίση απλώς έριξε πάνω σε όλες τις προβληματικές περιοχές του κόσμου προβολείς, επιτάχυνε και μεγέθυνε τα προβλήματα, στερώντας από την Ελλάδα την πρόσβαση σε φθηνό δανεισμό. Παράλληλα, η παντελής έλλειψη προετοιμασίας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη διαχείριση παρόμοιων κρίσεων επιδείνωσε την κατάσταση. Και εδώ πρέπει να λεχθεί ότι η ελληνική κρίση ήταν διαφορετική και πιο σοβαρή από την κρίση της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Κύπρου. Εκεί ήταν κυρίως κρίση τραπεζών, σε μας ήταν πολλαπλή κρίση: δημοσιονομική, χρηματοδότησης δημόσιου χρέους, ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, θεσμών. Δεν ξεκίνησε στην Ελλάδα ως τραπεζική κρίση, αλλά μεταδόθηκε αναπόφευκτα και στις τράπεζες.
Η ελληνική κρίση, επομένως, δεν προέκυψε ξαφνικά και δεν αφορούσε αποκλειστικά τη δημοσιονομική σφαίρα. Ήταν αποτέλεσμα της συνολικής αποτυχίας του μεταπολιτευτικού μοντέλου ανάπτυξης και κοινωνικής οργάνωσης, που, εκτός των άλλων, δεν είχε δημιουργήσει ούτε ισχυρούς θεσμούς ούτε μια πολιτική κουλτούρα συναινέσεων για την υλοποίηση μεταρρυθμιστικών πολιτικών. Δαπανούσαμε συστηματικά πολύ παραπάνω από ότι παρήγαμε, δίναμε αυξήσεις μισθών και συντάξεων πολύ πάνω από την μεταβολή της παραγωγικότητας, προσλαμβάναμε στο Δημόσιο δεκάδες χιλιάδες υπαλλήλους πάνω από τις πραγματικές ανάγκες μας...
Σημαντικός παράγοντας της κρίσης ήταν και η εγγενής απουσία κουλτούρας συναινέσεων. Η έλλειψη συναίνεσης και ευρείας στήριξης των μεταρρυθμίσεων που κρίνονταν αναγκαίες για την αποκατάσταση της μακροοικονομικής σταθερότητας και δημοσιονομικής βιωσιμότητας, εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τις υπερμεγέθεις ανισορροπίες που συσσωρεύθηκαν έως τα τέλη του 2009. (...)
Ο συγγραφέας δεν παραλείπει να επισημάνει ότι μεγάλο μέρος των μεταρρυθμίσεων που ζητούσαν οι δανειστές ήταν κατά βάθος αναγκαίο για μια πιο σύγχρονη Ελλάδα, αλλά δεν είχε ουσιαστική “ιδιοκτησία” εκ των έσω. Η αίσθηση ότι πρόκειται για πολιτικές επιβαλλόμενες από το εξωτερικό, χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση, αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των μνημονίων. Αυτή η αντίληψη καλλιεργήθηκε τόσο από την πολιτική ρητορική όσο και από τον τρόπο που τα μέτρα προσαρμογής, δημοσιονομικά ή μη, συχνά δαιμονοποιήθηκαν στην κοινή γνώμη από πλευράς της αντιπολίτευσης. (...)
Η πολιτική πόλωση και οι εκλογικοί σεισμοί
Το βιβλίο εξετάζει τους εκλογικούς σεισμούς του 2012 και 2015, που ανέδειξαν τη βαθιά ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας και την άνοδο νέων κομματικών σχηματισμών. Η σοβαρότητα της κρίσης, η απουσία πολιτικών συναινέσεων και ενός νηφάλιου δημόσιου διαλόγου στο πλαίσιο της κοινωνίας λειτούργησαν ως επιταχυντής των πολιτικών εξελίξεων, ανατρέποντας το παραδοσιακό δικομματικό μοντέλο και οδηγώντας σε ένα κατακερματισμένο κομματικό χάρτη, με έντονες λαϊκίστικες φωνές. Παράλληλα, η διάδοση θεωριών συνωμοσίας για την οικονομική κατάρρευση, που αγνοούσαν τα πραγματικά προβλήματα και τις μεγάλες ανισορροπίες της ελληνικής οικονομίας, ενίσχυσε τη δυσπιστία έναντι των θεσμών. Αυτού του είδους οι λαϊκίστικες και συνωμοσιολογικές αφηγήσεις, οι οποίες απέκτησαν δυναμική και πολιτική υπόσταση, βάθυναν την οικονομική ύφεση, διότι οδήγησαν σε πολιτική αναβλητικότητα στη λήψη των αποφάσεων και στην εφαρμογή των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων.
Κοινωνικές αναταραχές και αναζητήσεις διεξόδου
Η οικονομική και κοινωνική κρίση που βίωσε η Ελλάδα δεν ήταν μόνο ένα πρόβλημα αριθμών ή δεικτών, αλλά κυρίως μια διαταραχή που επηρέασε βαθιά την καθημερινότητα των πολιτών. Η εκτόξευση της ανεργίας, η δραστική μείωση των εισοδημάτων και η αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων προκάλεσαν βαθιές κοινωνικές αναταράξεις και έντονα συναισθήματα απογοήτευσης, πυροδοτώντας πρωτοφανείς κοινωνικές αντιδράσεις και μαζικές κινητοποιήσεις. Η ελληνική κοινωνία έζησε μια πρωτοφανή κρίση ταυτότητας, καθώς οι παραδοσιακές δομές διαλύθηκαν και επικράτησε ένα γενικευμένο αίσθημα ανασφάλειας.
Σε αυτό το περιβάλλον, πολίτες με διαφορετικές πολιτικές και κοινωνικές καταβολές κατέβηκαν μαζικά στις πλατείες, εκφράζοντας την αντίθεσή τους στα μέτρα λιτότητας και την αντίληψη ότι το πολιτικό σύστημα και οι διεθνείς δανειστές είχαν αποτύχει να διαχειριστούν δίκαια την κρίση. Τα αλλεπάλληλα κύματα κοινωνικών διαμαρτυριών, οι μαζικές απεργίες, η βία στα συλλαλητήρια και η γενική αίσθηση ότι η χώρα τελεί υπό κατάρρευση βρίσκονται στο επίκεντρο της αφήγησης. Το κίνημα των “Αγανακτισμένων”, παρότι δεν κατάφερε να παρουσιάσει ένα συνεκτικό πολιτικό πρόγραμμα, είχε σημαντικό αντίκτυπο, διαμορφώνοντας ένα νέο κοινωνικό και πολιτικό τοπίο στη χώρα, ασκώντας πιέσεις στα παραδοσιακά κόμματα. Τα γεγονότα που ακολούθησαν αποκάλυψαν τις βαθιές διαιρέσεις και τις αδυναμίες της πολιτικής και κοινωνικής συνοχής.
Ειδική αναφορά γίνεται στο βιβλίο στην περίοδο του πρώτου εξαμήνου του 2015, η οποία χαρακτηρίζεται ως φάση “ελπίδας και σουρεαλισμού”: η “ελπίδα” αναφέρεται στις αυξημένες προσδοκίες που δημιούργησε η νεοεκλεγείσα τότε κυβέρνηση, ενώ ο “σουρεαλισμός” αφορά τις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, οι οποίες κινήθηκαν σε ένα ιδιότυπο κλίμα ρήξης, με την κυβέρνηση να κινείται μεταξύ ακραίας αισιοδοξίας και βαθιάς αναποφασιστικότητας χωρίς σαφή στρατηγική. Οι προσπάθειες επαναδιαπραγμάτευσης των συμφωνιών με τους δανειστές συνοδεύτηκαν από έντονες εσωτερικές συγκρούσεις και αδιέξοδα. Παράλληλα, οι κινήσεις της νέας κυβέρνησης ανέτρεψαν σε σημαντικό βαθμό όσα είχαν επιτευχθεί την προηγούμενη περίοδο (2012-2014), οδηγώντας σε αυτό που ο συγγραφέας ορθά χαρακτηρίζει ως “ματαιωμένη σταθεροποίηση”.
Η κορύφωση της περιόδου αυτής, το δημοψήφισμα και τα γεγονότα που το συνόδευσαν, δεν έδωσαν τελικά τις λύσεις που πολλοί ανέμεναν, αλλά αντιθέτως όξυναν τις διαιρέσεις και ανέδειξαν την απομόνωση της χώρας στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Συγκεκριμένα, υπογραμμίζεται η σημασία της “ελληνικής μοναξιάς” διεθνώς, καθώς οι ευρωπαϊκοί συσχετισμοί ήταν αμείλικτοι απέναντι σε μια χρεοκοπημένη χώρα που αναζητούσε εναλλακτική διέξοδο, η οποία όμως δεν υπήρχε.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, η Ελλάδα προσπάθησε να βρει ξανά έναν δρόμο σταθερότητας, αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα σοβαρές διεθνείς και εσωτερικές προκλήσεις. Η διαχείριση κρίσιμων ζητημάτων, όπως η συμφωνία για το Μακεδονικό και η προσφυγική κρίση, έφερε στο προσκήνιο δύσκολες αποφάσεις που προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις.
Με τη λήξη της δανειακής σύμβασης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας το 2018 και τη σταδιακή αναχρηματοδότηση του χρέους μέσω των αγορών υπό καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέχρι το 2022, υπήρξε μια βαθμιαία επιστροφή στην οικονομική ομαλότητα και τη σταθεροποίηση. (...)
Παρ’ όλα αυτά, η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην πολιτική σκηνή και η επιστροφή στην οικονομική κανονικότητα παραμένουν μια σύνθετη και συνεχιζόμενη διαδικασία, που απαιτεί μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και βαθιές θεσμικές αλλαγές. Το ερώτημα αν η χώρα έχει ξεπεράσει οριστικά τις δομικές αδυναμίες που την οδήγησαν στην “άκρη του γκρεμού” παραμένει ανοιχτό: Εξαρτάται στην ουσία από τις πολιτικές εξελίξεις, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για ενίσχυση των θεσμών και για μια νέα πολιτική κουλτούρα που να στηρίζεται στην υπευθυνότητα και τη συναίνεση. (...)
Πηγή: bankofgreece.gr
Διαβάστε ολόκληρη την ομιλία στο:
Σχόλια του Γιάννη Στουρνάρα στην παρουσίαση του βιβλίου του Γιάννη Βούλγαρη, Εκδόσεις Μεταίχμιο
Σχόλια του Γιάννη Στουρνάρα στην παρουσίαση του βιβλίου του Γιάννη Βούλγαρη, Εκδόσεις Μεταίχμιο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου